Η έφηβη μαθήτρια, με τα μαύρα μαλλιά λυτά στους ώμους, το σκουλαρίκι στη μύτη, ντυμένη στα ολόμαυραμπουφάν, μπλούζα, κασκόλ και παντελόνι, και φορώντας κίτρινα Αll Star, κρατάει ένα μισομαδημένο, λευκό τριαντάφυλλο και κλαίει γοερά, ψιθυρίζοντας: «Γιατί τον Αλέξη,γιατί;». Δύο φίλες της προσπαθούν να τη συνεφέρουν. Της δίνουν λίγο νερό, βρέχουν και οι ίδιες τα μάγουλά τους, που κολλούν από τα δάκρυα. «Κουράγιο, θα ζει στις καρδιές μας» λένε η μία στην άλλη και όλες μαζί στους συμμαθητές και στους φίλους. Το μήνυμα και η προτροπή «κουράγιο» διατρέχει το πλήθος, όσοι, χιλιάδες, κατέβηκαν χθες στο Δημοτικό Νεκροταφείο του Παλαιού Φαλήρου, για να αποχαιρετήσουν τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Τον Αλέξη τους, τον Αλέξη που με τον θάνατό του έγινε όλων μας. Τ ραγικές φιγούρες η μητέρα και η αδελφή του, οι οποίες δέχονταν με εγκαρτέρηση και βουβό κλάμα τα συλλυπητήρια των εκατοντάδων μαθητών, δασκάλων και καθηγητών, πολλών νέων, φοιτητών και απλών πολιτών, που θέλησαν να απευθύνουν το ύστατο «χαίρε» στον άτυχο μαθητή. Το μικρό παρεκκλήσι και ο προαύλιος χώρος του νεκροταφείου στάθηκαν πολύ μικροί σε έκταση για να χωρέσουν το μεγάλο πλήθος των συγκεντρωμένων. Μαθητές από κάθε γωνιά της Αθήνας, από τον Πειραιά, τα βόρεια και τα δυτικά προάστια κατέκλυσαν την οδό Αγίας Σοφίας, μπροστά από την κεντρική είσοδο του κοιμητηρίου, φωνάζοντας συνθήματα: «Αθάνατος, αθάνατος», «Αλέξη ζεις, εσύ μας οδηγείς» ήταν εκείνα που κυριάρχησαν, ενώ δεν έλειψαν οι αποδοκιμασίες προς τις δυνάμεις της Αστυνομίας, που κράτησαν αποστάσεις ασφαλείας από το νεκροταφείο. Οταν ένας άνδρας της Τροχαίας, οδηγώντας μοτοσικλέτα, έκανε την εμφάνισή του στο φανάρι της διασταύρωσης προς τη Δάφνη, η αντίδραση των συγκεντρωμένων μαθητών ήταν ακαριαία: «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι» και «Το αίμα κυλάει, εκδίκηση ζητάει».

Τα στεφάνια, που έστειλαν η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία, σχολεία, σύλλογοι διδασκόντων, δημοτικές και νομαρχιακές αρχές, φοιτητικές οργανώσεις και απλοί πολίτες υπήρξαν εκατοντάδες. Αίσθηση όμως προκάλεσαν δύο από αυτά συντεθειμένα από λευκά και κίτρινα τριαντάφυλλα. Ηταν εκείνα που απέστειλαν οι κρατούμενοι των Φυλακών Κέρκυρας και οι κρατούμενοι όλων των σωφρονιστικών καταστημάτων της χώρας.

Μόλις ξεκίνησε η εξόδιος ακολουθία, λίγο μετά τις 3 μετά το μεσημέρι, τα συνθήματα κόπασαν και απόλυτη σιωπή απλώθηκε στην ατμόσφαιρα. Τα δάκρυα περίσσεψαν και πολλά μαντίλια μούσκεψαν. Την ίδια στιγμή, προκάλεσαν αλγεινή εντύπωση οι διαρκείς «χαμηλές πτήσεις» του ελικοπτέρου της ΕΛ.ΑΣ. επάνω από τα κεφάλια των συγκεντρωμένων. Ο βόμβος της μηχανής δεν επέτρεπε να ακουστεί καθαρά η ακολουθία, προκαλώντας ορισμένες οργισμένες, φραστικές αντιδράσεις: «Κατεβάστε το», «Φύγετε, μπάτσοι από την κηδεία». Οι περισσότεροι όμως το αγνοούν επιδεικτικά.

Το πλήθος στην οδό Αγίας Σοφίας μεγάλωνε συνεχώς. Ορισμένοι σκαρφάλωσαν στις τσιμεντένιες μάντρες της περίφραξης προκειμένου να έχουν οπτική επαφή με τον προαύλιο χώρο του νεκροταφείου. Πολλοί μαθητές άρχισαν να αναζητούν το χώρο που θα υποδεχόταν τη σορό του 15χρονου μαθητή. «Εδώ, στα δεξιά» θα πει ένας νεαρός, με μαύρο κασκόλ και μπουφάν σε μια παρέα κοριτσιών που κινούνται σχεδόν αγκαλιασμένες, στα ολόμαυρα και αυτές. Θα αφήσουν λίγα λουλούδια, δίπλα στο χώμα, και θα σταθούν δακρυσμένες για αρκετή ώρα.

Το πλήθος άρχισε να διαλύεται, αλλά υπήρχαν πολλοί που παρέμεναν να προσκυνήσουν στο μνήμα του εφήβου, ως επί το πλείστον μαθητές, εκεί κοντά στην ηλικία του Αλέξανδρου.

«Ο Αλέξης πια είναι δικός μας» μάς λέει ένας νεαρός λίγα μέτρα πιο πάνω, που κατευθύνεται πεζός προς τη Δάφνη. «Πώς να στο πω, μας ανήκει και του “ανήκουμε”. Γιατί ποια κοινωνία, ποια πολιτεία μπορεί να ανεχθεί να πυροβολούνται τα παιδιά της, το μέλλον της, έτσι για τον ΄΄τσαμπουκά΄΄» συνεχίζει και καταλήγει, λίγο προτού ξεκλειδώσει το ποδήλατό του για να φύγει: «Αν κάποιοι θέλουν να φτιαχτεί μια κοινωνία που να τρώει τα παιδιά της,σαν τον Κρόνο, η γενιά μας θα αποδειχθεί ότι δεν είναι για τα δόντια της».

Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
«Οταν ο πόνος ραγίζει την καρδιά, τότε τα λόγια είναι φτωχά»

ΕΡΑ/ΟRΕSΤΙS ΡΑΝΑGΙΟΤΟU Μετά την εξόδιο ακολουθία πολλοί παρέμειναν να προσκυνήσουν στο μνήμα του εφήβου, ως επί το πλείστον μαθητές

«Οταν ο πόνος ραγίζει και ματώνει την καρδιά, τότε τα λόγια είναι φτωχά και το στόμα σιωπά». Με αυτά τα λόγια έκλεισε την εξόδιο ακολουθία ο ιερέας, προσθέτοντας λόγια παρηγοριάς προς την οικογένεια του Αλέξανδρου. Οσοι βρίσκονταν στο εσωτερικό άρχισαν να ανοίγουν διάδρομο. Συμμαθητές και φίλοι του Αλέξανδρου σήκωσαν στους ώμους τους το πάλλευκο φέρετρο με τη σορό του, και με βήματα αργά κατευθύνθηκαν προς την έξοδο. Μόλις πρόβαλαν από το εσωτερικό η ιαχή «Αθάνατος» κατέκλυσε την ατμόσφαιρα, μαζί με χειροκροτήματα. «Κρίμα το παλικάρι» λέει ανάμεσα στα αναφιλητά της μια μεσόκοπη κυρία, που πετά ένα λευκό γαρίφαλο προς το φέρετρο.

Οι συγκεντρωμένοι ακολούθησαν την πομπή, ενώ η μητέρα του Αλέξανδρου υποβασταζόμενη προσπαθούσε να κρατήσει σταθερά τα βήματά της. Μόλις ακούμπησαν το φέρετρο στο έδαφος λουλούδια, ανθοδέσμες, μικρά μπουκέτα έπεσαν βροχή. Οι εκατοντάδες που βρίσκονταν εκτός του νεκροταφείου προσπαθούσαν να προσεγγίσουν το πρόχειρο μνήμα του έφηβου μαθητή. Αλλοι κρατούσαν λουλούδια, άλλοι μικρά αναμνηστικά, ένας είχε φέρει ένα κασκόλ του Παναθηναϊκού, της αγαπημένης ομάδας του Αλέξανδρου. Χωρίς εκνευρισμό, χωρίς σπρωξίματα, παρά το αδιαχώρητο που επικρατούσε στην πύλη, κινήθηκαν σταθερά προς την «τελευταία κατοικία» του άτυχου μαθητή. Τα μάτια κατακόκκινα, με μια σπάνια όμως λάμψη αποφασιστικότητας. «Είσαι σύμβολο, Αλέξη, οι μέρες αυτές είναι δικές σου» κραυγάζει ένας νεαρός.