Πολυμελής αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έρχεται στην Αθήνα στις 9 Δεκεμβρίου για να διενεργήσει ελέγχους σχετικά με το στάδιο που βρίσκεται η χώρα μας στην ενσωμάτωση συγκεκριμένων κοινοτικών οδηγιών. Η αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στα εξής:
– Στην ενσωμάτωση των κοινοτικών κανόνων για τα επαγγελματικά προσόντα. Η ΕΕ έχει υιοθετήσει ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων βάσει του οποίου κάθε ευρωπαίος πολίτης θα μπορεί να αξιοποιεί το πτυχίο του από επαγγελματική άποψη σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος της Ενωσης. Το σύστημα αυτό στηρίζεται στην αρχή ότι κάθε πολίτης που διαθέτει τα πλήρη επαγγελματικά προσόντα για την άσκηση ενός επαγγέλματος στη χώρα προέλευσής του μπορεί να ασκήσει το ίδιο επάγγελμα στο κράτος-μέλος υποδοχής. Το πρόβλημα που υπάρχει με την Ελλάδα εντοπίζεται κυρίως στη μη αναγνώριση των πτυχίων από τα κολέγια.
– Στην απελευθέρωση των υπηρεσιών. Μέσω της απελευθέρωσης των υπηρεσιών αναμένεται να ανοίξει και ο δρόμος για την απελευθέρωση επαγγελμάτων που ως τώρα είναι ή χαρακτηρίζονται «κλειστά». Η σχετική οδηγία της ΕΕ αναμενόταν να γίνει νόμος του κράτους ως το περασμένο καλοκαίρι. Ωστόσο η γραφειοκρατία και κυρίως οι αντιδράσεις των άμεσα ενδιαφερομένων καθυστέρησαν την υιοθέτηση της οδηγίας. Τώρα, λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η κυβέρνηση δεν θέλει να ανοίξει νέο μέτωπο και η σχετική νομοπαρασκευαστική επιτροπή έχει «παγώσει» τις εργασίες της.
– Στην υιοθέτηση των οδηγιών που αφορούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα και συγκεκριμένα τη φερεγγυότητα των τραπεζών. Ειδικά το θέμα αυτό χαρακτηρίζεται «ευαίσθητο» λόγω της διεθνούς κρίσης που έχει ξεκινήσει από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και λαμβάνονται συνεχώς αποφάσεις από τις κυβερνήσεις για τη στήριξή του. Τα υπουργεία Οικονομίας και Εξωτερικών υποστηρίζουν ότι σε αυτόν τον τομέα δεν θα υπάρξουν προβλήματα και προσθέτουν ότι η συνάντηση με τους εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα είναι διερευνητική και απολογιστική.
Πάντως η Ελλάδα εξακολουθεί να κατέχει την προτελευταία θέση μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ σε ό,τι αφορά την προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στο κοινοτικό δίκαιο.