Υστερα από τρεις ημέρες βίας και αναταραχής, δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει κατά πόσον ο φόνος του νεαρού μαθητή στα Εξάρχεια ήταν αποτέλεσμα συνειδητής ενέργειας (ασύγγνωστης;) ταραχής ή ωμής αστυνομικής βίας. Είναι, αντιθέτως, μάλλον ξεκάθαρο ότι στον θάνατο του νεαρού οδήγησε μια σειρά συνθηκών οι οποίες δεν ήταν «τυχαίες», αν μη τι άλλο υπό την έννοια ότι δεν καταβλήθηκε σοβαρή προσπάθεια να αποτραπούν. Εκατέρωθεν. Από τη μία πλευρά επιδείχθηκε ανοχή, αν δεν ενθαρρύνθηκε μια αστυνομική τακτική ελλειμματικού σεβασμού προς τις ατομικές ελευθερίες και αυθαιρεσίας έκδηλης σε πλήθος περιστατικών- από την υπόθεση της «ζαρντινιέρας» ως την άκριτη χρήση δακρυγόνων και την άνευ αιτίας σύλληψη φοιτητών (θυμίζω τους 49 αθωωθέντες σπουδαστές του 2007), χωρίς περίσκεψη για τις συνέπειες. Από την άλλη, μέρος του πολιτικού κόσμου, μικρό ίσως αλλά με ισχυρή απήχηση στον εκπαιδευτικό χώρο- και δη ο ΣΥΡΙΖΑ-, επέλεξε να επαινέσει τις καταλήψεις και τις διαδηλώσεις φοιτητών και μαθητών υποστηρίζοντας την «επαναστατική γυμναστική», χωρίς να αναλογίζεται μήπως με αυτόν τον τρόπο λάμβαναν έμμεσα- και αθέλητα- μηνύματα υποστήριξης και ομάδες με άκρως προβληματικές ροπές «εξέγερσης».

Ο συνδυασμός των δύο αυτών προσεγγίσεων προκάλεσε σχετική πύκνωση των τάξεων των «κουκουλοφόρων» παρέχοντας κάποια πολιτική νομιμοποίηση σε εκδηλώσεις ως τότε περιθωριακές. Το αποτέλεσμα το είδαμε. Ο θάνατος ενός παιδιού πυροδότησε εκδηλώσεις καταστροφής και δήωσης, πυρπολήσεις και κλοπές, που ζημιώνουν χιλιάδες ανυποψίαστους χωρίς να παράγουν κατ΄ αποτέλεσμα τίποτε άλλο από οργή του πληθυσμού για την αταξία και διάλυση στον τόπο.

Οι παλαιότεροι θα είχαμε τη, δικαιολογημένη ίσως, τάση να ερμηνεύσουμε τα τεκταινόμενα ως προβοκάτσια. Προκλητικές κινήσεις και μετά ένας φόνος, ώστε να προκληθεί καταστροφή και να συσπειρωθούν, φοβισμένοι και οργισμένοι, οι υπέρ του νόμου και της τάξεως. Οι ενδείξεις όμως δεν συνηγορούν. Προβοκάτσιες ασφαλώς μπορεί να γίνονται, εγκάθετοι να υπάρχουν, όμως το μέσο προφίλ θυτών και θυμάτων- όπως και η πολιτική επίπτωση- δεν δείχνει πράγματα τόσο ευθύγραμμα και οργανωμένα, αλλά μάλλον ότι η εκατέρωθεν επιπολαιότητα και κοντόθωρη τακτική εκτρέφουν εκδηλώσεις καταστροφής χωρίς σαφή πολιτικό στόχο και αξιόλογη στήριξη- και αυτό σε μια περίοδο όπου η χώρα έχει ανάγκη απόλυτου συντονισμού για την αντιμετώπιση μιας κρίσης με ενδεχόμενες συντριπτικές επιπτώσεις.

Το αποτέλεσμα είναι αμφίπλευρα βλαπτικό. Ούτε η αστυνομική αυθαιρεσία περιορίζεται ούτε η δράση των ανεξέλεγκτων καταστροφέων περιστέλλεται. Από θεσμική άποψη και τα δύο είναι εξίσου σοβαρά. Από πραγματική, δυστυχώς προέχει το δεύτερο. Οση και αν είναι η έλλειψη νομιμότητας και επαγγελματισμού της Ελληνικής Αστυνομίας, είναι δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι η Ελλάδα τού σήμερα είναι χώρα αστυνομοκρατούμενη ή δεσποτική. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τα συμπτώματα διάλυσης της λειτουργίας του κράτουςκαι ιδιαίτερα των πανεπιστημίων και των σχολείων: αυτά έχουν φθάσει σε προβληματικό σημείο.

Είναι πολύ δύσκολο να το σημειώνει κανείς αυτό την επαύριον του θανάτου ενός παιδιού, όμως το ζήτημα για τη χώρα υπερβαίνει τα όρια αυτής της τραγωδίας και φαίνεται να ανιχνεύεται, πιο πολύ από τις ενδείξεις αστυνομικής αυθαιρεσίας, σε εκείνες μιας γενικευμένης σύγχυσης και έλλειψης μέτρου. Σύγχυσης που οδηγεί στο να μη γνωρίζει κανείς ποιοι είναι οι εξεγειρόμενοι, ούτε καν αν έχουν καθαρή εικόνα οι ίδιοι για την αιτία της εξέγερσής τους. Ελλειψης μέτρου, που επιτείνει την παρακμή των δημόσιων εκπαιδευτικών φορέων μέσω κινητοποιήσεων που επιδιώκουν ακριβώς να διαμαρτυρηθούν γι΄ αυτήν.

Αντιλαμβάνομαι ότι ίσως ακούγεται πολύ «συντηρητικό», αισθάνομαι όμως ότι το προέχον ζήτημα για τη χώρα είναι να σταματήσει αυτό το άθλιο χάλι. Το να καεί το σύμπαν είναι εντελώς ακατάλληλη απόδοση δικαιοσύνης για τον θάνατο ενός νέου.