Το αισθητικώς κορυφαίο επιτεύχθηκε την περασμένη Κυριακή (και Δευτέρα). Αύριο θα είναι μάλλον πιο άτονα, μια που αναμετρούνται μόνον οι δύο πρώτοι για την προεδρία. Ενώ στον πρώτο γύρο ήταν όλοι εκεί: υποψήφιοι πρόεδροι εν αφθονία και σύμβουλοι ένα σωρό. Παρατεταγμένοι έξω από την είσοδο και μέσα σε αυτήν, με φυλλάδια, βιβλιαράκια (και DVD, άντε CD RΟΜ), υπομνήσεις και φωνές. Η δε αφισοκόλληση ανηλεής- οι δρόμοι γύρω από τα γραφεία στην Ακαδημίας και Μαυρομιχάλη μια χαρτόμαζα χαμογελαστής (λόγω φωτογραφιών) ρυπαρότητας.

Κατά τα φαινόμενα, το έχουμε συνηθίσει. Σε οδηγό ταξί, για παράδειγμα, δεν έκανε καμία εντύπωση: «Κύριέ μου, είτε οι δικηγόροι ψηφίζουν είτε οι ταξιτζήδες είτε οι φορτοεκφορτωτές το ίδιο χάλι γίνεται». Εν προκειμένω, όπως έγινε ήδη αντιληπτό, ψήφιζαν οι δικηγόροι και δη της Αθήνας- τα μέλη του μεγαλύτερου επιστημονικού συλλόγου της χώρας. Οπως σε κάθε εκλογή, μερίμνησαν να επιβεβαιώσουν πλήρως τον ταξιτζή. Το σκηνικό δεν παρέπεμπε καθόλου σε επιστήμη- αν και με τα κατά καιρούς «ξεκατινιάσματα» πανεπιστημιακών διερωτάται κανείς μήπως αυτή είναι η… επιστημονική ατμόσφαιρα. Στη συγκεκριμένη εκλογή το «κλου», σταθερό ανά τριετία, είναι η υποχρεωτική διέλευση του ψηφοφόρου ανάμεσα σε συστοιχίες υποψηφίων ώσπου να δεήσει να φτάσει στο παραβάν. Ακόμη και ο Οδυσσέας δεμένος στο κατάρτι και με κερί στα αφτιά δεν θα μπορούσε να μην τους ακούσει. Για να επιστρέψουμε στον οδηγό του ταξί, ένα χάλι μαύρο.

Αν η στενωπός ανάμεσα στις… δενδροστοιχίες των υποψηφίων είναι η κορύφωση, έχει και η προεκλογική περίοδος τα ωραία της. Μπαράζ τηλεφωνημάτων (οι κατάλογοι των μελών κυκλοφορούν ευρέως, προσωπικά δεδομένα γαρ), βουνό το ταχυδρομείο, «φυτευτά» άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες, ευφάνταστες παροχές όπως εγχειρίδια με υποδείγματα δικογράφων, αλλά και άφθονα «ντρινκς» και πάρτι. Επί της ουσίας φυσικά (σχεδόν) μηδέν. Οι κοινοτοπίες κυριαρχούν, ο ρεαλιστικός λόγος ελλείπει, η έμφαση δίνεται ξεκάθαρα στις δημόσιες σχέσεις.

Οι δικηγορικές εκλογές δεν αποτελούν, βέβαια, εξαίρεση ούτε διεκδικούν αποκλειστικότητα στην παραγωγή εντύπων και… ηχητικών απορριμμάτων. Καθώς οι συλλογικοί χώροι διογκώνονται, ακόμη και οι σωματειακές αρχαιρεσίες προσαρμόζονται στις επιταγές της πολιτικής «επικοινωνίας», όπως τη ζούμε στις γενικές εκλογές: έντονη, αν και ανομολόγητη, οσμή ματαιοδοξίας και συμφέροντος, ανούσιες συναθροίσεις, υπερχείλιση τετριμμένων λόγων και προεκλογική δαπάνη άξια απορίας, απαγορευτική για πολλούς που ίσως ενδιαφέρονταν για τα «κοινά».

Θα ήταν μάλλον αισιόδοξο αν μπορούσε κανείς να αποδώσει αυτό το πανηγύρι κενολογίας σε ευτέλεια των υποψηφίων. Σε τέτοια περίπτωση θα ήταν, αν μη τι άλλο, δυνατόν να υποστηριχθεί ότι κάτι δεν πάει καλά με τους συνδυασμούς που τους επιλέγουν, πράγμα σοβαρό μεν, αλλά όχι αθεράπευτο. Δυστυχώς δεν συμβαίνει αυτό. Από τους συνωστιζόμενους και διαλαλούντες την υποψηφιότητά τους με χαμόγελα βιασμένα από την προσπάθεια να αποκρύψουν την κόπωση της ορθοστασίας, πολλοί είναι άνθρωποι αξιόλογοι. Απλώς όποιος δεν τα κάνει αυτά δεν έχει ελπίδα εκλογής (εκτός από τους προικοδοτούμενους από τα κόμματα- κάτι ακόμη χειρότερο).

Και έτσι βέβαια κάτι προσφέρει η εκλογή των «αντιπροσώπων» μας. Δεν είναι όμως παρά κάτι λίγο. Τόσο που κάθε εκλογική διαδικασία αφήνει την πικρή γεύση ότι η κορυφαία στιγμή της δημοκρατίας αντανακλά όχι το μεγαλείο του πολιτεύματος, αλλά την παρακμή του. Ακόμη και ο Περικλής δύσκολα θα χαρακτήριζε σήμερα «αχρείον» τον «μηδέν τώνδε μετέχοντα». Μάλλον θα του πίστωνε ότι διαφυλάσσει την αξιοπρέπειά του.

ΥΓ.: Στο σημείωμα της Τετάρτης η παράλειψη ενός «όχι» παραποίησε τον… Ενγκελς. Ο σαρκασμός του για την αναχρονιστική κριτική ήταν: «Στο τέλος θα χαρακτηρισθεί ανόητος ο Ριχάρδος Λεοντόκαρδος γιατί ξόδευε τον χρόνο του σε Σταυροφορίες και όχι στην προαγωγή του διεθνούς εμπορίου». Sorry, Φρίντριχ!