O τρόμος πάνω απ΄ την πόλη ξανά. Η τρομοκρατική «εισβολή» στη Βομβάη και τα δεκάδες θύματα που άφησε πίσω της αναζωπυρώνουν τους παγκόσμιους φόβους για την τρομοκρατική απειλή. Μαζί με την καταδίκη του γεγονότος οι αναλυτές και οι επίσημες ανακοινώσεις άρχισαν να αναφέρονται σε νέες μορφές τρομοκρατίας, σε νέα modus operandi, σε νέες απειλές και στη σχέση του Πακιστάν με τις επιθέσεις. Οι «εκτιμήσεις κινδύνου» για το ζήτημα περιορίστηκαν και πάλι στα ζητήματα υψηλής πολιτικής και η «εισβολή» αναλύεται ξανά σε περιβάλλον εργαστηρίου, αποκομμένη από την πραγματικότητα που επικρατεί στην περιοχή. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό λάθος(;) των αναλύσεων για τις σύγχρονες μορφές τρομοκρατίας: ότι η εκδήλωσή τους εντάσσεται και αναλύεται στο πλαίσιο της διεθνούς γεωπολιτικής και μόνον οι συνέπειές τους εκτιμώνται από αυτή την οπτική. Ετσι τίθενται εκτός πεδίου ανάλυσης οι τοπικές κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις τέτοιων επιθέσεων οι οποίες κινητοποιούν τους ίδιους τους δράστες, αφού ακόμα και οι θρησκευτικές διαφορές και συγκρούσεις μας φαίνονται πλήρως ακατανόητες και πάντως υπερβολικές για να «νομιμοποιήσουν» μαζικούς ή επιλεκτικούς φόνους και επιθέσεις. Ωστόσο, αλλάζοντας λίγο τη θέση από την οποία παρατηρούμε τα γεγονότα, τα ζητήματα αυτά μπορούν να πάρουν ένα άλλο νόημα ακόμα και στο μυαλό ενός δυτικού.
Από τις ως τώρα δημοσιευμένες πληροφορίες προκύπτει ότι στην περίπτωση της Βομβάης οι δράστες ήταν μουσουλμάνοι, με συγκροτημένη ιδεολογία (θρησκευτική και πολιτική) και μάλλον μορφωμένοι, καθώς αναφέρεται ότι προέρχονταν από φοιτητικές ομάδες- αδελφότητες. Πρόκειται επομένως για νέους ανθρώπους, οι οποίοι αποφάσισαν να επιβάλουν τον δικό τους «νόμο», έναν νόμο αίματος εναντίον οποιουδήποτε.
Σε μια δεύτερη ανάγνωση όμως τα συμπεράσματα ενδεχομένως διαφοροποιούνται και καταλήγουμε ότι οι επιθέσεις δεν ήταν ακριβώς εναντίον οποιουδήποτε. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι στην ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή της Βομβάης ζουν πάνω από 20.000.000 άνθρωποι (δηλαδή δύο φορές ο πληθυσμός της Ελλάδας), ότι η πυκνότητα του πληθυσμού μέσα στην περιοχή αυτή είναι περίπου 22.000 άτομα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο και ότι πάνω από το 60% του πληθυσμού αυτού ζει σε παράγκες, οι επιθέσεις δεν ήταν εναντίον οποιουδήποτε. Είναι λάθος να προσλαμβάνεται ο συμβολισμός των επιθέσεων αυτών από τη μεριά των θυμάτων και των επισήμων κρατικών φορέων μόνον επειδή έτσι υποτιμάται ένα θεμελιώδες ζήτημα που αφορά τη σύγχρονη τρομοκρατία στις χώρες της περιφέρειας του σύγχρονου καπιταλισμού. Δηλαδή υποτιμάται το πώς βλέπουν οι μάζες των εξαθλιωμένων πληθυσμών που ζουν εκεί τους εκατομμυριούχους της περιοχής, τους δυτικούς και εγχώριους τουρίστες και επιχειρηματίες και τελικά τους τρομοκράτες που βάλλουν εναντίον όλων αυτών… Υποτιμάται ακόμη η σχέση των εξαθλιωμένων πληθυσμών με τον θάνατο και ειδικά τον πρόωρο ή ξαφνικό: αυτό που για μας είναι εξαιρετικό
γεγονός για εκείνους μπορεί να είναι μια καθημερινότητα.
Ας αναλογιστούμε τι σημαίνει σε μια περιοχή σαν τη Βομβάη να υπάρχουν 31.455 κρεβάτια στα νοσοκομεία και έτσι ενδεχομένως γίνει κατανοητή η επίθεση στο νοσοκομείο και ο μακάβριος συμβολισμός της. Δεν επρόκειτο για ένα απλό νοσοκομείο, αλλά για μαιευτήριο. Υπό τις συνθήκες που περιγράφω εδώ, ποιες γυναίκες μπορούν να γεννούν σε μαιευτήριο; Από ποιες κοινωνικές ομάδες; Τι ήθελαν να πλήξουν οι τρομοκράτες; Τη μελλοντική γενιά της μεσαίας και αστικής τους τάξης; Αλλά και σε ό,τι αφορά τα ξενοδοχεία και τους άλλους στόχους: Ποιοι μπορούν να διαμένουν και να είναι θαμώνες τέτοιων χώρων και περιοχών; Πάντως όχι τα παιδιά που μένουν στους μαχαλάδες της παραγκούπολης.
Αυτοί και άλλοι παρόμοιοι συλλογισμοί δεν παραπέμπουν, όπως ίσως κάποιοι βιαστούν να σκεφτούν, σε νομιμοποίηση πολιτική ή ηθική της τρομοκρατίας, αλλά σε πιθανές λύσεις που υπερβαίνουν τη στρατιωτική αντίδραση στην τρομοκρατία. Η στρατιωτική λύση υποτιμά τις συνθήκες που δημιουργούν τρομοκράτες και που ανάγουν ενδεχομένως τους τρομοκράτες σε υπόγειους «εθνικούς ήρωες». Και οι συνθήκες αυτές είναι συνδεδεμένες με τη φτώχεια και την κοινωνική εξαθλίωση που αναπτύσσονται όχι μόνον παράλληλα με τον πλούτο και κυρίως παράλληλα τα μυθικά πλούτη και την υπερπολυτέλεια, αλλά αναπτύσσονται στον ίδιο χώρο, στη μεγα-πόλη, έτσι ώστε οι μεν (οι φτωχοί) να βλέπουν τους δε (τους πλούσιους) να γνωρίζουν τι θα πει να ζει κάποιος στην υπερ-ευμάρεια και να έχουν μέτρο σύγκρισης για αυτό που τους συμβαίνει. Η κοινωνική εχθρότητα έτσι υπερβαίνει τα παραδοσιακά σχήματα που οργανώνονταν γύρω από την ιδέα του προλεταριάτου και των πάλαι ποτέ ταξικών αγώνων.
Οπως τονίζει ο Μike Davis στο βιβλίο του «Τhe planet of slums» (2006) η ύπαρξη των σύγχρονων μεγα-παραγκουπόλεων «…θέτει μοναδικά προβλήματα ιμπεριαλιστικής τάξης και κοινωνικού ελέγχου που η συμβατική γεωπολιτική αδυνατεί να καταγράψει. Εάν ο στόχος του “πολέμου στην τρομοκρατία” είναι να ακολουθήσει τον εχθρό στους κοινωνικούς και πολιτισμικούς του λαβυρίνθους, τότε οι φτωχές περιφέρειες των αναπτυσσόμενων πόλεων θα γίνουν τα μόνιμα πεδία μαχών του 21ου αιώνα… Εάν το Εmpire διαθέτει οργουελιανές τεχνολογίες καταπίεσης, τότε οι απόκληροι θα έχουν τους θεούς του χάους με το μέρος τους…». Μήπως τελικά η νέα τρομοκρατία είναι μια συνέπεια της νέας φτώχειας, που οι δυτικές κοινωνίες αδυνατούν να συλλάβουν τις διαστάσεις της και αρνούνται να δουν την πραγματικότητά της, καθώς σε κάθε τέτοια περίπτωση θα πρέπει να δώσουν μια εξήγηση για το πώς και γιατί πάνω από ένα δισεκατομμύριο ανθρώπων ζουν σε παράγκες στον πλανήτη;
Η κυρία Σοφία Βιδάλη είναι επίκουρη καθηγήτρια Εγκληματολογίας στο Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης.