Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έπειτα από πολυήμερες διαβουλεύσεις με τα οικονομικά επιτελεία των κρατών-μελών της ΕΕ παρουσιάζει σήμερα από τις Βρυξέλλες ένα κάθε άλλο παρά φιλόδοξο διετές ευρωπαϊκό σχέδιο για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, οι πόροι του οποίου θα ανέλθουν στα 130 δισ. ευρώ. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη ανακοινώσει ότι θα τονώσουν την οικονομία τους με σχεδόν 800 δισ. δολάρια, η Κίνα με 455 δισ. και η Ιαπωνία με 207 δισ. δολάρια. Οι περιορισμένες δυνατότητες του ευρωπαϊκού σχεδίου οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην ευρωπαϊκή «κακοφωνία» απέναντι στην κρίση, καθώς και στην άρνηση της γερμανικής πλευράς να συμβάλει κατά τρόπο ανάλογο των δυνατοτήτων της στις προσπάθειες για την υπέρβαση των προβλημάτων.
Οι κοινοτικοί ιθύνοντες αναμένεται να παρουσιάσουν σήμερα δέσμη οικονομικών και νομοθετικών μέτρων εκ των οποίων τα κράτημέλη θα μπορούν να χρησιμοποιούν αυτά που θεωρούν ενδεδειγμένα για την περίπτωσή τους. Η δυνατότητα προσφυγής σε αυτά τα μέτρα δεν θα είναι ωστόσο απεριόριστη και θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το επίπεδο δημοσιονομικής εξυγίανσης της κάθε χώρας. Οι χώρες-μέλη με περιορισμένα ελλείμματα και χρέη θα έχουν αυξημένες δυνατότητες προσφυγής στα κοινοτικά μέτρα, ενώ οι υπόλοιπες, συμπεριλαμβανομένης της χώρας μας, θα έχουν μάλλον περιορισμένα περιθώρια.
Επί της ουσίας δηλαδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διαπιστώνοντας ότι «οι αθλητές δεν τραβάνε», αποφασίζει σήμερα- σε πείσμα της δημοσιονομικής εξυγίανσης- να τους αφήσει να «ντοπαριστούν» ανάλογα με τη γενικότερη «κράση» τους. Οι χώρες με δυνατή «κράση»- δηλαδή αυτές με μικρά χρέη και ελλείμματα- θα μπορούν να πάρουν «αυξημένες δόσεις», ενώ οι υπόλοιπες θα λάβουν «περιορισμένες δόσεις».
Οι εν λόγω «δόσεις» αφορούν κυρίως κονδύλια από εθνικούς πόρους, αφού παρά τις ισχυρές πιέσεις οι οποίες της ασκήθηκαν- κυρίως από γαλλικής πλευράς- η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ αρνήθηκε πεισματικά να συναινέσει στη δημιουργία κοινοτικού χρηματοδοτικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση της κρίσης. Οπως άλλωστε αρνείται να αυξήσει και τις γερμανικές αναπτυξιακές δαπάνες, παρά το γεγονός ότι η χώρα της από δημοσιονομικής απόψεως είναι πλέον απολύτως υγιής.
Η γερμανική εμμονή στην πατροπαράδοτη δημοσιονομική πειθαρχία δημιουργεί ασφαλώς σημαντικά προβλήματα στις άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ, όχι όμως και στις εκτός αυτής. Ετσι, ο βρετανός πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν δεν δίστασε προχθές να ανακοινώσει τη μείωση στο 15% του φόρου προστιθεμένης αξίας στη χώρα του. Με τη μείωση αυτή το δημοσιονομικό έλλειμμα της Βρετανίας αναμένεται να εκτιναχθεί το 2009 στο 8% του ΑΕΠ. «Εκτακτες περιστάσεις,έκτακτα μέτρα» ήταν το σχόλιο του βρετανού πρωθυπουργού.
Για τη γερμανική πλευρά ζήτημα ανάλογης μείωσης του ΦΠΑ στην επικράτειά της δεν τίθεται. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη σημερινή ανακοίνωσή της θα δημοσιοποιήσει ότι όποια χώρα επιθυμεί μπορεί να μειώσει τον ΦΠΑ της ως το 15% – που είναι το κατώτατο αποδεκτό όριο στην ΕΕ- πλην όμως θα πρέπει να βρει τρόπους αναπλήρωσης των κρατικών εσόδων, αφού το Σύμφωνο Σταθερότητας «χαλαρώνει, αλλά δεν καταργείται».
Ετσι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τη σημερινή της ανακοίνωση εμμέσως πλην σαφώς θα συνιστά στα κράτη-μέλη να στραφούν περισσότερο προς τις διευκολύνσεις που τους προτείνει και λιγότερο προς δημοσιονομικώς ριψοκίνδυνες λύσεις. Οπως δε και ο ΟΟΣΑ χθες (αναλυτικό ρεπορτάζ στην Οικονομία, σελίδα 1), αναμένεται να προτείνει στις εθνικές κυβερνήσεις να στραφούν προς βραχυπρόθεσμες κοινωνικές παρεμβάσεις με στόχο την ενίσχυση της ζήτησης και όχι προς μακροπρόθεσμου χαρακτήρα αναπτυξιακές παρεμβάσεις. Μεταξύ των μέτρων που προτείνει η Επιτροπή είναι η αύξηση των προκαταβολών και η επιτάχυνση των εκταμιεύσεων από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ, η αύξηση των χρηματοδοτήσεων του κοινοτικού ταμείου για την αντιμετώπιση των συνεπειών της παγκοσμιοποίησης, η αύξηση και η διευκόλυνση των δανειοδοτήσεων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων κ.ά. Τα μέτρα αυτά τα οποία θα έχουν χρονικό ορίζοντα εφαρμογής την ερχόμενη διετία, σε συνδυασμό με την ήδη εκπεφρασμένη βούληση των Βρυξελλών να εφαρμόσουν με τον διασταλτικότερο δυνατόν τρόπο την κοινοτική νομοθεσία για τα ελλείμματα και τις κρατικές ενισχύσεις, καθώς και η αναμενόμενη περαιτέρω μείωση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποτελούν επί της ουσίας την κοινή απάντηση της ΕΕ στην κρίση.
Υπόδειξη για μείωση του ΦΠΑ
Μειώσεις φορολογικών συντελεστών (ΦΠΑ και χαμηλών εισοδημάτων) ώστε να στηριχθεί η κατανάλωση και να περιοριστεί το κύμα απολύσεων που εκδηλώνεται στις ευρωπαϊκές χώρες εισηγείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις κυβερνήσεις. Οι αποφάσεις της Επιτροπής που θα ανακοινωθούν σήμερα στηρίζονται σε έγγραφο που παρουσιάζει «Το Βήμα» το οποίο περιγράφει όλες τις δράσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στο κείμενο, «το ευρωπαϊκό Σχέδιο για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση αποσκοπεί στην αποκατάσταση του απολεσθέντος αισθήματος της εμπιστοσύνης στους καταναλωτές και στους επιχειρηματίες. Η απώλεια καταγράφεται στους δείκτες καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης στην ΕΕ».
Το σχέδιο στηρίζεται σε τέσσερις άξονες, δύο για τον στόχο της απασχόλησης και δύο για εκείνον της ανάπτυξης:
Για την απασχόληση προβλέπει:
α. Την ανάληψη μιας μείζονος πανευρωπαϊκής πρωτοβουλίας στη βάση της flexicurity, δηλαδή του συνδυασμού εργασιακής ευελιξίας και ασφαλείας.
β. Τη μείωση της φορολόγησης της εργασίας και των χαμηλών εισοδημάτων.
Προτείνουν πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της άνοιξης του 2009 να υιοθετηθεί Οδηγία η οποία θα προβλέπει τη μείωση των συντελεστών ΦΠΑ για υπηρεσίες εντάσεως εργασίας και για «πράσινα» προϊόντα και υπηρεσίες.
Για την ανάπτυξη το σχέδιο προβλέπει:
α. Πακέτο 30 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
β. Μέτρα για την τόνωση της επιχειρηματικότητας (ένα από αυτά είναι η διασφάλιση σε κάθε γωνιά της Ευρώπης ότι οι πολίτες θα «στήνουν» μια μικρομεσαία επιχείρηση μέσα σε τρεις ημέρες).