Εδώ και περισσότερο από ένα μήνα τα δελτία ειδήσεων της τηλεόρασης και ιδιαίτερα των ιδιωτικών καναλιών αφιερώνουν ένα εξαιρετικά μεγάλο μέρος του χρόνου τους στα πρόσφατα θλιβερά συμβάντα με πρωταγωνιστή τον τέως γενικό γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού. Μόνο ο ισχυρότατος σεισμός του Λεωνιδίου, που ταρακούνησε όλη την ελληνική γη, μπόρεσε να εκτοπίσει, έστω και για λίγο, τα γεγονότα αυτά από την πρώτη θέση των ειδήσεων. Σε καθημερινή βάση εξακολουθούμε να βομβαρδιζόμαστε με σχετικές πληροφορίες, συχνά επαναλαμβανόμενες και ενίοτε παρουσιαζόμενες με επιλήψιμο τρόπο, πράγμα που δείχνει ότι θα χρειασθεί καιρός ακόμη για να γίνουμε στη χώρα αυτή αποδέκτες σωστών τηλεοπτικών και έντυπων ειδήσεων.


Εδώ και πολλά χρόνια, μάλλον συμπτωματικά, ο εκάστοτε γενικός γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού ήταν το πρόσωπο που είχε τον πρώτο λόγο στα αρχαιολογικά πράγματα του τόπου. Αυτό συνέβη και με την άνοδο της ΝΔ στην εξουσία πριν από τέσσερα περίπου χρόνια, με βασική διαφορά ότι επί των ημερών της ο γενικός γραμματέας φαίνεται ότι είχε αυξημένες αρμοδιότητες στην κατανομή και διάθεση των οικονομικών πόρων του υπουργείου. Μετά λοιπόν τα όσα επιλήψιμα είδαν το φως της δημοσιότητας, όπως π.χ. υπόνοιες για εκβιασμούς, αναπόφευκτο ήταν να μπουν στο μικροσκόπιο των δημοσιογράφων τα έργα του τέως γενικού γραμματέα. Ετσι ακούσαμε ή διαβάσαμε, εκτός των άλλων, και για ύποπτους αποχαρακτηρισμούς αρχαιολογικών χώρων ύστερα από σχετικές γνωματεύσεις του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Το τελευταίο διέθετε σε άλλες εποχές μεγαλύτερο κύρος και υπόληψη, μια που οι αποφάσεις του ήταν υποχρεωτικές για την πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου. Ωστόσο εδώ και πολλά χρόνια έχει καταστεί ένα σώμα απλώς συμβουλευτικό για τον εκάστοτε υπουργό, ο οποίος παίρνει και τις τελικές αποφάσεις. Σε ό,τι αφορά τον τρόπο επιλογής των μελών του, όπως πάντοτε, έτσι και στις ημέρες μας, δεν υπάρχουν κανόνες. Η εκάστοτε πολιτική ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου είναι αυτή που επιλέγει τα πρόσωπα που το στελεχώνουν. Τα κριτήριά της επηρεάζονται από το βαθμό προσκόλλησής της στις κομματικές καταβολές της και φυσικά από το πόσο καλά γνωρίζει το χώρο που καλείται να διευθύνει.



Επανερχόμενος στις καταγγελίες για αποχαρακτηρισμούς αρχαιολογικών χώρων σε διάφορες περιοχές της χώρας και για οικοδόμησή τους, διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις αν όλες τους πηγάζουν από ειλικρινές ενδιαφέρον για τα προγονικά λείψανα. (Μήπως σε κάποιες περιπτώσεις η τυχόν ανέγερση οικοδομήματος στα οικόπεδα αυτά περιορίζει τη… θέα των καταγγελλόντων;) Ανεξάρτητα πάντως από αυτό, πρέπει να πούμε ότι τα αρχαία που καθημερινά έρχονται στο φως δεν είναι δυνατόν να είναι όλα διατηρητέα και προσβάσιμα στον πολύ κόσμο. Μόνον οι αρχαιότητες εκείνες που κρίνονται σημαντικές για τη γνώση του αρχαίου κόσμου και διασώζονται σε ικανοποιητική κατάσταση έχει νόημα να γίνονται προσιτές στο κοινό.


Η διατήρηση ή όχι αρχαιοτήτων επηρεάζεται από πολλές παραμέτρους, που είναι αδύνατον, λόγω του περιορισμένου χώρου, να μνημονευθούν εδώ έστω και επιγραμματικά. Κατ’ αρχήν βέβαια θα πρέπει οι αρχαιολόγοι να αποφανθούν για τη σπουδαιότητά τους. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει οι ίδιοι να είναι σε θέση να γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται και να μπορούν, με επιστημονικά κριτήρια, να επιχειρηματολογήσουν για την ορθότητα της όποιας γνωμάτευσής τους. Ενα πτυχίο από μια Φιλοσοφική Σχολή δεν αποτελεί από μόνο του εγγύηση για την επιστημονική κατάρτιση των στελεχών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Εδώ και πολλά χρόνια η αξιοκρατία, πλην λίγων εξαιρέσεων, είναι άγνωστη και σε αυτή την κρατική υπηρεσία. Δεκάδες έχουν προσληφθεί στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, είτε ως μόνιμοι είτε ως έκτακτοι αρχαιολόγοι, με διαδικασίες που μόνο σε κομματικά στελέχη είναι γνωστές. (Σίγουρα ανάμεσά τους υπάρχουν και ορισμένα αξιόλογα άτομα. Το αποκορύφωμα πάντως του ξεχαρβαλώματος των υπηρεσιών του υπουργείου Πολιτισμού ήταν το στήσιμο ενός ολόκληρου διαγωνισμού με… γνωστούς εκ των προτέρων επιτυχόντες! Πάλι καλά που ο αρμόδιος υπουργός τον αδρανοποίησε.)


Πρέπει ο κόσμος επίσης να ξέρει ότι οι διατηρητέες αρχαιότητες χρειάζονται συνεχή συντήρηση, χωρίς και πάλι να εξασφαλίζεται, σε πολλές περιπτώσεις, η πλήρης προστασία τους. (Δεν συμπεριλαμβάνω εδώ τα απαλλοτριωμένα οικόπεδα με αρχαία που έχουν γίνει σκουπιδότοποι και στα οποία η φθορά των αρχαιοτήτων είναι μεγάλη και μη αναστρέψιμη.) Οι αρμόδιοι, με βάση τις σημερινές συνθήκες, θα πρέπει να προτιμούν συχνότερα την κατάχωση των αρχαίων, αφού προηγηθούν βέβαια όλες οι ενδεδειγμένες εργασίες, ανάμεσα στις οποίες και η δημοσίευσή τους. Η μάνα γη είναι η καλύτερη προστάτιδα των αρχαίων λειψάνων. Δεν αποκλείεται οι Ελληνες… του 5000 να ενδιαφέρονται για αυτά περισσότερο από ό,τι οι σημερινοί και οι τότε αρμόδιοι να μην έχουν ως κύρια ενασχόλησή τους την επιστροφή των Ελγινείων.


Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.