Το φάντασμα του «από Βορράν κινδύνου» επιστρέφει στα Βαλκάνια και προκαλεί προβληματισμό στην Ελλάδα. Αυτή τη φορά δεν έχει τη μορφή του Συμφώνου της Βαρσοβίας όπως επί Ψυχρού Πολέμου, αλλά της αστάθειας που πυροδοτεί η μονομερής ανακήρυξη ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου και η σοβούσα εκκρεμότητα της ονομασίας των Σκοπίων. Η ελληνική διπλωματία βρίσκεται αντιμέτωπη με τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων. Ο αλβανικός εθνικισμός εμφανίζεται να δικαιώνεται, τροφοδοτώντας τα ήδη ενισχυμένα αλυτρωτικά αισθήματα στους κόλπους της αλβανικής μειονότητας στην πρώην Γιουγκοσλαβική
Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ). Το γεγονός αυτό ενδέχεται να λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά για τα Σκόπια, τα οποία θεωρούν την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ πανάκεια για την ασφάλειά τους. Βρίσκουν μάλιστα ευήκοα ώτα στην Ουάσιγκτον, στοιχείο που καθιστά ακόμη δυσκολότερη τη θέση της Αθήνας στην αναζήτηση αμοιβαίας αποδεκτής λύσης στο θέμα της ονομασίας. Οι ελπίδες ότι η ρευστότητα που προκάλεσαν η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων και η διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας θα αποτελούσαν παρελθόν μοιάζουν να αποδεικνύονται φρούδες. Η στάση της διεθνούς κοινότητας ωθεί
στο περιθώριο τη Σερβία, ο εδαφικός ακρωτηριασμός της οποίας συνεχίζεται χωρίς ορατά ανταλλάγματα. Η γειτονική Βοσνία – Ερζεγοβίνη μοιάζει ετοιμόρροπη, καθώς η σερβική συστατική οντότητα του κράτους-εκτρώματος που γέννησε η Συμφωνία του Ντέιτον απειλεί και αυτή με ανεξαρτητοποίηση. Οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) έκριναν ότι η ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου θα ήταν ο τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα των πολέμων που γέννησε η διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας. Αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει, καθώς ο κίνδυνος της επαναχάραξης των συνόρων στη Βαλκανική επιστρέφει.

Η παρουσία του ειδικού μεσολαβητή του ΟΗΕ κ. Μάθιου Νίμιτς στην Αθήνα αναγκάζει την κυβέρνηση να σκεφθεί και πάλι το ενδεχόμενο σύγκλησης του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών που ως σήμερα απέρριπτε. Μετά τον Απρίλιο του 2004 που ο κ. Κ. Καραμανλής κάλεσε το Συμβούλιο Αρχηγών να συζητήσουν υπό την προεδρία του κ. Κ. Στεφανόπουλου την αποδοχή ή την απόρριψη του Σχεδίου Αναν για την επίλυση του Κυπριακού, η κατάθεση νέας πρότασης για την ονομασία της πΓΔΜ τον επαναφέρει στο δίλημμα, για να μην αναγκαστεί να αναλάβει μόνος το κόστος της αποδοχής της τελευταίας πρότασης του ΟΗΕ ή της απόρριψής της που είναι πιθανό να οδηγήσει τη χώρα σε διεθνή απομόνωση.

Οι τελικές αποφάσεις ίσως ληφθούν σήμερα το πρωί, κατά τη διάρκεια της συνάντησης που θα έχει με τον Πρωθυπουργό η υπουργός Εξωτερικών κυρία Ντόρα Μπακογιάννη για να συμφωνηθεί η στρατηγική την οποία θα ακολουθήσει η κυβέρνηση, αφού, όπως εκτιμούσαν χθες ανώτατες κυβερνητικές πηγές, οι αποφάσεις από τον ΟΗΕ αλλά και από την αμερικανική κυβέρνηση για τις προτάσεις που θα πέσουν στο τραπέζι έχουν ήδη ληφθεί.

«Την ευθύνη της αποδοχής ή της απόρριψης της νέας πρότασης Νίμιτς εξακολουθεί να την έχει η κυβέρνηση. Είναι χρήσιμο πάντως να πληροφορηθεί η κοινή γνώμη πώς θα τοποθετηθούν επ΄ αυτήςκαι τα κόμματα της αντιπολίτευσης» σημείωναν οι ίδιες πηγές. εκτιμώντας ότι η σύγκληση του Συμβουλίου των Αρχηγών δείχνει για πρώτη φορά πιθανή από τότε που εξελέγη στο ύπατο αξίωμα ο κ. Κ.Παπούλιας, ο οποίος μάλιστα είναι και άριστος γνώστης του αντικειμένου. (Τον Απρίλιο του 2004 είχε προεδρεύσει στο Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών ο κ. Κ. Στεφανόπουλος.) Πόσο μάλλον όταν όλες οι πηγές και πληροφορίες που διαθέτει το Μέγαρο Μαξίμου συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι η νέα πρόταση του κ. Νίμιτς θα είναι έτσι διατυπωμένη που δεν θα μπορεί αβασάνιστα να απορριφθεί.

Η ελληνική κυβέρνηση, διά της κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη, τονίζει προς πάσα κατεύθυνση ότι θα μπορούσε να συζητηθεί μια πρόταση που θα διαχωρίζει την ονομασία της γειτονικής χώρας από τη Μακεδονία που περικλείουν τα ελληνικά σύνορα και η οποία ταυτόχρονα θα χρησιμοποιείται παντού ως η διεθνής ονομασία της. Ολα δείχνουν ότι η πρόταση του κ. Νίμιτς, η οποία θα κατατεθεί αύριο ως «σκέψη» ή ως «ιδέα» και τις επόμενες ημέρες ως επίσημη πρόταση, θα πληροί αυτές τις προϋποθέσεις, έστω κι αν δεν θα διαφέρει πολύ από τη συνταγματική ονομασία της πΓΔΜ. (Τα δύο επικρατέστερα σενάρια είναι «Νέα Δημοκρατία της Μακεδονίας» ή «Δημοκρατία της Νέας Μακεδονίας», με την ελληνική κυβέρνηση να προτιμά σαφώς το δεύτερο.) Για τον λόγο αυτόν ο κ. Καραμανλής, προτού λάβει την τελική του απόφαση, πιθανότατα θα θελήσει να αναγκάσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης να εκφράσουν τη δική τους θέση, αναμένοντας μάλιστα ότι η πρόταση του κ. Νίμιτς θα προκαλέσει σημαντικές εσωκομματικές τριβές και στο ΠαΣοΚ.

Οπως εκτιμά η κυβέρνηση, αν η πρόταση του κ. Νίμιτς ακολουθεί τις γενικές κατευθύνσεις που θέτει η κυρία Μπακογιάννη, υπέρ της αποδοχής της θα ταχθεί ο Συνασπισμός, αλλά και ο κ. Γ.Παπανδρέου, παρά τις προσπάθειες που θα καταβάλουν υψηλόβαθμα στελέχη του ΠαΣοΚ να ταχθεί εναντίον της. Αντιθέτως η κυβέρνηση πιστεύει πως το ΚΚΕ και ο ΛΑΟΣ θα απορρίψουν όποια πρόταση κι αν κατατεθεί, παρ΄ ότι η λογική του ΚΚΕ διαφέρει πολύ από αυτήν του ΛΑΟΣ. Αν επαληθευθούν όλα αυτά, είναι σαφές ότι ο Πρωθυπουργός θα αποδεχόταν ευκολότερα την πρόταση του κ. Νίμιτς γνωρίζοντας ότι την αποδέχονται και δύο κόμματα της αντιπολίτευσης, από το να αναλάβει μόνος του το κόστος της αποδοχής, αλλά και της απόρριψης που θα έθετε τη χώρα πιθανώς σε καθεστώς απομόνωσης.