Το 1979, σε εποχή νεανικής έξαψης, σε χρόνο καταλήψεων στα πανεπιστήμια και συγκρούσεων στους δρόμους, πολλές και σύνθετες ήταν οι διεργασίες στον κύκλο της εξεγερμένης νεολαίας.
Πολλοί νέοι τότε βρέθηκαν δίπλα στη φωτιά. Αρκετοί κινήθηκαν στο όριο.
Ορισμένοι έκαναν το κρίσιμο βήμα.
Πέρασαν στην άλλη, στη σκοτεινή πλευρά του λόφου.
Οσοι έχουν παρακολουθήσει από κοντά την εξέλιξη των οργανώσεων ένοπλης πάλης στη χώρα μας γνωρίζουν ότι σε εκείνες τις συγκρουσιακές μέρες του 1979 μαζικοποιήθηκε ο ΕΛΑ, τότε ανασυγκροτήθηκε η «17 Νοέμβρη», από τα φοιτητικά αμφιθέατρα στρατολογήθηκαν τα καινούργια «πιστόλια» που αποκαλύφθηκαν δύο δεκαετίες μετά. Με γνώμονα τα παραπάνω, πολλοί θεωρούσαν τις προηγούμενες μέρες, των μαζικών διαδηλώσεων, των συγκρούσεων με τις αστυνομικές δυνάμεις, της εξέγερσης και της ατέλειωτης φωτιάς, ιδανικές για την αναβίωση ενός νέου κύκλου αίματος στην ελληνική πολιτική. Ταιριάζουν οι συνθήκες, η κοινωνική διέγερση εμφανής, οι αντιθέσεις μεγάλες, ο θυμός πολύς, η αντιπαράθεση έντονη και πολλά οργισμένα και άψητα παιδιά στους δρόμους, στ΄ αμφιθέατρα και σε χώρους ελευθεριακούς. Η πρωινή αρκούντως προκλητική επίθεση με Καλάσνικοφ εναντίον του λεωφορείου των ΜΑΤ θορύβησε δεόντως τους πιο υποψιασμένους. Το χτύπημα- αν δεν εκπορεύεται από άλλους σκοτεινούς και μη προσεγγίσιμους κύκλους που επενδύουν πολιτικά στη στρατηγική της έντασης- είναι κατ΄ απόλυτο τρόπο ριψοκίνδυνο. Επιχειρήθηκε σε μια αυστηρά φρουρούμενη ζώνη, κατά ενός αστυνομικού λεωφορείου, στο οποίο επέβαινε μια διμοιρία 20 καλά εκπαιδευμένων ενόπλων.
Στη γύρω περιοχή υπάρχουν τουλάχιστον δέκα ζωντανές πραγματικές σκοπιές πάνοπλων ειδικών φρουρών, σε απόσταση αναπνοής βρίσκεται το υπουργείο Δημόσιας Τάξης και στα εκατό μέτρα το αρχηγείο των ΜΑΤ και η μονάδα καυσίμων της Αστυνομίας. Τα πρόσωπα που «άδειασαν» το Καλάσνικοφ πάνω στο λεωφορείο των ΜΑΤ προφανώς γνώριζαν τον κίνδυνο και εμφανώς τον αγνόησαν ή καλύτερα τον προσπέρασαν.
Με άλλα λόγια, ήταν αποφασισμένα και κατάλληλα προετοιμασμένα. Είχαν μελετήσει τον χώρο, διέθεταν σχέδια διαφυγής και έδρασαν κατά τρόπο επιθετικό, ακόμη και αν η ριπή από το Καλάσνικοφ ήταν προειδοποιητική ή απλώς εκπαιδευτική, με πραγματικά πυρά σε πραγματικό στόχο.
Το περιστατικό- αν επαναλαμβάνουμε δεν είναι προϊόν άλλων σκοτεινών δυνάμεων- δυστυχώς επιβεβαιώνει τους χειρότερους φόβους.
Αποτελεί προμήνυμα ενός νέου κύκλου αιματηρής βίας, που αν πραγματικά ανοίξει θα είναι πολύ χειρότερος των προηγούμενων.
Φέρει μεγάλη ευθύνη η νεοδημοκρατική κυβέρνηση που διαμόρφωσε τις συνθήκες για την αναβίωση ενός πιθανού νέου τρομοκρατικού κύματος, λίγα μόλις χρόνια μετά την ομόθυμη καταδίκη του φαινομένου από τον ελληνικό λαό.
Η ηθική, πολιτική και επιχειρησιακή κατάρρευση του κράτους είναι δικό της έργο. Και επιτέλους οφείλει η ηγεσία της να αναλάβει πραγματικά την ευθύνη.