«Εννιακόσια εκατομμύρια άνθρωποι υπάρχουν αυτή τη στιγμή στον κόσμο χωρίς πρόσβαση σε πόσιμο νερό! Εντεκα με δώδεκα δισ. δολάρια κρίνονται ετησίως απαραίτητα για να εφαρμοστεί σωστά η “εκπαίδευση για όλους” όπως είναι το σύνθημά μας στην UΝΕSCΟ». Ο Γιώργος Αναστασόπουλος , μόνιμος αντιπρόσωπος της χώρας μας στην UΝΕSCΟ, ακούγεται εξοργισμένος αλλά αισιόδοξος κατά τη διάρκεια της ξενάγησης ελληνικής δημοσιογραφικής αποστολής στην έδρα του οργανισμού, στο Παρίσι. Εξοργισμένος γιατί από τη θέση τού ομοφώνως εκλεγμένου προέδρου της Γενικής Διάσκεψης της UΝΕSCΟ τον Οκτώβριο του 2007 (η θητεία του λήγει τον ερχόμενο Οκτώβριο), ο κ. Αναστασόπουλος βλέπει τα τεράστια εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν ώστε ο διεθνής οργανισμός να λειτουργήσει σωστά σε όλους τομείς- εκτός άλλων, η εκπαίδευση, ο πολιτισμός και ο αθλητισμός. Αισιόδοξος γιατί αντιλαμβάνεται ότι η «ατμόσφαιρα μεταβάλλεται.Με αργά μεν αλλά σταθερά βήματα».

Η UΝΕSCΟ, παγκόσμιος οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών για την εκπαίδευση, τις επιστήμες και τον πολιτισμό, ιδρύθηκε πριν από 62 χρόνια και η Ελλάδα βρισκόταν ανάμεσα στα 37 ιδρυτικά μέλη της. Η σύσταση του οργανισμού αμέσως μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν επόμενο να επηρεαστεί από ιδεαλιστικά στοιχεία, κατάλοιπα των οποίων διατηρούνται ακόμη. Κάποιοι αντιμετωπίζουν την UΝΕSCΟ με θαυμασμό. Κάποιοι άλλοι με καγχασμό. Χωρίς ταυτότητα
Ο κ. Αναστασόπουλος είναι ρεαλιστής. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η σκληρή πραγματικότητα λέει πως ένα από τα σημεία στα οποία η UΝΕSCΟ χωλαίνει είναι η έλλειψη συγκεκριμένης ταυτότητας- «κάτι που π.χ. έχει η UΝΙCΕF αφού όλοι γνωρίζουν ότι μεριμνά για το παιδί». Συν τοις άλλοις η UΝΕSCΟ θεωρείται «φτωχός συγγενής» του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και δεν μπορεί να καλύψει ικανοποιητικά τον μεγάλο αριθμό και το εύρος των τομέων με τους οποίους ασχολείται (η UΝΕSCΟ έχει 193 χώρες μέλη, δύο περισσότερα από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών). Επίσης, ο χαμηλός τακτικός ετήσιος προϋπολογισμός της, περίπου 300 εκατ. δολάρια (205 εκατ. ευρώ), και το περιορισμένο προσωπικό της δεν τη βοηθούν στην εκπλήρωση πολλών φιλοδοξιών της. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο η UΝΕSCΟ δείχνει σημάδια ανάκαμψης: έδωσε μάχες για τη δια μόρφωση του πλαισίου της και η ελληνική συμβολή με δύο διεθνείς συμβάσεις ιδιαίτερης αξίας υπήρξε σημαντική: η πρώτη σύμβαση, που αναφέρεται στην προστασία της πολιτιστικής διαφορετικότητας ή πολυμορφίας, εγκρίθηκε με συντριπτική πλειοψηφία 148 ψήφων υπέρ, μόνο δύο κατά (Ηνωμένες Πολιτείες και Ισραήλ) και τεσσάρων αποχών.

Η δεύτερη συνδέεται με την καταπολέμηση της φαρμακοδιεγέρσεως στον αθλητισμό («ντόπινγκ») και επεκτείνει για πρώτη φορά, εκτός από το διεθνές αθλητικό κίνημα, και στις κυβερνήσεις την ευθύνη να δώσουν μάχη για τον περιορισμό της σύγχρονης αυτής μάστιγας.

Πολιτιστική κληρονομιά
Από το 1972 η UΝΕSCΟ ενθαρρύνει παγκοσμίως τον εντοπισμό, την προστασία και διατήρηση της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία για όλη την ανθρωπότητα. Η υλοποίηση των παραπάνω γίνεται μέσω της Διεθνούς Συνθήκης για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς.

Ανάμεσα σε άλλα, σημαντικά στοιχεία της συνθήκης είναι η σύνδεση σε ενιαίο έγγραφο των εννοιών της συντήρησης του φυσικού περιβάλλοντος και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς, η αναγνώριση αλληλεξάρτησης ανθρώπου και φύσης και ο ορισμός του είδους των φυσικών και πολιτιστικών μνημείων τα οποία μπορούν να θέσουν υποψηφιότητα εγγραφής στη Λίστα Παγκόσμιας Κληρονομιάς.

Η Ελλάδα υπέγραψε τη συνθήκη το 1981 και η πρώτη ελληνική εγγραφή στην Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά της UΝΕSCΟ ήταν το 1986 με την ένταξη του ναού του Επικούριου Απόλλωνα. Από τότε ακολούθησαν 16 ακόμη εγγραφές (21 τοποθεσίες), με τελευταία της Παλαιάς Πόλης της Κέρκυρας (με τα δύο φρούριά της, παλαιό και νέο).

Κατά τον κ. Αναγνωστόπουλο δύο είναι τα σημεία στα οποία πρέπει να δοθεί έμφαση για την αρτιότερη λειτουργία της UΝΕSCΟ σε σχέση με τη χώρα μας: «Πρώτον,ο προσδιορισμός,σε συνεργασία του υπουργείου Εξωτερικών,του υπουργείου Πολιτισμού, ίσως και του υπουργείου Παιδείας, των κατευθύνσεων και των στόχων της ελληνικής εξωτερικής πολιτιστικής πολιτικής,ώστε να υπάρξουν το σύστημα, η συνέπεια και η σωστή μεθόδευση, με την ελπίδα επίτευξης καλυτέρων αποτελεσμάτων».

Η Ελλάδα και οι «ηγεμονικές» πολιτικές
Ο πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης πιστεύει στην ανάγκη της σωστής αντίδρασης της Ελλάδας σε «ηγεμονικές» πολιτιστικές πολιτικές άλλων χωρών στην ευρύτερη περιοχή μας. «Η ιταλοαμερικανική συμφωνία για την απόδοση από το σημαντικότατο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης στις ιταλικές αρχές 20 αρχαιολογικών θησαυρών, που είχαν ανευρεθεί στη Σικελία και παράνομα αποκτήθηκαν και εξήχθησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες (και ο δανεισμός τους στο Μουσείο), αποτελεί την πιο πρόσφατη και σημαντικότερη». Πράγματι, είναι η πρώτη φορά που το τείχος της άρνησης στην απόδοση συληθέντων αρχαιολογικών θησαυρών κατέρρευσε, γι΄ αυτό και ο κ. Αναστασόπουλος χαρακτήρισε τη συμφωνία «ιστορική». «Ο χρόνος θα δείξει αν η συμφωνία αυτή οδηγήσει αργότερα σε εταιρικές σχέσεις συνεργασίας ανάμεσα στα μουσεία στα οποία εκτίθενται οι κατά κανόνα παράνομα αποκτηθέντες και εξαχθέντες από άλλες χώρες αρχαιολογικοί θησαυροί και των χωρώνπου με τον τρόπο αυτό τους στερούνται» συμπληρώνει.

Σε κάθε περίπτωση όμως ένα νέο κεφάλαιο για την καταπολέμηση της αρχαιοκαπηλίας άνοιξε με την ιταλοαμερικανική συμφωνία- και οι εχθρικές αντιδράσεις των διευθυντών των αμερικανικών μουσείων το πιστοποιούν. «Το πρόβλημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα» επισημαίνει ο πρέσβης «τίθεται ήδη σε καινούργιο,ευνοϊκότερο διεθνές πλαίσιο. Δεν ισχύουν φυσικά οι ίδιες προϋποθέσεις που επέτρεψαν τη συμφωνία μεταξύ του Μετροπόλιταν και των ιταλικών αρχών – η συμφωνία δεν είναι γενική, ο χρόνος μεταφοράς των Γλυπτών στη Βρετανία είναι πολύ πιο μακρινός,όταν δεν υπήρχε ακόμη το νέο ελληνικό κράτος και ο τρόπος κτήσεως των Γλυπτών διαφορετικός. Δεν υπάρχει αμφιβολία όμως ότι το ελληνικό αίτημα έχει ενδυναμωθεί, έστω και αν η ικανοποίησή του πρέπει ακόμη να ενοράται σε βάθος χρόνου».

Κατά τα άλλα μπορεί βασικά να υποστηριχθεί ότι και η ελληνική κυβέρνηση χρειάζεται να ακολουθήσει τον δρόμο που χάραξαν οι ιταλικές αρχές, διεκδικώντας την απόδοση των αρχαιολογικών θησαυρών που παράνομα αποκτήθηκαν και εξήχθησαν από την Ελλάδα.

Ενα δεύτερο σημείο που χαίρει ιδιαίτερης σημασίας είναι η σοβαρή και συστηματική προσπάθεια προβολής του ελληνικού πολιτισμού στα παγκόσμια και ευρωπαϊκά κέντρα που επηρεάζουν. Στο πλαίσιο αυτό η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην UΝΕSCΟ έχει υποβάλει στο υπουργείο Πολιτισμού προτάσεις για τα ευρήματα των ανασκαφών της Βεργίνας και του Δίου, όπως και για τη διοργάνωση συναυλίας με έργα του Μίκη Θεοδωράκη, που τιμήθηκε με το μεγάλο διεθνές Βραβείο Μουσικής UΝΕSCΟ.