Σταθεροποίηση της οικονομίας. Το 2009 θα είναι η χρονιά που θα κρίνει τις δομικές αντοχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) στην προσπάθειά της να παγιώσει τη σταθεροποίηση, αλλά και να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις απέναντι σε μια κρίση και ύφεση που είναι παγκόσμια, συστημική, βάθους και ενδεχομένως διάρκειας. Η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που οδηγεί την ΕΕ προς την ύφεση θα θέσει σε δοκιμασία το μοντέλο της οικονομικής διακυβέρνησης και ιδιαίτερα την έλλειψη μηχανισμών διαχείρισης της κρίσης. Η Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ) παραμένει ένα ασύμμετρο σύστημα εφόσον μόνον η νομισματική πολιτική ασκείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ η πολιτική της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και δημοσιονομικής ενίσχυσης είναι στη δικαιοδοσία των κρατών-μελών.
Τραπεζικός τομέας. Στον κίνδυνο της κατάρρευσης του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος απάντησε καίρια η διάσκεψη κορυφής των κρατών της ευρωζώνης και οι ενέργειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στις 12 Οκτωβρίου. Θετικές ήταν οι πρωτοβουλίες των κρατών-μελών κυρίως με την παροχή εγγυήσεων και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών… Ωστόσο, δεν έχει αποκατασταθεί ακόμη η ομαλή λειτουργία της διατραπεζικής αγοράς. Για αυτό είναι σωστές οι σκέψεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη δημιουργία μηχανισμού εκκαθαρίσεων (clearing), ο οποίος θα ενίσχυε την εμπιστοσύνη μεταξύ των τραπεζών. Παράλληλα πιστεύουμε ότι θα χρειαστεί ο συστηματικός διαχωρισμός του «υγιούς» τμήματος των τραπεζών από το «τοξικό» για να υπάρξει αποτελεσματική διαχείριση του προβλήματος.
Η δημοσιονομική παρέμβαση. Στις 11 και στις 12 Δεκεμβρίου η ΕΕ υιοθέτησε ένα πακέτο μέτρων για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας μέσω επεμβάσεων κυρίως των κρατικών προϋπολογισμών. Είναι εύλογες οι δυσκολίες δανεισμού εφόσον σχεδόν κάθε κράτος πρέπει να χρηματοδοτήσει το πρόγραμμα δημοσιονομικής ενίσχυσης με προσφυγή στις κεφαλαιαγορές. Βέβαια διαφέρει σημαντικά το κόστος της άντλησης κεφαλαίων (spreads) μέσω κρατικών ομολόγων ορισμένων χωρών της ευρωζώνης με υψηλό δημόσιο χρέος σε σύγκριση με το αντίστοιχο της Γερμανίας…
Ενας περιορισμένος κοινοτικός προϋπολογισμός δεν μπορεί να διαδραματίσει τον σταθεροποιητικό του ρόλο απέναντι σε κρίση τεραστίων διαστάσεων… Γι΄ αυτό και είναι αναγκαία μακροπρόθεσμα η αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού από το 1% στο 3% του κοινοτικού ΑΕΠ.
Εποπτικές ρυθμίσεις επάρκειας κεφαλαίων των τραπεζών. Οι προτάσεις της ΕΕ για νέους κανόνες επάρκειας κεφαλαίων των τραπεζών θα πρέπει να συμπληρωθούν με αναγκαίες μεταρρυθμίσεις ώστε: α) να εισαχθούν αντικυκλικοί μηχανισμοί για τις τράπεζες, δηλαδή μεγαλύτερα αποθεματικά και προβλέψεις σε ανοδικές φάσεις του οικονομικού κύκλου ώστε να χρησιμοποιούνται για κάλυψη ανάγκης σε καθοδικές φάσεις, β) να περιοριστεί η αυτορρύθμιση που προβλέπει η Βασιλεία ΙΙ με την ανάθεση του εποπτικού ρόλου στους εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχων των τραπεζών, γ) να εισαχθούν δείκτες παρακολούθησης της ρευστότητας και δ) δείκτες μόχλευσης (leverage ratios). Παράλληλα χρειάζεται η μεταρρύθμιση των λογιστικών κανόνων, καθώς και η ολοκλήρωση της ρύθμισης των εταιρειών πιστοληπτικής αξιολόγησης (rating agencies) που έχει προτείνει η ΕΕ.
Ενα ευρωπαϊκό σύστημα εποπτείας . Η κρίση απέδειξε ότι η ΕΕ δεν διαθέτει επαρκή θεσμική και εποπτική θωράκιση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Το θέμα αυτό αφορά κυρίως τους 40- 50 μεγαλύτερους διασυνοριακούς χρηματοπιστωτικούς ομίλους συστημικής σημασίας. Δεν είναι πάντα σίγουρο ότι ένα κράτος μπορεί από μόνο του να διασώσει έναν ή περισσότερους μείζονες διασυνοριακούς χρηματοπιστωτικούς ομίλους χωρίς τη βοήθεια άλλων εταίρων, δεδομένου ότι τα ανοίγματά τους μπορεί να υπερβαίνουν κατά πολύ το ΑΕΠ ενός κράτους. Ενα ευρωπαϊκό σύστημα εποπτείας θα μπορούσε να θεσπιστεί είτε με τη μεταφορά εξουσιών στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είτε με τη δημιουργία μιας νέας αρχής η οποία θα βρίσκεται σε άμεση λειτουργική συνεργασία με αυτήν. Θα αφορά την εποπτεία ενός περιορισμένου αριθμού σημαντικών ομίλων, ενώ θα αφήνει τις μεσαίες και μικρές τράπεζες, ασφαλιστικές και χρηματιστηριακές εταιρείες, στην εποπτεία των εθνικών αρχών.
Διαχείριση της κρίσης. Θα χρειαστεί μεταρρύθμιση των συστημάτων εγγύησης καταθέσεων (μέθοδοι χρηματοδότησης), καθώς και αποσαφήνιση του ρόλου των αρχών που θα λειτουργούν ως δανειστές τελευταίας προσφυγής για τη διάσωση μιας τράπεζας. Επίσης χρειάζονται διασυνοριακές πτωχευτικές ρυθμίσεις.