Επί ενάμιση μήνα ως την περασμένη Τρίτη, οπότε ο ανακριτής τον παρέπεμψε με την κατηγορία του συναυτουργού σε εκβίαση, η φωτογραφία του δημοσιευόταν καθημερινά σε όλες σχεδόν τις εφημερίδες· το δε όνομά του γραφόταν φαρδιά- πλατιά. Από την Τετάρτη έγινε ξαφνικά… «ο πενηντάχρονος εργατολόγος» ! Οσο για τη φωτογραφία του, εξακολουθεί να δημοσιεύεται, στο ίδιο μέγεθος πάντα, αλλά θολή- μη τυχόν και αναγνωρίσουμε περί ποίου πρόκειται!
Ποιος μπορεί να αρνηθεί τη γελοιότητα της συμπεριφοράς αυτής; Την υποκρισία, τη σεμνοτυφία και τον σουσουδισμό της; Αυτή η καταγέλαστη στάση είναι όμως μία ακόμη απόδειξη του ότι οποιαδήποτε προσπάθεια εκσυγχρονισμού της κοινωνίας εκ των άνω (λ.χ., θεσμοί για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων) είναι εκ των προτέρων καταδικασμένη σε αποτυχία. Η ζούγκλα που υπάρχει από κάτω θα την καταπιεί και θα την εξουδετερώσει. Ας μην παραπονιόμαστε όμως. Είναι το τίμημα του λαϊκισμού που έχει διαβρώσει πλήρως τον πολιτικό λόγο και οδηγεί στη θλιβερή εξομοίωση Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά… Χωρίς επί της ουσίας να απομακρυνθώ από το παραπάνω θέμα, επανέρχομαι στον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, επειδή ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε από τη συγκυβέρνηση πολιτικών και δημοσιογράφων με βοήθησε να καταλάβω τον λόγο στον οποίο οφείλεται η καθυστέρηση της κοινωνίας μας.
Σχεδόν από κανέναν (με την εξαίρεση μερικών δημοσιογράφων και ελάχιστων φιλελεύθερων πολιτικών της Αριστεράς) δεν είδα να επιχειρείται μια προσπάθεια ακριβοδίκαιης και ρεαλιστικής αποτίμησης της δράσης του εκλιπόντος. Επεκράτησε πλήρως ο ακατάσχετος εκθειασμός του θανόντος, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον επικήδειο που εκφώνησε ο εικονιζόμενος στο σκίτσο υπουργός Παιδείας Ευριπίδης Στυλιανίδης (ο θρίαμβος των στερεοτύπων και των δημοσίων σχέσεων…). Ακούστηκαν- ακριβέστερα, κυριάρχησαν- τερατώδεις στρεβλώσεις. Λόγου χάριν, ότι ο μακαρίτης «άνοιξε την Εκκλησία στην κοινωνία και στη νεολαία», ενώ εκείνο που είχε προσπαθήσει στην πραγματικότητα με την ανάληψη ενός μη θεσμοθετημένου πολιτικού ρόλου ήταν το αντίθετο: να κλείσει την κοινωνία και τη νεολαία στην Εκκλησία.
Σκοπός όλων αυτών των λόγων δεν ήταν η περιγραφή της πραγματικότητας, αλλά ο εξωραϊσμός της. Και απώτερη επιδίωξη η δημιουργία του αισθήματος της κοινότητας, μέσω της φθηνής ηδονής του συναισθηματισμού. Προσπαθούμε δηλαδή να διατηρήσουμε «το παλιό μας σπίτι» (στην ιστορική διατύπωση του Λεόν Μπλουμ)· να διατηρήσουμε, με άλλα λόγια, την πεποίθηση ότι ανήκουμε σε έναν κοινό χώρο. Οχι όμως μέσα από την προσέγγιση της πραγματικότητας, αλλά μέσα από το παραμύθι.
Δεν με ξενίζει αυτή η στάση. Από αρχαιοτάτων χρόνων το παραμύθι ήταν η ευκολότερη μορφή της αλήθειας…
Την ίδια στάση μπορούσε να διαπιστώσει κάποιος και από τις αντιδράσεις μας στη διεθνή προβολή που έλαβε η υπόθεση Ζαχόπουλου και οι κωμικοτραγικές παραφυάδες της. Ιδίως μετά την εκτενή δημοσίευση της ιστορίας στους «Νew Υork Τimes» εμφανίστηκαν δημοσιεύματα στον εγχώριο Τύπο με την ίδια κεντρική ιδέα: ότι, δήθεν, «δεν μας αξίζει αυτή η Ελλάδα».
Ηταν γελοίο να βλέπεις εκείνα τα ΜΜΕ, που για ολόκληρες εβδομάδες με τις ιερεμιάδες τους ελεεινολογούσαν την κατάντια της πολιτικής ζωής μας, να θίγονται από τη στιγμή όπου η οπερέτα ξεφεύγει από τα όρια του «παλιού μας σπιτιού» και γινόμαστε ρεζίλι στο εξωτερικό. Σαν το ζευγάρι που σηκώνει τον κόσμο στο πόδι με τους καβγάδες του, αλλά πληγώνεται η ευαισθησία του και νιώθει ότι αδικείται μόλις καταλαβαίνει ότι οι γείτονες γελούν πίσω από την πλάτη του. Και αυτό όμως είναι φυσικό. Η απομόνωση είναι απαραίτητη για τη συντήρηση των ψευδαισθήσεων…
Δεν με εξέπληξε το ότι στο γραφείο του Κώστα Σημίτη ανησυχούσαν για το μέγεθος της προσέλευσης του κόσμου στην ομιλία του πρώην πρωθυπουργού στον ΟΠΕΚ, την περασμένη Πέμπτη. Ηταν πολύ λογικές οι ανησυχίες τους, αφού την ίδια ημέρα μιλούσε ο Ακης Τσοχατζόπουλος στη Λάρισα.
Και μάλιστα σε εκδήλωση όπου επρόκειτο να είναι παρόντες προσωπικότητες του βεληνεκούς ενός Γ.Ραυτόπουλου και ενός Γεωργίου Κατσιμπάρδη!..
Δεν χωρεί αμφιβολία πάντως ότι οι άνθρωποι του Κ. Σημίτη στενοχωρήθηκαν για την απουσία του Γιώργου Κατσιφάρα από την εκδήλωση του ΟΠΕΚ.
Τουλάχιστον ο ιστορικότερος προσωποπαγής θεσμός του ΠαΣοΚ είχε τη λεπτότητα να μην εμφανισθεί ούτε στην ομιλία του Ακη Τσοχατζόπουλου…
Ευχαριστώ την αναγνώστρια Μ.Α., χάρη στην οποία πληροφορήθηκα τα συμπεράσματα διεθνούς ερευνητικής ομάδας ότι η ορθοστασία συμβάλλει δραστικά στην εκτόνωση του θυμού. Κατόπιν αυτού, συγχαίρω, βεβαίως, τον υπουργό Πολιτισμού Μichel de Liapis, για την πρόνοιά του να δεχθεί τις προάλλες στα όρθια, για ένα εικοσάλεπτο περίπου, ομάδα «θυμωμένων καλλιτεχνών» του ΣΥΝ, τα μέλη της οποίας εξέφρασαν στον υπουργό τα παράπονά τους για την κυβερνητική αδιαφορία προς την κρατικοδίαιτη τέχνη της Αριστεράς…