O πρωθυπουργός κ. Κ. Καραμανλής ενημερώθηκε, για ακόμη μία φορά, χθες από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γ. Προβόπουλο για την εξέλιξη της διεθνούς οικονομικής κρίσης και τις επιπτώσεις στη χώρα μας. Για τις δυσκολίες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και για τις αντίξοες συνθήκες υπό τις οποίες το ελληνικό Δημόσιο θα αναζητήσει δανεικά στις αρχές του νέου χρόνου. Τα σήματα που έλαβε ο κ. Καραμανλής δεν είναι τα καλύτερα. Η κρίση λαμβάνει πλέον πρωτοφανείς διαστάσεις, απειλώντας και τις υγιέστερες των επιχειρήσεων. Η πιστωτική ασφυξία είναι πλέον φανερή και πιέζει το σύνολο των δραστηριοτήτων στη χώρα. Δεν υπάρχει κλάδος αυτή τη στιγμή, από τον τουρισμό και το εμπόριο μέχρι την αγροτική παραγωγή και τη βιομηχανία, που να μην αντιμετωπίζει προβλήματα χρηματοδότησης. Το τραπεζικό σύστημα είναι ημιπαράλυτο, ικανοποιεί τα βασικά, καλύπτει μόνο τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων· και αυτές με φειδώ, κατά περίπτωση και βάσει εξασφαλίσεων.
Γενικώς, οι τράπεζες είναι καχύποπτες, ορίζονται από την υπερτίμηση των πιστωτικών κινδύνων, δεν είναι σε θέση να δεσμευτούν σε μεσοπρόθεσμη βάση, αποφεύγουν ακόμη και τους καλούς πελάτες, κοινώς «κάηκαν στο χυλό, φυσάνε και το γιαούρτι». Η κατάσταση αυτή είναι άκρως επικίνδυνη συνολικά για την οικονομία. Αν οι πιστωτικές συνθήκες δεν αλλάξουν, οι τράπεζες θα γίνονται ολοένα και πιο επιφυλακτικές, θα κινούνται προς τη λεγόμενη «απομόχλευση» των δανείων, θα κλείνονται στον εαυτό τους, δεν θα δανείζουν, θα εξωθούν ακόμη και βιώσιμες επιχειρηματικές δραστηριότητες στην προβληματικότητα. Και οι επιχειρήσεις με τη σειρά τους, έναντι της επαπειλούμενης προβληματικοποίησης, θα αυτοπεριορίζονται, θα οδηγούνται σε πολιτικές μείωσης του κόστους, θα περικόπτουν δαπάνες και θα απολύουν μαζικά προσωπικό. Οπως εξελίσσονται τα πράγματα, δεν απέχουμε πολύ απ΄ αυτές τις συνθήκες.
Πολλοί εκτιμούν ότι αν δεν υπάρξουν ταχύτατα δράσεις, αμέσως μετά τις γιορτές, τα φαινόμενα της κρίσης θα αποκαλυφθούν και θα σαρώσουν τους πάντες.
Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν υπάρχουν περιθώρια αναστολών ή διλημμάτων. Οι τράπεζες οφείλουν να ενταχθούν τώρα στο πρόγραμμα εγγυήσεων και κεφαλαιακής ενίσχυσης των 28 δισ. ευρώ, ώστε να συνεχιστεί κατά το δυνατόν απρόσκοπτα η χρηματοδότηση της οικονομίας. Και αν δεν θέλουν ή δεν δύνανται, τότε, δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά μόνο αυτός της εθνικοποίησης.