Τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αναπτύσσεται ένας καινούργιος πολιτικός προβληματισμός. Αιτία οι ακραίες κλιματικές συνθήκες που προκαλεί η υπερθέρμανση της ατμόσφαιρας του πλανήτη, αλλά επίσης και οι μεγάλες ανθρώπινες καταστροφές οι οποίες προκαλούνται από ακραία φυσικά φαινόμενα. Οι ανθρώπινες καταστροφές αποκτούν μεγάλη ένταση και έκταση εξαιτίας του τρόπου συγκρότησης των σύγχρονων κοινωνιών που κάνει τους πληθυσμούς περισσότερο ευάλωτους στις απότομες ή εκτός κλίμακας κλιματικές φυσικές αλλαγές. Η εκτεταμένη ξηρασία και ερημοποίηση περιοχών, οι πλημμύρες, οι κατολισθήσεις και τα συνεπακόλουθά τους, αλλά και η Κατρίνα που έπληξε τη Νέα Ορλεάνη και το φονικό τσουνάμι του Ινδικού ωκεανού, όπως οι πυρκαγιές στην Ελλάδα, αποτελούν μια νέα κατηγορία γεγονότων τα οποία έχουν και θα έχουν ολοένα περισσότερο αποφασιστική συμβολή πλέον στη ζωή των κοινωνιών. Αποτελούν γεγονότα τα οποία δεν είναι οριακά, αλλά με αυξανόμενο ρυθμό κεντρικά. Αλλάζουν βασικές συνιστώσες και παραδοχές της πολιτικής φιλοσοφίας και επομένως μας αναγκάζουν να ξανασκεφτούμε τον τρόπο με τον οποίο ασκείται η πολιτική και συγκροτείται η πολιτική ατζέντα.


Ο σύγχρονος τρόπος ύπαρξης των κοινωνιών τις κάνει όχι λιγότερο, όπως πιστεύαμε έως τώρα, αλλά περισσότερο ευάλωτες στις κλιματικές διακυμάνσεις και αλλαγές. Ταυτόχρονα κάνει το περιβάλλον όχι αδιάφορο, όπως συνέβαινε έως ένα χρονικό σημείο, αλλά πιο ευάλωτο στον σύγχρονο τρόπο ζωής. Πρόκειται για μια αμφίδρομη εξάρτηση η οποία αναπτύχθηκε με επιταχυνόμενους ρυθμούς και σε πλανητική κλίμακα, η οποία κάνει τρωτά και τα δύο μέρη. Χωρίς την έννοια της αμφίδρομης τρωτότητας δεν μπορούμε να καταλάβουμε την τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή που συνέβη στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα πολιτική ηγεσία και κοινή γνώμη να ελαύνονται από ανοησίες για συνωμοσίες. Γιατί ναι μεν στην Ελλάδα ενδημούν οι οικοπεδοφάγοι, δεν καθαρίζονται τα δάση, πετάμε αναμμένα αποτσίγαρα και σκουπίδια παντού, αλλά όλα αυτά μπορούν να δώσουν καταστροφές, όχι όμως καταστροφές αυτού του μεγέθους. Από την άλλη μεριά, ναι μεν τα μεσογειακά δάση καίγονται, ναι μεν η φωτιά αποτελεί μέρος του οικοσυστήματος, ποτέ όμως δεν έχει καταγραφεί παρόμοιας έκτασης καταστροφική πυρκαγιά στην ιστορία της ελλαδικής χερσονήσου. Είναι η συνέργεια της τρωτότητας του μεσογειακού δάσους και της επικινδυνότητας των συμπεριφορών του πληθυσμού που προκαλεί αυτά τα αποτελέσματα, αλλά σε μια συγκυρία που εξαιτίας της υπερθέρμανσης του πλανήτη καταλήγει στην εκτεταμένη και μακροχρόνια ξηρασία και σε αλλεπάλληλους και παρατεταμένους καύσωνες, όπως συνέβη φέτος. Η επικινδυνότητα των συμπεριφορών του πληθυσμού μπορεί να εξηγήσει την ελληνική περίπτωση, η ευφλεκτότητα των δασών τη μεσογειακή ιδιαιτερότητα, αλλά γιατί οι πυρκαγιές αυτού του καλοκαιριού ήταν τόσο εκτεταμένες σε όλη σχεδόν την εύκρατη ζώνη του πλανήτη δεν μπορεί να εξηγηθεί χωρίς την αλλαγή των πλανητικών κλιματικών αλλαγών. Το περιβάλλον αποδεικνύεται υπερβολικά ευαίσθητο στον συνδυασμό κλιματικών μεταβολών και κοινωνικών συμπεριφορών. Το περιβάλλον είναι ισορροπία και οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν υπερβεί το όριο. Να μια ιδέα που θα πρέπει να γίνει κατώφλι για τον όποιον πολιτικό στοχασμό και σχεδιασμό, αλλά και για την ανα-εννοιολόγηση της έννοιας πολιτισμός.


* Η πολιτική αντιστροφής


Τις επισημάνσεις αυτές συνήθως τις συζητούμε αλλά δεν καταλαβαίνουμε ότι μας αφορούν άμεσα. Το φετινό καλοκαίρι έδειξε ότι η πορεία προς την ερημοποίηση της χώρας δεν ανήκει στις δυστοπικές προβλέψεις των περιβαλλοντολόγων και των οικολόγων, ούτε θα γίνει ανεπαίσθητα κάποτε στο μακρινό μέλλον. Είναι ήδη εδώ, όπως είναι εδώ σε όλον τον κόσμο. Ανήκει σε μια αλυσίδα διαδοχικών σπασμών. Αλλη μια χρονιά με παρόμοιες κλιματικές συνθήκες καταλαβαίνει κανείς τι μπορεί να σημαίνει. Είναι όμως τα πράγματα αναπότρεπτα; Δεν μπορεί να υπάρξει αντιστροφή; Δύσκολο. Στην τραγωδία ο ήρωας απεργάζεται την καταστροφή του, και ό,τι παρατηρούμε γύρω μας είναι αυτής της τάξης ηρωισμοί. Αλλά πριν εκπνεύσει κάθε ελπίδα, ας δοκιμάσουμε να σκεφτούμε την αντιστροφή. Είναι φανερό ότι χρειάζεται να αναθεωρήσουμε μερικές από τις βασικές πολιτικές και νοοτροπιακές προκείμενες σε βάθος.


Για να αντιμετωπιστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη χρειάζεται ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο το οποίο θα μειώσει τους ρύπους και θα αποθερμάνει τον πλανήτη. Ενα παρόμοιο σχέδιο σημαίνει αλλαγή των τρόπων ζωής σε μια ευρύτατη κλίμακα που περιλαμβάνει εκτεταμένα πεδία: από τις βιομηχανικές υποδομές και την παραγωγή ενέργειας έως τις καθημερινές συμπεριφορές και πολιτικές στη μικροκλίμακα. Περιλαμβάνει νομικές προδιαγραφές, αλλά επίσης και αλλαγές στο επίπεδο της καθημερινής κουλτούρας. Πρέπει να αλλάξει η έννοια της ευημερίας, του κοινού αγαθού, να αναπροσανατολιστούν οι οικονομικοί στόχοι, να επανεκπαιδευτεί ο πολιτισμός, να αναδιαρθρωθεί η διοίκηση και η πολιτική αντιπροσώπευση. Ακούγονται μαξιμαλιστικά όλα αυτά, αλλά πώς αλλιώς θα απαντήσουν σύμμετρα οι ανθρώπινες κοινωνίες; Η πολιτική αντιστροφής πρέπει να είναι αντικείμενο διεθνούς πολιτικής και ενδεχομένως περιορισμών των εθνικών επιλογών, πράγμα που ανοίγει βέβαια το κουτί της Πανδώρας με μύρια επακόλουθα και νέο πεδίο αντιπαραθέσεων. Η αναγκαιότητα όμως διεθνούς απάντησης δεν μπορεί να είναι πρόσχημα τοπικής απραξίας.


* Η ανάγκη πρόληψης


Η υπόθεση της αντιστροφής είναι μακροπρόθεσμη. Στο μεταξύ χρειάζεται πρόληψη. Οχι πρόληψη ενδεχόμενου αλλά βέβαιου κινδύνου. Τα κράτη συγκροτήθηκαν πάνω στην έννοια του κινδύνου. Αλλά αν έως τώρα ο κίνδυνος οριζόταν ως κίνδυνος εξωτερικός, επιβουλής του ενός κράτους απέναντι στο άλλο, ή ανατροπής εσωτερικής, τώρα καταλαβαίνουμε ότι η τοπολογία των κινδύνων έχει αλλάξει. Οχι βέβαια προς την κατεύθυνση να αναδειχθεί κοινός κίνδυνος η διεθνής τρομοκρατία. Ούτε η Τουρκία ούτε η διεθνής τρομοκρατία απείλησαν την Ελλάδα. Η πηγή του κινδύνου είναι το περιβαλλοντικό όριο των ανθρώπινων κοινωνιών. Επομένως κοινοί κίνδυνοι ανάμεσα σε διαφορετικά κράτη επιβάλλουν αναπροσαρμογές της αμυντικής πολιτικής τους από την αντιμετώπιση των εξωτερικών κινδύνων στην αντιμετώπιση των φυσικών κινδύνων. Παρακολουθήσαμε το παράδοξο οι τεράστιες επενδύσεις για την αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών να μένουν επί πολλά χρόνια ανενεργές, τη στιγμή που υπήρχε έλλειψη για την αντιμετώπιση των υπαρκτών κινδύνων. Οι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι ανάμεσα στη στρατιωτική και στην πολιτική άμυνα (πυρόσβεση, δασοπροστασία κ.λπ.) βρίσκονται σε μια πραγματικά ασύμμετρη σχέση αναφορικά με την προέλευση των κινδύνων. Εκεί βρίσκονται οι ασυμμετρίες! Στην ιλιγγιώδη διαφορά προϋπολογισμού ανάμεσα στο Υπουργείο Αμυνας και στην Πυροσβεστική Υπηρεσία. Στην ασυμμετρία σχεδιασμού, εκπαίδευσης, πληροφόρησης κ.λπ.


Επομένως εκείνο που χρειάζεται είναι ένας γενναίος αναπροσανατολισμός των δαπανών προς δαπάνες πρόληψης. Αλλά όχι μόνο. Πρέπει να αλλάξει η φιλοσοφία της αμυντικής πολιτικής. Και στην ευρύτερη αμυντική στρατηγική πρέπει να ενταχθούν μέτρα τα οποία θα μειώσουν την επικινδυνότητα των συμπεριφορών του πληθυσμού. Από το κτηματολόγιο έως την τιμωρία των ανερμάτιστων και επικίνδυνων συμπεριφορών. Χρειάζονται τρόποι εμπλοκής στις αμυντικές και προληπτικές στρατηγικές της τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά και του πληθυσμού. Εως τώρα η ελληνική κοινωνία και πολιτική αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως λάφυρο. Πώς θα το υπερασπίσουμε ως καταφύγιο;


Συμπερασματικά: Οι εκτεταμένες πυρκαγιές που ζήσαμε μας δείχνουν δυστυχώς ότι η κοινωνία μας υπερέβη τα όρια αντοχής του φυσικού περιβάλλοντος που τη φιλοξενεί. Δεν πρόκειται για ασύμμετρη απειλή. Ασύμμετρη είναι η δική μας απάντηση στο γεγονός. Και αυτό είναι άκρως ανησυχητικό και τελικά απαισιόδοξο.


Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.