Μαστός και προστάτης: σήματα κατατεθέντα του γυναικείου και του ανδρικού σώματος αντιστοίχως, τα οποία όταν «πληγούν» μπορούν να στοιχίσουνσε κάποιες περιπτώσεις- την ίδια τη ζωή. Είναι όμως έτσι ακριβώς τα πράγματα; Οχι, σύμφωνα με νέα στοιχεία που είδαν πριν από μερικές ημέρες το φως της δημοσιότητας και τα οποία, αν μη τι άλλο, ρίχνουν «λάδι στη φωτιά» που έχει ανάψει εδώ και έτη μεταξύ των ειδικών σχετικά με τη διάγνωση και την ενδεχόμενη λανθασμένη «υπερδιάγνωση» διαφορετικών μορφών καρκίνου. Πρόσφατη μελέτη νορβηγών ειδικών έδειξε ότι η τακτική υποβολή των γυναικών σε μαστογραφία οδηγεί σε επιθετικές θεραπευτικές προσεγγίσεις ενάντια σε όγκους που θα «εξαφανίζονταν» μόνοι τους με φυσικό τρόπο.

Την ίδια στιγμή στη Γαλλία 200 γιατροί ζητούν να σταματήσουν στη χώρα τους οι καμπάνιες προώθησης της ανίχνευσης του καρκίνου του προστάτη αφού, όπως υποστηρίζουν, αυτού του είδους η στρατηγική ενδελεχούς ελέγχου κάθε άλλο παρά… προστατεύει τον προστάτη και μαζί τη ζωή των ανδρών, κυρίως των μεγαλύτερων σε ηλικία. Αν το σήμα κατατεθέν της σωστής ιατρικής πρακτικής είναι η έγκαιρη διάγνωση νόσων όπως ο καρκίνος, υπάρχουν οι αμφισβητίες που καταθέτουν μια διαφορετική άποψη η οποία έχει τη φιλοσοφία «ό,τι δε μας σκοτώνει μπορεί να μη μας σκοτώσει ποτέ». Σύμφωνα πάντως με τους έλληνες ειδικούς, το ορθό είναι να χρησιμοποιούμε τα διαγνωστικά «όπλα» που έχουμε στα χέρια μας με τον σωστό τρόπο και στις σωστές ομάδες γυναικών και ανδρών. Αυτό πρέπει να αποτελεί την πυξίδα των γιατρών και το σήμα κατατεθέν του σκεπτικού τους…

Η αιρετική μελέτη
Μια μελέτη που ξεσήκωσε έντονες αντιδράσεις είδε πριν από λίγες ημέρες το φως της δημοσιότητας μέσω δημοσίευσης στο επιστημονικό έντυπο «Αrchives of Ιnternal Μedicine». Ειδικοί του Τμήματος Επιδημιολογίας στο Νορβηγικό Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας στο Οσλο ανέφεραν, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι η συχνή υποβολή των γυναικών σε μαστογραφία μπορεί να λειτουργήσει ως μπούμερανγκ για την υγεία τους, οδηγώντας σε επιθετικές θεραπείες ενάντια σε όγκους οι οποίοι αν δεν είχαν ανιχνευθεί θα είχαν εξαφανιστεί με φυσικό τρόπο από τον οργανισμό. Οι ερευνητές κατέληξαν στα αμφιλεγόμενα, σύμφωνα με πολλούς ειδικούς, συμπεράσματά τους, μελετώντας δύο ομάδες γυναικών από τη Νορβηγία, προτού και μετά την υιοθέτηση εθνικού προγράμματος διεξαγωγής μαστογραφιών στον πληθυσμό της χώρας το 1996. Η μια ομάδα, η οποία περιελάμβανε 119.000 γυναίκες ηλικίας 50-64 ετών, υποβαλλόταν σε μαστογραφία κάθε δύο χρόνια- συνολικά οι γυναίκες αυτές υποβλήθηκαν σε τρεις μαστογραφίες μεταξύ του 1996 και του 2001. Οι ερευνητές συνέκριναν τη συγκεκριμένη ομάδα με μια δεύτερη ομάδα περίπου 110.000

γυναικών που ήταν 50-64 ετών το 1992 αλλά δεν υποβάλλονταν σε μαστογραφίες ρουτίνας. Οι γυναίκες αυτές υποβλήθηκαν σε μία μόνο μαστογραφία το 1997.

Τα αποτελέσματα που προέκυψαν δε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μη αναμενόμενα, αφού υπάγονται στον κανόνα του «όποιος ψάχνει, βρίσκει»: στην ομάδα των γυναικών που υποβαλλόταν τακτικά σε μαστογραφία παρουσιάστηκαν περισσότερες περιπτώσεις διηθητικού καρκίνου του μαστού. Ωστόσο, στο τέλος της εξαετούς περιόδου οι περιπτώσεις διηθητικού καρκίνου του μαστού συνέχιζαν να είναι 22% περισσότερες στην ομάδα της συχνής υποβολής σε εξέταση, αν και οι ερευνητές περίμεναν ότι ο αριθμός αυτός θα εξισωνόταν μεταξύ των δύο ομάδων. Συγκεκριμένα, για κάθε 100.000 γυναίκες που εξετάζονταν τακτικά, 1.909 φάνηκε να έχουν διηθητικό καρκίνο του μαστού, ενώ στις γυναίκες που δεν υποβάλλονταν σε τακτικές διαγνωστικές εξετάσεις ο αριθμός αυτός δεν ξεπερνούσε τις 1.564. Οι ερευνητές απέδωσαν την καταγραφόμενη διαφορά στην αυτοΐαση ενός ποσοστού των διηθητικών καρκίνων στην ομάδα των γυναικών που δεν είχαν υποβληθεί σε πολλαπλές μαστογραφίες. Πιθανότατα οι καρκίνοι αυτοί «αυτοθεραπεύθηκαν» μέσα στην εξαετία, σύμφωνα με τους νορβηγούς επιστήμονες.

Αυτο-θεραπεύεται ο καρκίνος;

Οι ερευνητές, επικεφαλής των οποίων ήταν οΠερ-Χένρικ Σαλ, υπογράμμισαν ότι δεν μπορούν να δώσουν μια βιολογική εξήγηση για τα ευρήματά τους. Παραδέχθηκαν ότι πολλοί ειδικοί θα υποδέχονταν με σκεπτικισμό τα αποτελέσματα, παρέθεσαν ωστόσο 32 δημοσιευμένες περιπτώσεις αυτοΐασης καρκίνου του μαστού (αριθμός που πρέπει να σημειωθεί ότι είναι μικρός για μια τόσο κοινή νόσο η οποία αποτελεί έναν από τους κύριους «εχθρούς» των γυναικών).

Κάποιοι επιστήμονες φάνηκαν να πείθονται. Ο δρΡόμπερτ Κάπλαν, διευθυντής του Τμήματος Υγιεινής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας και ο συνάδελφός του στο Πανεπιστήμιο της Ουλμ δρΦραντζ Πόρζσολτεπεσήμαναν σε συνοδευτικό άρθρο της μελέτης ότι«αν η υπόθεση της αυτοθεραπείας της νόσου επαληθευθεί,πρέπει να προχωρήσουμε σε επανεξέταση εις βάθος των ερευνητικών και θεραπευτικών προσεγγίσεων όσον αφορά τον καρκίνο του μαστού».

Αλλοι ειδήμονες του κλάδου ήταν πάλι επικριτικοί. ΟΜπομπ Σμιθ, διευθυντής του Προγράμματος Ελέγχου για τον Καρκίνο της Αμερικανικής Αντικαρκινικής Εταιρείας ανέφερε ότι η ομάδα του Σαλ παρερμήνευσε τα στοιχεία και εξέφρασε τις αμφιβολίες του σχετικά με το ενδεχόμενο αυτοθεραπείας καρκινικών όγκων του μαστού.

«Φαντάζομαι ότι υπάρχουν ακόμη κάποιοι άνθρωποι που πιστεύουν ότι η Γη είναι επίπεδη,ωστόσο δεν είναι πλέον τόσο μεγάλος ο αριθμός τους.Σε κάθε περίπτωση συμβαίνει καθημερινά να δημοσιεύονται έρευνες που έχουν πάρει το θέμα λάθος». «Καταστροφική» πρόταση

Αν και μια νέα ανατρεπτική μελέτη αναφέρει ότι οι πολλές μαστογραφίες οδηγούν σε επιθετικές θεραπείες ενάντια σε όγκους που θα «αυτο-θεραπεύονταν», οι ειδικοί τονίζουν ότι οι γυναίκες δεν πρέπει να… γυρίζουν την πλάτη στις διαγνωστικές εξετάσεις του μαστού που αποτελούν το «διαβατήριο» για μια υγιή ζωή

Με την τελευταία αυτή άποψη φάνηκε να συμφωνεί και ο κ.

Χρ.Μαρκόπουλος , αναπληρωτής καθηγητής της Χειρουργικής και πρόεδρος της Ελληνικής Χειρουργικής Εταιρείας Μαστού με τον οποίον ήλθε σε επαφή «Το Βήμα».

«Δεν υπάρχει τρόπος επιβεβαίωσης της μελέτηςώστε να μπορούμε να πούμε ότι έδωσε ασφαλή συμπεράσματα,καθώς βασίζεται σε υποθέσεις σχετικά με την ύπαρξη όγκων που αυτοθεραπεύτηκαν στη μια ομάδα γυναικών».

Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον κ. Μαρκόπουλο, η τακτική που προτείνεται από τη μελέτη των Νορβηγών «είναι καταστρεπτική.

Η βελτίωση των απεικονιστικών μεθόδων έχει πράγματι οδηγήσει σε περισσότερες βιοψίες. Δε μπορούμε όμως να αφήνουμε όγκους που έχουν εντοπιστεί να αυτοϊαθούν,καθώς δεν μπορούμε καν να γνωρίζουμε αν θα συμβεί αυτό». Ο καθηγητής σημειώνει ότι η μαστογραφία είναι αυτή τη στιγμή το πιο δυνατό διαγνωστικό «χαρτί» για τον εντοπισμό και την έγκαιρη θεραπεία του καρκίνου του μαστού. Πράγματι, παρά τα όποια μειονεκτήματά της, η μαστογραφία αποτελεί το ισχυρότερο «όπλο» που έχουν στα χέρια τους γιατροί και γυναίκες, σημείωσε από την πλευρά του στο «Βήμα» και ο κ.

Ευ.Φιλόπουλος, γενικός γραμματέας της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας και αναπληρωτής διευθυντής της Κλινικής Μαστού στο Νοσοκομείο «Αγ. Σάββας».

«Είναι γεγονός ότι η μαστογραφία μπορεί να δώσει ύποπτα ευρήματα τα οποία οδηγούν σε περαιτέρω εξετάσεις ή χειρουργείο (βιοψία) χωρίς να επιβεβαιωθούν στην ιστολογική εξέταση.Είναι επίσης γεγονός ότι η μαστογραφία μπορεί να δείξει καρκίνους οι οποίοι δεν θα αναπτύσσονταν σε επιθετική μορφή κατά τη διάρκεια της ζωής μιας γυναίκας.Δεν έχει βρεθεί όμως καλύτερη εξέταση από τη μαστογραφία για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου,η οποία έχει προσφέρει σημαντικές βελτιώσεις τόσο στην επιβίωση όσο και στην ποιότητα ζωής των γυναικών».

Η κλινική εξέταση, η αξιολόγηση του ιστορικού και των άλλων παραγόντων που μπορούν να επηρεάσουν την εμφάνιση ενός καρκίνου του μαστού αποτελούν δείκτη σχετικά με το πόσο συχνά πρέπει να γίνεται μαστογραφία σε γυναίκες άνω των 40 ετών. Η πιο διαδεδομένη πρακτική την οποία συστήνουν όλες οι επιστημονικές εταιρείες είναι εξέταση με μαστογραφία κάθε ένα ή δύο χρόνια και κάθε χρόνο κλινική εξέταση μετά το 40ό έτος της ηλικίας, σύμφωνα με τον κ. Φιλόπουλο. Στις μικρότερης ηλικίας γυναίκες μπορεί να γίνει μαστογραφία αν υπάρξουν ύποπτα ευρήματα από την ψηλάφηση ή τον υπέρηχο ή αν η γυναίκα έχει βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό. Κάτω τα χέρια απ΄ τον προστάτη!
Τις τελευταίες ημέρες, όμως, δεν βρέθηκαν στο στόχαστρο των ειδικών μόνο οι μαστικοί αδένες. Βρέθηκε και άλλος ένας μικρός αδένας που βρίσκεται μεταξύ της ουροδόχου κύστεως και της ουρήθρας και είναι κυριολεκτικώς γένους… αρσενικού. Ο προστάτης, περί ου ο λόγος, διαδραματίζει τεράστιο ρόλο σε βασικές λειτουργίες του οργανισμού των ανδρών, συμβάλλοντας στον έλεγχο της ούρησης αλλά και στη γονιμότητα του άνδρα, αφού εμπλέκεται στον εφοδιασμό του σπέρματος με χρήσιμα συστατικά και στη διαδικασία της εκσπερμάτισης. Μια ομάδα 200 γάλλων γιατρών διαφορετικών ειδικοτήτων όπως γενικοί γιατροί, επιδημιολόγοι και ακτινολόγοι δημοσίευσαν στην ιστοσελίδα του γαλλικού ιατρικού φόρουμ Αtoute ένα μανιφέστο με τίτλο «Τouche pas a ma prostate» («Μην αγγίζεις τον προστάτη μου» ή, σε ελεύθερη μετάφραση, «Κάτω τα χέρια από τον προστάτη μου». Το μανιφέστο βρίσκεται στη διεύθυνση www. atoute. org/n/article108. html). Μέσω της δημοσίευσής τους οι γιατροί ζητούν να σταματήσουν οι καμπάνιες σχετικά με την επιθετική ανίχνευση του καρκίνου του προστάτη και σημειώνουν:

«Με αυτό το μανιφέστο απαιτούμε να σταματήσουν οι καμπάνιες προώθησης της ανίχνευσης,οι οποίες διοργανώνονται από μια επιχείρηση επικοινωνίας χρηματοδοτούμενη από τη φαρμακοβιομηχανία και κυρίως από τις εταιρείες που πουλούν φάρμακα για την αντιμετώπιση των παθήσεων,αλλά και του καρκίνου του προστάτη».

Πρέπει να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με τα αμφιλεγόμενα ευρήματα για τον καρκίνο του μαστού, το μανιφέστο των γάλλων γιατρών φαίνεται να έχει βαθιές επιστημονικές ρίζες και τη στήριξη πολλών ειδικών. Εδώ και αρκετό καιρό επιδημιολόγοι, επιστημονικές εταιρείες και διεθνείς οργανισμοί έχουν εκφράσει τις επιφυλάξεις τους σχετικά με τους επιθετικούς ελέγχους για τον καρκίνο του προστάτη, δεδομένου ότι στους μεγαλύτερους σε ηλικία άνδρες η νόσος μπορεί να αποτελεί «σύντροφο» του ασθενούς επί έτη χωρίς ποτέ να απειλήσει τη ζωή του. Αν και πράγματι σε ένα γενικό πλαίσιο όσο νωρίτερα εντοπιστεί μια νόσος τόσο πιο εύκολη είναι η αντιμετώπισή της, στον καρκίνο του προστάτη δεν φαίνεται να ισχύει το ίδιο, λένε οι ειδήμονες. Πρόκειται για έναν πολύ συχνά εμφανιζόμενο καρκίνο: εκτιμάται ότι στους 60χρονους ένας στους δύο ή στους τρεις άνδρες αποτελεί σιωπηλό «φορέα» προστατικών καρκινικών κυττάρων. Στα 90 έτη σχεδόν το 100% των ανδρών «φιλοξενεί» τέτοια κύτταρα στον προστάτη του. Ορισμένοι όγκοι είναι πράγματι επιθετικοί και μπορούν να σκοτώσουν μέσα σε ένα με δύο χρόνια από τη διάγνωση, ωστόσο άλλοι «συζούν» με τον άνδρα επί έτη χωρίς να εξαπλώνονται. Παράλληλα η θνησιμότητα εξαιτίας καρκίνου του προστάτη εκτιμάται μεταξύ 1% και 3%- όπως δείχνουν και τα ποσοστά δεν πρόκειται για έναν «αντίπαλο» με τόσο άγριες διαθέσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2002 στην επιθεώρηση «Νew Εngland Journal of Μedicine» και η οποία συνέκρινε τα ποσοστά επιβίωσης μεταξύ 700 Αμερικανών με ήπιο καρκίνο του προστάτη πρώιμου σταδίου έδειξε ότι δεν υπήρχαν διαφορές στη θνησιμότητα μεταξύ της ομάδας που υπεβλήθη σε ριζική προστατεκτομή (αφαίρεση δηλαδή του οργάνου) και εκείνης στην οποία οι γιατροί απλώς προχώρησαν σε συντηρητική παρακολούθηση της κατάστασης.

Σωστή χαρακτηρίζει την τοποθέτηση των γάλλων συναδέλφων του μιλώντας στο «Βήμα» ο κ.

Β.Ρώμπης, διευθυντής της Ουρολογικής Κλινικής του Ιπποκρατείου Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης και νεοεκλεγείς πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας, ο οποίος αναμένεται να αναλάβει καθήκοντα από τις αρχές του 2009.

«Πρόκειται για ορθή άποψη.Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι στη χώρα μας ουσιαστικώς δεν ακολουθούνται αυστηρά συγκεκριμένες οδηγίες και εναπόκειται περισσότερο στον κάθε ειδικό ο έλεγχος του προστάτη του ασθενούς του. Δεν υπάρχει η τακτική των σαρωτικών ελέγχων του πληθυσμού όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες». Ο έλληνας ειδικός παραδέχεται ότι πράγματι υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες γίνονται υπερβολές σε ό,τι αφορά την εξέταση και θεραπεία ιδιαιτέρως μεγαλύτερων σε ηλικία ανδρών.

«Σε ηλικίες άνω των 80 ετών ακόμη και αν εμφανιστεί καρκίνος του προστάτη η εξέλιξη της νόσου είναι τόσο βραδεία ώστε να μην απειλεί τη ζωή του ασθενούς.Δε θα έπρεπε να ακολουθούνται επιθετικές θεραπείες ακόμη και αν διαγνωστεί με καρκίνο ένας άνδρας σε αυτή την ηλικία».

Στο στόχαστρο το ΡSΑ
Μεγάλη συζήτηση γίνεται επίσης επί έτη σχετικά με την ακρίβεια και την αποτελεσματικότητα του ειδικού προστατικού αντιγόνου (Ρrostate Specific Αntigen, ΡSΑ, η μέτρηση του οποίου στο αίμα αποτελεί κύριο δείκτη για την υγεία του προστάτη) στην ανίχνευση του καρκίνου, καθώς δεν είναι λίγοι οι ειδικοί που αναφέρουν ότι τα αποτελέσματα μπορεί να είναι παραπλανητικά. Ο κ. Ρώμπης σημειώνει ότι πράγματι αυτή η άποψη έχει βάση αλήθειας, υπογραμμίζει όμως παράλληλα ότι«το ΡSΑ είναι ο καλύτερος δείκτης που έχουμε αυτή τη στιγμή στα χέρια μας».

Σήμερα οι γιατροί θεωρούν ότι επίπεδα του αντιγόνου μεγαλύτερα των 4 ng/ml (νανογραμμάρια/χιλιοστόλιτρο) μπορούν να αποτελούν ένδειξη καρκίνου. «Ανάλογα όμως με τις οδηγίες των διαφορετικών αρμοδίων φορέων,σε κάποιες χώρες γίνεται βιοψία και με χαμηλότερα επίπεδα ΡSΑ». Ο γιατρός τονίζει ότι οι μεγάλες διακυμάνσεις του αντιγόνου μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα σε συνδυασμό με κάποιους άλλους παράγοντες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από ασθενείς και ειδικούς.

Για υπερδιάγνωση της νόσου, ιδιαιτέρως σε άνδρες μεγαλύτερους των 70-75 ετών, κάνει λόγο και ο κ. Χ.Δεληβελιώτης, καθηγητής της Ουρολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

«Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ηλικίες άνω των 70 ετών η πιθανότητα ανίχνευσης καρκίνου σε ασυμπτωματικούς ασθενείς είναι 70%80%.Ωστόσο στην πλειονότητά τους οι καρκίνοι αυτοί έχουν πολύ βραδεία εξέλιξη». Σύμφωνα με τον καθηγητή, σήμερα συνιστάται η ετήσια δακτυλική εξέταση καθώς και ο ετήσιος έλεγχος του ΡSΑ σε όλους τους άνδρες άνω των 50 ετών- στις περιπτώσεις βεβαρημένου οικογενειακού ιστορικού οι εξετάσεις αυτές πρέπει να γίνονται ετησίως από την ηλικία των 45 ετών.

«Και στους άνδρες άνω των 70-75 ετών πρέπει να γίνονται αυτές οι εξετάσεις,ωστόσο αν ανιχνευθεί καρκίνος δεν πρέπει να ακολουθείται επιθετική θεραπεία.Συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις είναι προτιμότερη η φαρμακευτική αγωγή ή η ακτινοβολία και όχι η προστατεκτομή.Ολα βέβαια εξαρτώνται από το στάδιο της νόσου».

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η διάγνωση σώζει ζωές. Η σωστή χρονικά διάγνωση ακόμη περισσότερες, όπως επίσης και η θεραπεία ή η… μη θεραπεία ανάλογα με την περίσταση. Ετσι, λοιπόν, τα σήματα κατατεθέντα της ιατρικής πρακτικής ίσως πρέπει σε περιπτώσεις όπως εκείνη ορισμένων ασθενών με προστάτη να αλλάξουν για την… προστασία της ζωής τους.