O διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας κ. Μέρβιν Κινγκ αφηγήθηκε προσφάτως ένα περιστατικό σχετικά με την πρώτη τηλεοπτική του συνέντευξη το 1955. Το θέμα και τότε ήταν το δημόσιο χρέος και ο διοικητής έλεγε πως αυτό (το δημόσιο χρέος) αντιπροσωπεύει το σύνολο των χρημάτων το οποίο οι κυβερνήσεις έχουν δανειστεί στο πέρασμα των χρόνων από το κοινό, ενώ στην πραγματικότητα αποτελεί το ύψος των δαπανών που οι κυβερνήσεις απέτυχαν να καλύψουν μέσω των δημοσίων εσόδων. «Εχουμε πληρώσει για τον Α΄ και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο;» τον ρώτησαν μεταξύ άλλων τότε. «Οχι» απάντησε εκείνος.
Αυτό που υπογραμμίζει το συγκεκριμένο περιστατικό, παρατηρούσε ο κ. Αλαν Μπράουν, επικεφαλής επενδύσεων του ομίλου Schroders, είναι το γεγονός ότι το κράτος, θεωρητικά τουλάχιστον, μπορεί να δανείζεται εις το διηνεκές. Αυτό σημαίνει ότι εάν η οικονομία αναπτύσσεται, η αξία του δημοσίου χρέους σε σχέση με τα φορολογικά έσοδα θα μειώνεται. Αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι η ικανότητα μιας κυβέρνησης να χαλιναγωγήσει το δημόσιο έλλειμμα, έτσι ώστε να αποφευχθεί η πιστωτική ασφυξία του ιδιωτικού τομέα όταν θα ξεκινήσει η ανάκαμψη της οικονομίας, με άλλα λόγια η ικανότητα της κυβέρνησης να περιορίσει τις δανειακές της ανάγκες προκειμένου να περισσέψει ρευστότητα και για τους ιδιώτες. Τα μέτρα των Αρχών στις κρίσεις από το 1970 μέχρι σήμερα ήταν περίπου ταυτόσημα, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις είχαν θετικό αποτέλεσμα, αν και κακά προηγούμενα όπως αυτό της Ιαπωνίας και της χαμένης της δεκαετίας δεν αποφεύχθηκαν. Καθώς οι κυβερνήσεις, κατά βάση, δεν είναι δυνατόν να πτωχεύσουν (δεδομένου ότι εκδίδουν χρεόγραφα στο δικό τους νόμισμα) και αν αυτό κριθεί αναγκαίο μπορούν να προβούν στη χρηματοδότηση ελλειμμάτων τυπώνοντας περισσότερο χρήμα, είμαστε και πάλι σήμερα εξαρτημένοι από μία κεϋνσιανικού τύπου δημοσιονομική παρέμβαση. Το ανησυχητικό είναι πάντως πως οι φωνές που λένε ότι δεν υπάρχει κάποιο ιστορικό προηγούμενο σε σχέση με την έκταση της σημερινής κρίσης συνεχώς αυξάνονται και αυτό σημαίνει ότι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε για να δούμε τα αποτελέσματα. Τέτοιου είδους αβεβαιότητες όμως σαφώς και δεν ευνοούν το επενδυτικό σκηνικό της νέας χρονιάς που οσονούπω ανατέλλει.