Οταν οι θεοί κατέβαιναν στη Γη και έπαιρναν μέρος στις ζωές των ανθρώπων. Οταν οι γυναίκες παρέμεναν κλεισμένες στο σπίτι για να φέρουν στον κόσμο παιδιά που θα διαιώνιζαν το όνομα του πατέρα τους. Οταν οι άνδρες είχαν ως κύρια υποχρέωση την ενασχόληση με τα κοινά. Οταν οι παλαίστρες ήταν γεμάτες από νεανικά κορμιά που οι συνεχείς πόλεμοι σκότωναν. Οταν ο έρωτας ήταν θεός. Οταν η Εκκλησία του Δήμου ήταν για τις δημόσιες αγορεύσεις και τα συμπόσια για τις φιλοσοφικές συζητήσεις, αλλά και για ιδιαίτερες διασκεδάσεις. Οταν… Οταν συνέβαιναν όλα αυτά, το ρολόι του γήινου χρόνου έδειχνε 2.400 χρόνια πριν. Στην Αθήνα της κλασικής εποχής ακριβώς. Μια Αθήνα υπερήφανη για τη δημοκρατία της, σίγουρη για τις επιλογές της, αν και με πολλούς εχθρούς γύρω της. Αρχαίες πηγές, αρχαιολογικά ευρήματα, επιστημονικές μελέτες μιλούν για τη ζωή των ανθρώπων της αρχαιότητας με λεπτομέρειες θαυμαστές πολλές φορές, μόνο που τίποτε δεν μπορεί να αναπλάσει σήμερα τη χαμένη εικόνα. Αυτός, όμως, είναι ο στόχος της νέας μόνιμης έκθεσης του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, προκειμένου να μιλήσει για την καθημερινή ζωή των ανθρώπων πριν από 2.400 χρόνια. Με τη χρήση του κινηματογράφου και της σύγχρονης τεχνολογίας και μια ευφυή ιδέα που συνενώνει τις απεικονίσεις της καθημερινής ζωής επάνω στα αγγεία, τα αρχαία κείμενα, αλλά και τη ρεαλιστική απόδοση χαρακτήρων, ο διευθυντής του μουσείου καθηγητής κ. Νίκος Σταμπολίδης με τον επιμελητή αρχαιολόγο κ. Γιώργο Τασούλα δημιούργησαν μια έκθεση πέρα από τα καθιερωμένα. Τεράστια πανό στους τοίχους αναπαριστούν μέσα από εννέα θεματικές ενότητες στιγμές του βίου θεών και ανθρώπων, ενώ 142 αρχαία αντικείμενα- εκθέματα (από τον 5ο ως τον 1ο αι. π.Χ.) εντάσσονται κατά τρόπο ευρηματικό μέσα σε αυτές τις επιτοίχιες εικόνες. Παράλληλα, δύο δεκάλεπτες ταινίες αφηγούνται κινηματογραφικά στιγμές από τη ζωή και τον θάνατο: Ο Λέων θα γεννηθεί στον δήμο των Αιξωνίδων Αλών (Βούλα και Βουλιαγμένη σήμερα), θα ανδρωθεί καλλιεργώντας πνεύμα και σώμα, θα λάβει μέρος σε αθλητικούς αγώνες, θα παντρευτεί, θα πολεμήσει για την πατρίδα και θα πεθάνει για αυτήν. Μια τρισδιάστατη αναπαράσταση αποδίδει, τέλος, το ταφικό μνημείο του, εικόνα την οποία μπορεί να συναντήσει σήμερα κάποιος αρχαιολόγος σε ανασκαφή. «Ο επισκέπτης-θεατής παρακολουθεί τον πρωταγωνιστή από αρχής μέχρι τέλους, προσλαμβάνοντας ταυτόχρονα όλες τις πληροφορίες για την καθημερινή ζωή στην αρχαία Ελλάδα» λέει ο κ. Σταμπολίδης, ο οποίος είχε την ιδέα της έκθεσης. Πρόκειται για μια μύηση στο παρελθόν, το οποίο προσεγγίζεται με προσοχή και ευγένεια όπως κάθε τι πολύτιμο. Και εδώ σημαντικός ήταν ο ρόλος του ειδικού σε μουσειακές παραγωγές Μπόρις Μίκα (έχει αναλάβει επίσης τον τάφο του Τουταγχαμών και το Μουσείο της Ισλαμικής Επιστήμης στην Κωνσταντινούπολη), καθώς και της ισπανικής εταιρείας GΡD General de produciones y Diseno η οποία υλοποίησε την οπτικοακουστική εφαρμογή.

Για τον αρχαίο άνθρωπο το Σύμπαν ήταν γεμάτο από μεγάλες και μικρές θεότητες, ευεργετικές αλλά και φοβερές. Από αυτές εξαρτιόταν η ευτυχία ή η δυστυχία των θνητών επάνω στη γη, αλλά και μετά θάνατον στο βασίλειο του Αδη. Δεν μπορούσε επομένως να θεωρείται κάποιος καλός Αθηναίος αν δεν πίστευε στη δύναμη της Αθηνάς, προστάτιδας της πόλης. Η αθεΐα, την οποία από τον 6ο αι. π.Χ. άρχισαν να εκφράζουν κάποιοι φιλόσοφοι, δεν ήταν διόλου αρεστή. Οι θυσίες και τα αναθήματα στα μεγάλα ιερά απεδείκνυαν την πίστη, ενώ οι γυναίκες, όπως αυτή της εικόνας στην πρώτη ενότητα της έκθεσης, ασκούσαν την καθημερινή λατρεία στο σπίτι.

Ο αθηναίος πολίτης παντρευόταν για να αποκτήσει νόμιμα παιδιά τα οποία θα τον φρόντιζαν στα γεράματά του, θα τον έθαβαν σύμφωνα με τα έθιμα και θα συνέχιζαν την οικογενειακή λατρεία. Ο γάμος άρχιζε με την «εγγύηση», συμφωνία μεταξύ του κυρίου της κοπέλας και του μνηστήρα, και ολοκληρωνόταν με τη λαμπρή και δαπανηρή τελετή του γάμου. Εκτοτε η γυναίκα, αν και δέσποινα του οίκου, παραμένει στον γυναικωνίτη και ανατρέφει τα παιδιά. Τον Λέοντα, πρωταγωνιστή της ιστορίας του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, τον «συλλαμβάνει ο φακός» σε μια προσωπική στιγμή- με ευθεία αναφορά στην εποχή μας- παρουσία της μητέρας του, η οποία γνέθει μαλλί.

Ο παιδαγωγός θα μάθει γράμματα στα παιδιά, αλλά και θα τα επιβλέπει στο παιχνίδι. Τα κότσια ή αστράγαλοι που παίζουν τα παιδιά της φωτογραφίας ήταν από τα δημοφιλέστερα. Αντίστοιχα παιχνίδια για τα κορίτσια ήταν οι πλαγγόνες- κούκλες με κινούμενα μέλη-, αλλά υπήρχαν και τα ομοιώματα μικρών ζώων ή και αντικειμένων, μερικά από τα οποία παρουσιάζονται στην έκθεση. Τα γράμματα, η μουσική και η γυμναστική αποτελούσαν το τρίπτυχο της αρχαίας ελληνικής εκπαίδευσης. Τα παιδιά μάθαιναν τους στίχους του Ομήρου και άλλων ποιητών απ΄ έξω, ενώ η μουσική θεωρούνταν η βάση της εκπαίδευσης των ελεύθερων πολιτών.

«Κατόπιν στέλνουν τα παιδιά σε γυμναστές για να δυναμώσουν το κορμί και με αυτό βοηθούν και το πνεύμα,για να μην αναγκάζονται λόγω της σωματικής αδυναμίας να δειλιάζουν στον πόλεμο και στις άλλες δραστηριότητες » λέει ο Πλάτωνας. Η άσκηση του σώματος άρχιζε γύρω στα οκτώ χρόνια και γινόταν στην παλαίστρα υπό την επίβλεψη του παιδοτρίβη. Η τέλεια γυμνότητα του αθλητή, το άλειμμα του σώματος με λάδι και η συνοδεία αυλού ήταν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της άθλησης. Ο νεαρός Λέων- στην εικόνα με έναν συναθλητή του- καθαρίζει μετά την άσκηση το σώμα του από τη σκόνη, τον ιδρώτα και το λάδι με τη χρήση της στλεγγίδος (είδος σπάτουλας).

Ενα στεφάνι από ελιά στο κεφάλι, λίγα κλαριά στο χέρι και η κόκκινη κορδέλα δεμένη στον μηρό. Ολα τα στοιχεία που υποδηλώνουν τον νικητή, παρόντα. Ο Λέων θα διακριθεί λοιπόν και στον αθλητισμό για τον οποίο η αγάπη των Ελλήνων ήταν το ίδιο μεγάλη όσο και για τη μουσική. «…Ο δίκαιος ελλανοδίκης γύρω στα μαλλιά βάζει στολίδι τη γλαυκόχρωμη ελιά,το ωραιότερο ενθύμιο των Ολυμπιακών αγώνων» όπως τραγουδά ο Πίνδαρος. Η δόξα, όμως, ήταν πολύ μεγάλη και αντανακλούσε στην οικογένεια και στην πόλη του αθλητή. Η Αθήνα άλλωστε προσέφερε ως ανταμοιβή στους νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων «συντήρηση στο Πρυτανείο» για όλη τη ζωή τους.

Ισχυρό πολεμικό ναυτικό και αξιόμαχο στρατό ξηράς χρειαζόταν η αρχαία Αθήνα για να αντιμετωπίζει τους εχθρούς της, Πέρσες και Σπαρτιάτες κυρίως, για να επιβάλλει και να διατηρεί την κυριαρχία της στα νησιά του Αιγαίου και σε πολλές πόλεις της Μικράς Ασίας και για να εξασφαλίζει τον εφοδιασμό της σε σίτο από τον Εύξεινο Πόντο. Κάθε Αθηναίος ήταν υποχρεωμένος να υπηρετεί την πατρίδα του από 18 ως 60 ετών, έτσι καλούνταν πολλές φορές για να πολεμήσει. Ο Λέων θα αποχαιρετήσει τη γυναίκα του Μελίτη, που κρατάει τον μικρό τους γιο στην αγκαλιά της, και τη μητέρα του και θα πάρει τα όπλα από τον γέρο πατέρα του.

Ο τραυματισμός στη μάχη ισοδυναμούσε στην αρχαιότητα σχεδόν πάντα με θάνατο. Ο Λέων θα επιστρέψει στην Αθήνα σοβαρά πληγωμένος και θα πεθάνει στο σπίτι του, με συγγενείς και φίλους δίπλα του. Οι οικείοι θα τηρήσουν τα έθιμα με ευλάβεια. Καθαρίζουν και αρωματίζουν τον νεκρό, τον ντύνουν με άσπρα ρούχα και τον τυλίγουν σε σάβανο, αφήνοντας το πρόσωπο ακάλυπτο. Τον τοποθετούν σε ένα κρεβάτι και τον αφήνουν σε διάδρομο του σπιτιού για μία ή δύο ημέρες. Το κεφάλι του νεκρού είναι στεφανωμένο με λουλούδιαν, ενώ γύρω του οι γυναίκες ολοφύρονται. Η εκφορά θα γίνει ξημερώματα, επάνω σε ένα κάρο που το σέρνουν άλογα και στο νεκροταφείο έξω από τα τείχη της πόλης θα κάψουν το σώμα σε πυρά. Η στάχτη θα τοποθετηθεί σε μια υδρία μαζί με πολύτιμα αντικείμενα του νεκρού και θα ταφεί, ενώ σπονδές συμπληρώνουν το τελετουργικό.

«…Εκεί θα τον θάψουν τα αδέλφια του και οι συγγενείς,με τύμβο και με στήλη.Διότι αυτό είναι τιμή για τους νεκρούς», Ομήρου Ιλιάς. Η επιτύμβια στήλη που μιλάει για τον Λέοντα που χάθηκε στη μάχη θα υψωθεί στη θέση του τάφου. Οι γυναίκες της οικογένειας θα τον επισκέπτονται τακτικά για να προσφέρουν θυσίες, όπως απαιτεί η λατρεία των νεκρών: την τρίτη ημέρα, την ένατη και την τριακοστή μετά την κηδεία, όπως και στο χρόνιασμα. Στην τρισδιάστατη αναπαράσταση που έχει δημιουργηθεί στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, η μοβ κορδέλα του πένθους δεμένη γύρω από τη στήλη, τα αγγεία των προσφορών, ένα ρόδι και στεφάνια συνοδεύουν τον Λέοντα μετά θάνατον.

Πήλινο αττικό μελαμβαφές θήλαστρο (μπιμπερόν), 430-425 π.Χ.

Αττικό πήλινο ειδώλιο σκύλου, 5ος αι.π.Χ.

Χάλκινη υδρία εργαστηρίου της Βορειοδυτικής Πελοποννήσου. Ανάλογα αγγεία συχνά χρησιμοποιούνταν ως κάλπες σε ψηφοφορίες,περ.

450 π.Χ.