ΜΟΝΑΧΟ Τι συμβαίνει με την Τουρκία; Τι συμβαίνει με τον τούρκο πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, διερωτάται το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel». Γιατί ο άνθρωπος που η Ευρώπη χαιρέτισε ως εκσυγχρονιστή καταφεύγει στην εθνικιστική δημαγωγία, υιοθετεί σκληρή στάση έναντι των Κούρδων και προσεγγίζει όλο και περισσότερο τη στρατιωτική ηγεσία; Το γερμανικό περιοδικό- σταθερά πάντοτε υπέρ μιας «νέας Τουρκίας»- αναφέρει ένα χαρακτηριστικό γεγονός: ο εισαγγελέας στα Αδανα ζήτησε να επιβληθεί ποινή 58 ετών σε έξι Κούρδους ηλικίας 13-16 ετών, οι οποίοι στη διάρκεια διαδήλωσης τον περασμένο Οκτώβριο πέταξαν πέτρες σε αστυνομικούς, φώναζαν «παράνομα συνθήματα» και κρατούσαν σημαίες του ΡΚΚ. Και επειδή αυτά τα παιδιά « προφανώς είναι παιδιά τρομοκρατών», ο τοπικός κυβερνήτης εισηγήθηκε να τιμωρηθούν οι οικογένειές τους με στέρηση της σύνταξης και όλων των κοινωνικών υπηρεσιών!

Oκ. Ερντογάν μόλις πριν από έξι χρόνια υποσχόταν να δώσει τέλος στην εσωτερική αντιπαράθεση με τους Κούρδους και ήταν ο πρώτος τούρκος πρωθυπουργός που, το 2005, τόλμησε να κάνει δημοσία λόγο για τους Κούρδους. Τώρα όμως επέστρεψε στα βήματα των προκατόχων του. Επαυσε να μιλάει για τα « πολιτιστικά δικαιώματα» των μειονοτήτων, αγνοεί τις αυθαιρεσίες της αστυνομίας και μιλάει τη «γλώσσα των στρατηγών». Μάλιστα πολύ πρόσφατα απευθυνόμενος σε Κούρδους μίλησε για « ένα έθνος, μία σημαία,μία χώρα» και « όποιου δεν του αρέσει,να φύγει».

Εχασε, λοιπόν, ο κ. Ερντογάν το ενδιαφέρον του να φέρει την Τουρκία κοντά στην Ευρώπη; ΄Η μήπως αυτός ο ισλαμιστής- διερωτάται το περιοδικό «Der Spiegel»- θέλει συμμαχία με τους στρατιωτικούς, αφού η κυβέρνησή του μόλις διέφυγε την ανατροπή την περασμένη άνοιξη; Ο κ. Ερντογάν πράγματι είναι πρόθυμος να υποστηρίξει τους στρατηγούς που θέλουν «έλεγχο στον Τύπο και στην ενημέρωση». Στη διένεξη μεταξύ του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων Ιλκέρ Μπασμπούγκ με την «Τaraf», μια μικρής κυκλοφορίας εφημερίδα, ο κ. Ερντογάν υποστήριξε τον στρατηγό. Η «Τaraf» είχε δημοσιεύσει ντοκουμέντα που αποκάλυπταν ότι ο Στρατός γνώριζε εκ των προτέρων για μια επίθεση των Κούρδων κατά φυλακίου στα ιρακινά σύνορα. Δεκαεπτά στρατιώτες σκοτώθηκαν τότε. Οι στρατιωτικοί δεν πήραν μέτρα θέλοντας να αναθερμανθεί η λαϊκή οργή εναντίον των Κούρδων. Ποια ήταν η απάντηση του στρατηγού Μπασμπούγκ; Οποιοι δημοσιεύουν τέτοια κείμενα «είναι εν μέρει υπεύθυνοι για την αιματοχυσία» δήλωσε. Και απείλησε να κλείσει την εφημερίδα. Τι έκανε ο κ. Ερντογάν; Γενίκευσε την απειλή: «Προσέξτε καλά» είπε στους δημοσιογράφους. «Η ηρεμία του κόσμου έχει μεγαλύτερη αξία από την ελευθερία του Τύπου» τους προειδοποίησε. Πριν από λίγες εβδομάδες έδωσε εντολή στην Υπηρεσία Ενημέρωσης να ακυρώσει τις διαπιστεύσεις επτά δημοσιογράφων του οργανισμού ΜΜΕ Dogan. Τον Σεπτέμβριο είχε ζητήσει από τον τουρκικό λαό να μποϊκοτάρει τις μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδες του οργανισμού «Ηurriyet», «Μilliyet» και «Ρosta»: Το «Spiegel» αποκαλύπτει τους λόγους αυτής της πρωθυπουργικής παρέμβασης.

Το συγκρότημα Dogan δημοσίευσε συγκεκριμένα στοιχεία για « πιθανή» ανάμειξη του κόμματος του Ερντογάν σε σκάνδαλο σχετικό με κάποιες πολιτικές εισφορές από τη Γερμανία. Δικαστήριο της Φραγκφούρτης είχε καταδικάσει μέλη της παραθρησκευτικής οργάνωσης Deniz Feneri για την οικειοποίηση εμβασμάτων συνολικής αξίας 18 εκατ. ευρώ Γερμανών τουρκικής καταγωγής τα οποία κατέληξαν « στο περιβάλλον του κυβερνητικού κόμματος».

Oκ. Ερντογάν άρχισε όμως να λέγει και ψέματα στον λαό του. Επί πολλές εβδομάδες ο ίδιος, οι υπουργοί του ακόμη και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Αμπντουλάχ Γκιουλ διατείνονταν ότι η Τουρκία έμενε ανέπαφη από την παγκόσμια οικονομική κρίση, ότι κανένας δεν έπρεπε να φοβάται διότι της είχε γίνει μάθημα η κρίση του 2001 και άλλα παρόμοια. Αιφνιδίως ο κόσμος πληροφορήθηκε ότι η Αγκυρα άρχισε να διαπραγματεύεται μυστικά με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για δάνειο αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ, ότι εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας απειλούνται και ότι η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνεται σοβαρά. Ηδη κάποιες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κυβερνητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης θα λάβει μόλις το 34% στις δημοτικές εκλογές του προσεχούς Μαρτίου έναντι 47% που έλαβε στις εκλογές του 2007.