Καθησυχαστικοί για την υπόθεση με το νοθευμένο ηλιέλαιο εμφανίζονται έλληνες επιστήμονες, μετά την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων (Εuropean Food Safety Αuthority- ΕFSΑ) ότι το είδος του ορυκτέλαιου που περιέχεται στο λάδι είναι χαμηλής τοξικότητας. Το «ένοχο» ηλιέλαιο, σύμφωνα με την ΕFSΑ, περιείχε υψηλού ιξώδους, χαμηλής τοξικότητας ορυκτέλαιο, δηλαδή το λιγότερο… κακό, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί της ευρωπαϊκής αρχής, οπότε δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Οπως εξηγούν στο «Βήμα» έλληνες ειδικοί, τα ορυκτέλαια καταχωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: υψηλού, μέτριου και χαμηλού ιξώδους. Οσο μειώνεται το ιξώδες τόσο αυξάνεται η τοξικότητά τους. Η Αποδεκτή Ημερήσια Πρόσληψη (Αcceptable Daily Ιntake- ΑDΙ) για το συγκεκριμένο υψηλού ιξώδους ορυκτέλαιο είναι 20 χιλιοστά ανά κιλό βάρους, ενώ για τα χαμηλού ιξώδους ορυκτέλαια η ΑDΙ φτάνει μόλις το ένα χιλιοστό ανά κιλό βάρους. Ετσι, σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή Ποιοτικού Ελέγχου και Ασφάλειας Τροφίμων κ. Παναγιώτη Αθανασόπουλο – με δεδομένο ότι το επιμολυσμένο ηλιέλαιο περιέχει 900 χιλιοστά του γραμμαρίου ορυκτέλαιο ανά λίτρο λαδιού- ένας άνδρας 70 κιλών θα πρέπει να καταναλώνει ημερησίως περισσότερο από 1,5 λίτρο επιμολυσμένο ηλιέλαιο για να θεωρηθεί ότι θα έχει προβλήματα με την υγεία του.

Από υπολογισμούς της ΕFSΑ προκύπτει ότι όσοι πολίτες κατανάλωσαν το «βρώμικο» ηλιέλαιο, στη χειρότερη περίπτωση δεν θα έχουν ξεπεράσει το 10% με 20% της Αποδεκτής Ημερήσιας Πρόσληψης ορυκτέλαιου. «Η Ευρωπαϊκή Αρχή ήταν σαφής.Δεν υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία γι΄ αυτό ζήτησε να αποσυρθούν τα επιμολυσμένα προϊόντα από τα ράφια και όχι από τα σπίτια των καταναλωτών» σημειώνει ο καθηγητής επισημαίνοντας ότι το συγκεκριμένο ορυκτέλαιο είναι ένα είδος παραφίνης, το οποίο έχει πολλές χρήσεις. Οπως αναφέρει ο καθηγητής χρησιμοποιείται σε λαδόκολλες, σε αλουμινόχαρτα, ακόμα και σε καθαρτικά.

«Ολα έχουν σχέση με τη δόση και με τη συχνότητα έκθεσης στο επιμολυσμένο προϊόν» λέει ο χημικός σύμβουλος της Ενωσης Ελλήνων Χημικών και μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Πολιτικής Ελέγχου Τροφίμων (ΕΣΠΕΤ) κ. Μιχάλης Χάλαρης. Και επισημαίνει: «Μακροπρόθεσμα μπορεί να υπάρξουν προβλήματα.Αλλωστε,οι αρμόδιοι έχουν παραδεχθεί ότι μπορεί να έχουν περάσει κι άλλες παρτίδες χωρίς να το πάρουν είδηση.Η χρόνια κατανάλωση μπορεί να έχει επιπτώσεις στην υγεία.Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το διατροφικό σκάνδαλο με τις διοξίνες ξεκίνησε στο Βέλγιο επειδή έριχναν ορυκτέλαια στις ζωοτροφές».