Η αλήθεια είναι ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης χαίρεται όταν ακούει ότι οι «Βάτραχοι» εξακολουθούν να συζητούνται, έξι μήνες μετά την πρεμιέρα στην Επίδαυρο, ενώ «Η καλή οικογένεια» που σκηνοθετεί μόλις ξεκίνησε στη Νέα Σκηνή του Εθνικού. Με μία επιπλέον εμπειρία στο ενεργητικό του, ο σκηνοθέτης και ηθοποιός συνεχίζει την πορεία του ξεκαθαρίζοντας: «Στους “Βατράχους” δεν είχα κακή πρόθεση.Μια παράσταση έκανα στο κάτω κάτω,κι αν τάραξα κάποια νεράμακάρι θα έλθει κάποιος να αλιεύσει καλύτερα ψάρια…».
Προτού κάνει τις διαπιστώσεις του από την πρόσφατη αριστοφανική του εμπειρία, ο Δημήτρης Λιγνάδης προτείνει το σύγχρονο σουηδικό έργο του Γιοακίμ Πίρινεν. Σε μια παράσταση χωρίς (πολλές) σκηνοθετικές παρεμβάσεις παρουσιάζει μια οικογένεια που μοιάζει σαν να βγήκε από διαφήμιση: Ολοι και όλα είναι τέλεια. Υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να διαταράξει αυτή την ιδανική κατάσταση; «Στην ουσία πρόκειται για στιγμιότυπα από την καθημερινότητα μιας οικογένειας.Τόσο απλά.Ενδιαφέρον έχει να δούμε τι αποτέλεσμα μπορεί να έχει η παρουσίαση μιας θετικής κατάστασης.Είναι λίγο σαν διαφήμιση, Οι ρωγμές θα φανούν στη σκηνή…» λέει.
Γυρνώντας πίσω, ομολογεί ότι το πρώτο βήμα στην αυτοκριτική του για τους «Βατράχους» ήταν να παραδεχθεί τα λάθη του. Μετά έβγαλε τα συμπεράσματά του: «Ηξερα ότι θα ενοχλούσε η παράστασηαλλά δεν ήταν αυτός ο στόχος μου.Αν και πιστεύω ότι έχουν εμφανισθεί πολύ πιο τολμηροί από εμένα σκηνοθέτες στο αρχαίο δράμα,πιο αλαζόνες.Και όμως,δεν έχουν ενοχλήσει τόσο όσο εγώ…». Προσωπική και καλλιτεχνική, η σύγκρουση είχε στόχο και τον ίδιο τον καλλιτεχνικό διευθυντή Γιάννη Χουβαρδά; «Μονολεκτικάαπαντώ ναι.Επαιξε ρόλο και αυτό.Αλλά είναι άδικο.Προσωπικά νιώθω ευγνωμοσύνη που δουλεύω κοντά του», λέει, καθώς πιστεύει ότι και οι συγκρούσεις είναι μέσα στο παιχνίδι. «Για μένα οι “Βάτραχοι” ήταν περισσότερο μια ματιά γύρω από τον τρόπο που ανεβαίνει σήμερα το αρχαίο δράμαπαρά ένα πολιτιστικό γεγονός,ήθελε περισσότερο να δηλώσει κάτι παρά να δείξει κάτι.Από την άλλη,πολλές φορές χάριν της αρχικής ιδέας θυσιάζω την εκτέλεσή τηςκαι αυτό συμπαρασύρει το τελικό αποτέλεσμα,ενώ δημιουργεί ανασφάλεια στους συμπαίκτες μου.Μια τρίτη διαπίστωσή μου είναι ότι η γραπτή κριτικήστην πλειονότητά τηςκατακεραύνωσε τους “Βατράχους”,ενώ η προφορική,η προσέλευση του κόσμου δηλαδή,τους αποθέωσε- χωρίς να σημαίνει ότι η προσέλευση είναι και τεκμήριο επιτυχίας.Τέλος,μου χρέωσαν ότι ανήκω σε ένα κύκλωμα που μισεί την αρχαία τραγωδία. Ε,λοιπόν,δεν είναι έτσι τα πράγματα…». Το ερώτημα που παραμένει είναι αν μια παράσταση σαν τους «Βατράχους» χρειάζεται να πάει στην Επίδαυρο με την ομπρέλα του Εθνικού και αν τελικά ήταν απαραίτητο το «άλλοθι» του Αριστοφάνη.«Θεωρώ ότι έτσι κάπως πρέπει- ή δεν πρέπει- να ανεβαίνει ο Αριστοφάνης,ένας επίκαιρος συγγραφέας.Και με την παράστασή μου προσπάθησα να ξεκλειδώσω τη σχέση ενός αριστοφανικού κειμένου και ενός σημερινού κοινού.Αυτή ήταν η πρόθεσή μου.Εγώ καταθέτω τη ματιά και την αγωνία μου» καταλήγει. «Για μένα είναι πολύ θετικό που με εμπιστεύτηκε ο Γιάννης Χουβαρδάς- όπως εμπιστεύεται ανθρώπους που δοκιμάζουν και δοκιμάζονται». Και τονίζει ότι η Επίδαυρος πρέπει να διατηρήσει όλα της τα χαρακτηριστικά- ακόμη και τα τουριστικά.
Δάσκαλος και αναπληρωτής διευθυντής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού, από όπου και ο ίδιος αποφοίτησε, ο Δημήτρης Λιγνάδης πιστεύει ότι «όποιος δεν παρακολουθεί την εποχή τουκαλύτερα να γίνει καλόγερος…» . Υπό την επίδραση των πρόσφατων γεγονότων σχολιάζει ότι «κρίνουμε και κατακρίνουμε μια πραγματικότητατην ίδια στιγμή που ζούμε μέσα σε αυτή.Η επανάσταση,η ρήξη με τα πράγματα είναι προσωπική υπόθεση- όχι συλλογική.Για να χτυπήσω ένα σύστημα πρέπει πρώτα απ΄ όλα να είμαι μέρος του.Αρατο χτύπημα θα είναι επώδυνο».
Με μια μόνιμη ανατρεπτική διάθεση, ο Δημήτρης Λιγνάδης συνεχίζει τον δρόμο του προσπαθώντας να μάθει όλο και πιο πολλά: «Εχω βρεθεί σε αυτή την αρέναγνωρίζοντας ότι έχω και να κερδίσω και να χάσω.Είμαι ένας πολύ ευέλικτος άνθρωπος: μπορώ να μείνω με χίλια άτομα,μπορώ να μείνω και με τον εαυτό μου.Μπορώ να ζήσω με 3 ευρώ,μπορώ να ζήσω και με πάρα πολλά ευρώ.Μου έχουν συμβεί και τα δύο, γιατί αλλάζει συχνά η ζωή μου.Ο μόνος φόβος είναι μήπως ενηλικιωθώ,συμβιβαστώ, αρχίσω τα ανώδυνα και τα σίγουρα.Αυτό θα με πεθάνει.Εμένα η ζωή μου αρέσει με τα όλα της.Μέσα σε αυτό το πλέγμα που λέγεται σόουμπιζεγώ θέλω να κάνω την τρέλα μου.Να πω δηλαδή με τον δικό μου τρόπο τα τρία πράγματα που θέλω σε όσο πιο πολύ κόσμο γίνεται.Και να με χειροκροτήσει».
«Η καλή οικογένεια» του Γιοακίμ Πίρινεν παρουσιάζεται στη Νέα Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος». Παίζουν: Μηνάς Χατζησάββας, Μαρίνα Ψάλτη, Νίκος Πουρσανίδης, Αλεξάνδρα Αϊδίνη.