O φόβος εξάπλωσης των ταραχών από την Ελλάδα στη Γαλλία ώθησε την κυβέρνηση της χώρας σε αναστολή της εξαγγελθείσας μεταρρύθμισης για το λύκειο. Ο αυξανόμενος αριθμός των νεαρών που διαδηλώνουν στους δρόμους της πόλης, το πλήθος των γεγονότων τα οποία προκαλούνται από τους διαδηλωτές που επιζητούν τη σύγκρουση, οι εικόνες από τις εξεγέρσεις στην Αθήνα που κάνουν μέσω του Διαδικτύου τον γύρο του κόσμου είναι ορισμένοι από τους λόγους που οδήγησαν τον πρόεδρο Σαρκοζί να ζητήσει την προσωρινή μετάθεση της εφαρμογής της μεταρρύθμισης στο μέλλον.

Για να πούμε την αλήθεια, ο φόβος της έκρηξης ελλοχεύει και στην Ιταλία, η οποία βγαίνει από κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις δύο μηνών εναντίον της εκπαι δευτικής μεταρρύθμισης, εκεί όπου η δυσαρέσκεια της νεολαίας είναι βαθιά. Ομοίως και στην Ισπανία, η κυβέρνηση της οποίας ανησυχεί για το ενδεχόμενο μαζικού ξεσηκωμού των φοιτητών. Είναι επομένως υπαρκτός ο φόβος να δούμε το ξέσπασμα ενός ευρύτερου κινήματος τόσο στο Παρίσι όσο και στη Ρώμη ή στη Μαδρίτη. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν αδύνατο να ελεγχθεί στις δημοκρατικές μας χώρες μέσω αστυνομικών μέτρων, εκτός και αν αποφασίζαμε να αντιπαρατεθούμε με το σύνολο του πληθυσμού.

Στην πραγματικότητα υφίστανται κοινοί παράγοντες- αν δεν εστιάσουμε στα ιδιαίτερα προβλήματα που σχετίζονται με την κατάσταση στην Ελλάδα- που τροφοδοτούν τη δυσθυμία των νέων. Συναντάμε όντως σε όλες τις χώρες μια ρήξη μεταξύ των γενεών, η οποία φέρνει τα στρώματα του παραγωγικά ενεργού πληθυσμού αντιμέτωπα με τις ευθύνες που φέρουν έναντι των επερχόμενων γενεών. Οι αιτίες αυτής της ρήξης είναι πολλές. Μεταξύ άλλων, η διαφορά αγοραστικής δύναμης που χωρίζει τους εργαζομένους των 50 ετών από τους 30χρονους συναδέλφους τους είναι τεράστια.

Η διαφορά αυτή διευρύνθηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια, φτάνοντας, για παράδειγμα, σήμερα στη Γαλλία από 15% σε 40%. Στις λατινόφωνες ευρωπαϊκές χώρες ο όρος «mileuristas» χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει τους εργαζομένους των 1.000 ευρώ, κάτι που συνιστά τη μόνη προοπτική για τους τριαντάρηδες που αποκτούν πανεπιστημιακό δίπλωμα και στους οποίους οι σπουδές θα έπρεπε να διασφαλίζουν καλύτερες συνθήκες εργασίας και υψηλότερες αμοιβές.

Ας προσθέσουμε σε αυτά τα δεδομένα την ανατροπή των ευκαιριών κοινωνικής ανέλιξης. Από αυτή την άποψη η γενιά των εικοσάρηδων του 1968 εμφανίζεται ευνοημένη. Είχε την τύχη να γνωρίσει την άμεση πρόσβαση στην αγορά εργασίας και μια ταχύτατη άνοδο τόσο ως προς τον επαγγελματικό τομέα όσο και ως προς την αγοραστική δύναμη. Σήμερα η είσοδος των νέων στον επαγγελματικό χώρο πραγματοποιείται σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία, ενώ οι προοπτικές ταχείας εξέλιξης είναι πλέον λιγοστές.

Είναι επίσης γνωστό ότι τα ζητήματα της συνταξιοδότησης και του κρατικού δανεισμού ρίχνουν στις πλάτες των μελλοντικών γενεών βάρη τα οποία αρνούνται να πληρώσουν οι σημερινές και εναποθέτουν στις επόμενες.

Αυτά είναι ορισμένα από τα ζητήματα που δημιουργούν το υπόστρωμα πάνω στο οποίο εδράζονται οι σημερινές διαδηλώσεις. Ας προσθέσουμε σε αυτά το γεγονός ότι σχεδόν παντού στην Ευρώπη αναζωπυρώνεται ο ριζοσπαστισμός, προερχόμενος κυρίως από την Ακρα Αριστερά, με ροπή προς τη βία. Δεν μπορούμε λοιπόν παρά να παρακινήσουμε τους πολιτικούς να ακολουθήσουν τον δρόμο της εγρήγορσης και της σύνεσης. Θα πρέπει να ανησυχούν, όπως έλεγε και ο Μάο Τσε Τουνγκ, για «τη σπίθα που μπορεί να ανάψει τη φωτιά».

Ο κ. Ζαν-Μαρί Κολομπανί είναι ένας από τους εγκυρότερους ευρωπαίους δημοσιογράφους, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «Le Μonde». Το τακτικό, ανά Κυριακή, άρθρο του είναι γραμμένο αποκλειστικά για «Το Βήμα».