Εδώ και καιρό το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι ο αρνητικός πρωταγωνιστής της καθημερινής επικαιρότητας. Κυβέρνηση, πανεπιστημιακά εκλεγμένα όργανα, διδακτικό προσωπικό, αντιπολίτευση (αξιωματική και μη) και φοιτητικός κόσμος έχουν τη δική τους συμμετοχή στον κατήφορο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. (Η σειρά μνημόνευσης των παραπάνω φορέων είναι ανάλογη, κατά την άποψή μου, με το βαθμό ευθύνης που αναλογεί στον καθένα τους). Πάντως, όσοι υποστηρίζουν ότι σήμερα τα πανεπιστημιακά πράγματα του τόπου δεν χρήζουν αλλαγών, πρέπει να βρίσκονται εκτός τόπου. Ας ευχηθούμε ότι οι όποιες αλλαγές προκύψουν θα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.


Εχω και άλλες φορές αναφερθεί από τις στήλες της εφημερίδας αυτής ότι ονειρεύομαι ένα πανεπιστήμιο που θα είναι ανοικτό είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο και καμιά δύναμη δεν θα μπορεί να το κλείνει. Πιστεύω ότι σε μια δημοκρατική χώρα, κατάληψη πανεπιστημιακών χώρων από άτομα που διδάσκονται ή διδάσκουν σ’ αυτούς είναι παραλογισμός. Μια τέτοια πράξη, που ως ενέργεια είναι περίπου ισοδύναμη με την κατάληψη ενός σπιτιού από τους ιδιοκτήτες του, καταργεί αυτομάτως το άσυλο, που καθιερώθηκε για να διαφυλάσσει την απρόσκοπτη διακίνηση των ιδεών και να προστατεύει την ελευθερία της σκέψης.


Θέλουν οι φοιτητές να εκδηλώσουν την αντίθεσή τους για πολιτικά, κοινωνικά, εκπαιδευτικά θέματα, π.χ. για τη μάστιγα της ανεργίας που πλήττει τους νέους, για τις σημερινές ή μελλοντικές συνθήκες εργασίας, για την κακοποίηση που υφίσταται η αξιοκρατία, για την ανεπάρκεια του διδακτικού προσωπικού ή την πλημμελή παρουσία του στις αίθουσες διδασκαλίας και στα εργαστήρια, μπορούν να το κάνουν με χίλιους τρόπους και με πολλά μέσα. Οχι όμως εμποδίζοντας τις εκπαιδευτικές και ερευνητικές διαδικασίες. Γιατί έτσι καταστρατηγείται ο θεσμός του ασύλου και μάλιστα από αυτούς τους ίδιους που, μαζί με τους διδάσκοντες, πρέπει να είναι οι αυστηροί θεματοφύλακές του.


Προσωπικά διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις αν όλοι οι κομματικοί, οικονομικοί, εκκλησιαστικοί και άλλοι μηχανισμοί αυτού του τόπου πιστεύουν πράγματι στην ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Στην υπερτριακονταετή παρουσία μου στους πανεπιστημιακούς χώρους θυμάμαι περιπτώσεις στις οποίες φοιτητικές παρατάξεις, ορισμένες φορές μάλιστα κομμάτων εκπροσωπούμενων και στο ελληνικό κοινοβούλιο, εμπόδισαν την οργάνωση μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους εκδηλώσεων μόνο και μόνο επειδή οι ιδέες των ομιλούντων δεν ήταν αρεστές σ’ αυτές. Και το πιο απογοητευτικό είναι ότι ενίοτε οι απαράδεκτες αυτές πράξεις κομματικών φοιτητικών συλλόγων, που παραβίασαν κατάφωρα το θεσμό του ασύλου, έτυχαν της πολιτικής κάλυψης της κομματικής ηγεσίας τους.


Κρίνοντας από τα ισχύοντα, εδώ και καιρό, ποσοστά συμμετοχής των φοιτητών στις διαδικασίες εκλογής των πανεπιστημιακών οργάνων, είναι προφανές ότι τα κοινοβουλευτικά μας κόμματα θέλουν να χρησιμοποιούν το πανεπιστήμιο και για τα δικά τους κομματικά συμφέροντα. Το ότι όμως το κομματικό συμφέρον λίγη σχέση μπορεί να έχει με το γενικότερο συμφέρον του τόπου, είναι κάτι πολύ γνωστό και βέβαια καλύτερα σε εκείνους που ασχολούνται με την ιστορία.


Σε ποιο σοβαρό πανεπιστήμιο του πλανήτη μας ισχύουν τέτοια ποσοστά φοιτητικής συμμετοχής σε πανεπιστημιακά όργανα; Μήπως τα υψηλά αυτά ποσοστά δικαιολογούνται επειδή οι συνδικαλιστές του φοιτητικού μας κινήματος διαθέτουν πολιτική ωριμότητα μοναδική παγκοσμίως; Πόσα χρόνια έχουμε να ακούσουμε για κάποια δραστηριότητα της ΕΦΕΕ; (Πολλοί έχουν ξεχάσει ακόμη και το όνομά της.) Γιατί πρέπει να υπάρχουν στα ελληνικά πανεπιστήμια θεσμοί μοναδικοί παγκοσμίως, όπως π.χ. αυτός της δωρεάν παροχής συγγραμμάτων, ένας θεσμός γέννημα θρέμμα της επταετίας, τον οποίο με θρησκευτικό φανατισμό τον διατηρούν οι εκάστοτε κυβερνήσεις με την ολόθερμη συμπαράσταση της εκάστοτε αντιπολίτευσης, τόσο της μείζονος όσο και της ελάσσονος; Μήπως οι θεσμοί αυτοί δικαιολογούνται στον τόπο μας επειδή συμβαίνει να έχουμε πρωτοποριακή ανώτατη παιδεία; Δεν θα ήταν καλύτερα τα τεράστια ποσά που δαπανώνται κάθε χρόνο για τον καρκινογόνο αυτό θεσμό να διατίθενται για τη δημιουργία π.χ. δανειστικών βιβλιοθηκών και γενικότερα για την ενίσχυση των πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών και εργαστηρίων;


Χωρίς άλλο, στη σημερινή κατακόρυφη πτώση του ελληνικού πανεπιστημίου έχουν συμβάλει η ελλιπής γνώση των προβλημάτων και γενικότερα των θεμάτων της ανώτατης εκπαίδευσης από αρμόδιους υπουργούς, η απαξίωση της αξιοκρατίας που σφραγίζει συχνά ενέργειες ή αποφάσεις μελών του διδακτικού προσωπικού, κομματικές σκοπιμότητες και πολλά άλλα. Εχω ακόμη την εντύπωση, και εύχομαι να κάνω λάθος, ότι ορισμένοι μηχανισμοί του τόπου δεν νοιάζονται και πολύ για την ποιότητα της επιστημονικής κατάρτισης των αποφοίτων των πανεπιστημίων μας. Αδιαφορούν για τη διαμόρφωση πολιτικοποιημένων ελεύθερα σκεπτόμενων ατόμων και ενδόμυχα προσβλέπουν στην παραγωγή πειθήνιων προσωπικοτήτων ή οπαδών.


Και καθώς άρχισα το κείμενο αυτό με ένα όνειρο, θα ήθελα να το κλείσω με ένα άλλο. Ονειρεύομαι ένα πανεπιστήμιο στο οποίο οι συνδικαλιστές φοιτητές θα είναι από τους πρώτους στις σπουδές τους και οι συνδικαλιστές του διδακτικού προσωπικού θα είναι ερευνητές με διεθνή επιστημονική καταξίωση. Ονειρεύομαι πολύ;


* Το κείμενο αυτό δεν καθίσταται ανεπίκαιρο από το ότι έχει συνταχθεί πριν από τη δημοσιοποίηση των κυβερνητικών προτάσεων για τα ΑΕΙ.


Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.