ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ.


Χάρολντ Μπλουμ εναντίον Ντόρις Λέσινγκ, ή όταν ένας γίγας της λογοτεχνικής κριτικής εξαπολύει μύδρους κατά της συγγραφέως που μόλις τιμήθηκε με το Νομπέλ Λογοτεχνίας 2007…


«Είναι απλώς μια κίνηση πολιτικής ορθότητας. Αν και η κυρία Λέσινγκ, στην αρχή της συγγραφικής καριέρας της, είχε κάποιες αξιοθαύμαστες ποιότητες, βρίσκω ότι τα τελευταία 15 χρόνια τα έργα της δεν διαβάζονται… Επιστημονική φαντασία τετάρτης κατηγορίας» υπογράμμισε ο διάσημος θεωρητικός και κριτικός της λογοτεχνίας στο Associated Press.


Δεν είναι βέβαια πρώτη φορά που ένα Νομπέλ βρίσκεται στη δίνη αντιπαράθεσης, ούτε η πρώτη φορά που η Σουηδική Ακαδημία κατηγορείται ότι βράβευσε για λόγους πολιτικούς, ή έστω «πολιτικής ορθότητας». Κάποιοι που τιμήθηκαν, όπως ο Ζαν-Πολ Σαρτρ, αρνήθηκαν να παραλάβουν το βραβείο και άλλοι οι οποίοι σαφώς το άξιζαν όπως ο Λέων Τολστόι δεν κέρδισαν ποτέ Νομπέλ Λογοτεχνίας.


Στην περίπτωση της κυρίας Ντόρις Λέσινγκ η Ακαδημία ανέφερε ότι βράβευσε «τον σκεπτικισμό, τη φλόγα, την ενορατική δύναμη μιας συγγραφέως, η οποία άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τις σχέσεις ανδρών και γυναικών». Και χαρακτηρίζει τη Λέσινγκ «επική συγγραφέα της γυναικείας εμπειρίας»…


Στον αντίποδα ο Χάρολντ Μπλουμ θεωρεί την όψιμη βράβευση (η Λέσινγκ, 87 ετών, είναι η μεγαλύτερη σε ηλικία συγγραφέας που πήρε το Νομπέλ) ως προϊόν επιλογής «πολιτικής ορθότητας», η οποία αφορά κυρίως τον φεμινισμό και τον αγώνα κατά του ρατσισμού παρά τη συνολική ποιότητα του έργου της συγγραφέως και τη λογοτεχνική συμβολή της.


Είναι αλήθεια ότι το βιβλίο που την καθιέρωσε ήταν το «Χρυσό σημειωματάριο» (1962), το οποίο θεωρήθηκε μανιφέστο του φεμινισμού. Και είναι επίσης αλήθεια ότι η Λέσινγκ υπήρξε ενεργό μέλος αριστερών οργανώσεων στη Ζιμπάμπουε, την αφρικανική πατρίδα της, και έδωσε αγώνες κατά του ρατσισμού και του απαρτχάιντ.


Πολλοί πάντως διέκριναν στην κριτική του Χάρολντ Μπλουμ σημάδια απογοήτευσης, επειδή η Ακαδημία παραμέρισε άλλη μια φορά τον Φίλιπ Ροθ, ο οποίος ενώ έχει σαρώσει στα άλλα βραβεία ακόμη περιμένει το Νομπέλ.


«Το αξίζει, αλλά δεν ξέρω αν θα το πάρει» είχε δηλώσει παλαιότερα ο Μπλουμ. «Ο Ροθ δεν είναι καθόλου politically correct, σε αντίθεση με τους κυρίους και τις κυρίες της Σουηδικής Ακαδημίας…».


Κατά ειρωνική σύμπτωση η Λέσινγκ είναι και η ίδια πολέμια της «πολιτικής ορθότητας». Με αφορμή μάλιστα τις δηλώσεις Μπλουμ οι «New York Times» αναδημοσίευσαν σκέψεις της περί πολιτικής ορθότητας τις οποίες είχε διατυπώσει η συγγραφέας σε «ανύποπτο χρόνο», σε άρθρο της στην εφημερίδα, τον Ιούνιο του 1992.


Εκεί η Λέσινγκ συνδέει ευθέως την πολιτική ορθότητα με τον… κομμουνισμό. «Ενώ παρακολουθήσαμε τον θάνατο του κομμουνισμού τρόποι σκέψεις που είτε γεννήθηκαν επί κομμουνισμού είτε ενισχύθηκαν επί κομμουνισμού κυριαρχούν ακόμη στη ζωή μας. Καμία ίσως περισσότερο όσο η πολιτική ορθότητα…


»Υπάρχει προφανώς κάτι πολύ ελκυστικό στο να λες σε άλλους ανθρώπους τι να κάνουν… Η τέχνη είναι πάντα απρόβλεπτη και τείνει να είναι, στην καλύτερη μορφή της, άβολη. Ειδικά η λογοτεχνία πάντα προκαλούσε τις επιτροπές, τους ηθικολόγους, τις διώξεις… Με ενοχλεί που η πολιτική ορθότητα δεν ξέρει ποιοι ήταν οι πρόγονοί της» γράφει…


Η συγγραφέας των «Γιαγιάδων», του «Πέμπτου παιδιού» και των «Αναμνήσεων ενός επιζώντος» γεννήθηκε στην τότε Περσία, το 1919. Οταν ήταν πέντε ετών οι γονείς της, και οι δύο Βρετανοί, μετακόμισαν στη Ροδεσία, τη σημερινή Ζιμπάμπουε.


Επαναστάτης κριτικός


Ο 77χρονος Χάρολντ Μπλουμ, αμερικανοεβραίος καθηγητής του Γέιλ, είναι αναμφισβήτητα ένας από τους επιφανέστερους θεωρητικούς και κριτικούς λογοτεχνίας που εμφανίστηκαν μεταπολεμικά στις ΗΠΑ. Οταν στις αρχές της δεκαετίας του ’70 άρχισε να εκδίδει το ένα θεωρητικό βιβλίο μετά το άλλο, έφερε την επανάσταση ξεσηκώνοντας θύελλες στα τμήματα αγγλικών σπουδών στον αγγλοσαξονικό κόσμο.


Η έκδοση του βασικότερου θεωρητικού βιβλίου του «The Anxiety of Influence», το 1973 (ελληνικός τίτλος «Η αγωνία της επίδρασης», Εκδόσεις Αγρα), πυροδότησε και αυτό διαμάχες, για την ερμηνευτική προσέγγιση της θεωρίας του.


Αργότερα, το «Πώς και γιατί διαβάζουμε» αποτέλεσε τον κατά Μπλουμ κριτικό κανόνα (συνέχεια του παλαιότερου «Δυτικού κανόνα», που δημοσιεύτηκε το 1994) όχι μόνο της κλασικής αλλά και της σύγχρονης ευρωπαϊκής και αμερικανικής λογοτεχνίας, καλύπτοντας τέσσερις αιώνες.


Στην πεζογραφία ο Μπλουμ αρχίζει από τους Θερβάντες, Σταντάλ, Οστεν, Ντίκενς, Μέλβιλ και Ντοστογέφσκι, περνάει στον Τουργκένιεφ, στον Τσέχοφ, στον Μοπασάν, στον Τζέιμς, στον Προυστ, στον Μαν, στον Φόκνερ, στον Χέμινγκγουεϊ και καταλήγει στους Μπόρχες, Μόρισον και Καλβίνο.


Μαχητική φεμινίστρια


Η Λέσινγκ, όπως και η Ναντίν Γκόρντιμερ στη Νότια Αφρική, τιμημένη και εκείνη με το Βραβείο Νομπέλ το 1991, μεγάλωσε μέσα στον ρατσισμό. Το πρώτο βιβλίο που έγραψε είχε ακριβώς αυτό το θέμα: με τίτλο «Τραγουδάει το χορτάρι»(1950) μιλούσε για τη σχέση της συζύγου ενός λευκού κτηματία με τον μαύρο υπηρέτη της. Οταν γύρισε στο Λονδίνο, στα 31 της, γράφτηκε στο κομμουνιστικό κόμμα.


Ανέπτυξε έντονη πολιτική δράση στις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Εδωσε αγώνες κατά του ρατσισμού – της απαγορεύτηκε η είσοδος στη Ροδεσία επί τέσσερις δεκαετίες -, κατά του απαρτχάιντ, κατά των πυρηνικών. Το 1956 εγκατέλειψε το κόμμα.


«Παραήμασταν συναισθηματικοί με όλα αυτά» πιστεύει σήμερα. Ακόμη και για την υπόθεση του απαρτχάιντ «η ματιά εκείνης της εποχής ήταν αφελής. Αλλη μια φορά πιστέψαμε στα αλήθεια πως όταν οι μαύροι πάρουν την εξουσία όλα θα αλλάξουν… Γιατί πιστέψαμε κάτι τόσο ανόητο; Γιατί θα έπρεπε να είναι καλύτεροι από οποιονδήποτε άλλον;».