Μια αξιοσημείωτη έκδοση που μόλις κυκλοφόρησε και θα προκαλέσει το ενδιαφέρον του επιστημονικού κόσμου που ασχολείται με την ελληνική αρχαιότητα στάθηκε αφορμή για τη σημερινή επιφυλλίδα. Πρόκειται για τη μονογραφία των Θ. Κουρεμένου – Γ. Παράσογλου – Κ. Τσαντσάνογλου «The Derveni Papyrus», Φλωρεντία, 2006. Αποτελεί τη δημοσίευση ενός σημαντικού παπύρου, ο οποίος είναι ευρύτερα γνωστός ως πάπυρος του Δερβενίου. Ηλθε στο φως τον Γενάρη του 1962 έξω από τη Θεσσαλονίκη, στην περιοχή της αρχαίας Λητής (σημ. Δερβένι). Επάνω σε έναν κιβωτιόσχημο τάφο του 330-320 π.Χ., ανάμεσα σε απομεινάρια καμένων κτερισμάτων που συνόδευαν τον νεκρό – πιθανόν μακεδόνα βετεράνο των εκστρατειών του Μεγ. Αλεξάνδρου – εντοπίστηκε και ο παπύρινος κύλινδρος.


Η ανεύρεση ενός παπύρου, και μάλιστα του πρώτου ως την εποχή εκείνη επί ελληνικού εδάφους, προκάλεσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αλλωστε με βάση τη χρονολόγησή του ήταν (και εξακολουθεί να είναι) το παλιότερο σωζόμενο ελληνικό «βιβλίο». Ωστόσο ο δρόμος ως την τελική του δημοσίευση δεν ήταν εύκολος. Επρεπε πρώτα να εξασφαλισθεί η διάσωσή του. Υπενθυμίζω ότι την ίδια περίπου εποχή με το εύρημα στο Δερβένι ένας άλλος πάπυρος που αποκαλύφθηκε, επίσης σε τάφο του 4ου αι. π.Χ., στην Κάλλατι της Ρουμανίας, αρχαία ελληνική αποικία κοντά στην Κωνστάντζα, διαλύθηκε μόλις ήλθε σε επαφή με τον αέρα. Ομοίως διαλύθηκε λίγες δεκαετίες αργότερα και ένας άλλος πάπυρος, αυτή τη φορά μάλιστα στην Αθήνα. Κοντά στη Δάφνη ερευνήθηκε ένας τάφος επίσης του 4ου αι. π.Χ., που εκτός από ποικίλα είδη γραφείου περιείχε και έναν πάπυρο. Δυστυχώς οι αρχαιολόγοι δεν ήταν έτοιμοι για ένα τέτοιο εύρημα και ο πάπυρος έγινε σκόνη. Οσον αφορά τον πάπυρο του Δερβενίου διασώθηκε χάρη στην απανθράκωσή του (!), χωρίς να παραβλέπεται και η συμβολή ενός ειδικού συντηρητή, του Αυστριακού Α. Fackelmann, ο οποίος μάλιστα μπόρεσε και τον ξετύλιξε.


Η μελέτη και δημοσίευση του παπύρου ανατέθηκε αρχικά στον διαπρεπή καθηγητή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του ΑΠΘ Στ. Καψωμένο. Μετά τον θάνατό του το βάρος του όλου έργου έπεσε στους ώμους του καθ. Κ. Τσαντσάνογλου, εξαίρετου γνώστη της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Ο τελευταίος, μαζί με τον καθ. Γ. Παράσογλου, διακεκριμένο παπυρολόγο, και τον επίσης πανεπιστημιακό και ειδικευμένο σε θέματα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας Θ. Κουρεμένο, μας έδωσαν εν τέλει την οριστική δημοσίευση. Σημειωτέον ότι σημαντικό μέρος του κειμένου του παπύρου είχε από καιρό γίνει γνωστό στη διεθνή επιστημονική κοινότητα τόσο από διαλέξεις και ανακοινώσεις σε διεθνή συνέδρια όσο και από την εμφάνιση το 1982 μιας κλεψίτυπης έκδοσής του!


Ο πάπυρος πρέπει να γράφτηκε γύρω στο 340-320 π.Χ., αντιγράφει ωστόσο ένα παλιότερο κείμενο του τέλους του 5ου αι. π.Χ. Ο συντάκτης του, πιθανόν μάντης και χρησμολόγος, δίνει συμβουλές σε υποψήφιους μύστες. Αναφέρεται σε θρησκευτικές τελετουργίες και ερμηνεύει το κείμενο ενός ορφικού κοσμογονικού ύμνου αλληγορικά, με έναν τρόπο για τον οποίο πολλοί διανοούμενοι της αρχαιότητας, όπως π.χ. ο Πλάτων, μιλούσαν υποτιμητικά. Δίνει μια φιλοσοφική ερμηνεία της κοσμογονίας αυτής, σύμφωνα με την οποία αέρας = νους = θεός· δεν πρόκειται για τον Δία αλλά για μια θεότητα μονοθεϊστικής αντίληψης.


Πριν από μερικούς μήνες μια ομάδα ερευνητών, μεταξύ των οποίων και οι Απ. Πιερρής, διευθυντής ενός ιδιωτικού ινστιτούτου φιλοσοφικών σπουδών στην Πάτρα, και D. Obbink, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και υπεύθυνος για τους εκεί ευρισκόμενους παπύρους της Οξυρρύγχου, κατέφθασε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης όπου φυλάσσεται ο πάπυρος. Σκοπός της ήταν να τον φωτογραφίσει με σύγχρονα μέσα με την προσδοκία να διαβαστούν στοιχεία που για το ανθρώπινο μάτι είναι αόρατα και να προχωρήσει στην επανέκδοσή του. Με την ευκαιρία της φωτογραφικής αυτής καμπάνιας δόθηκε συνέντευξη Τύπου. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι ευρήματα γνωστά από παλιά θα πρέπει να αποσπούν την προσοχή των ΜΜΕ. Πιθανόν στην προκειμένη περίπτωση η συνέντευξη να προκλήθηκε από την παρουσία του υφυπουργού Οικονομικών Π. Δούκα, ο οποίος παρευρέθηκε σ’ αυτήν ως «αρχαιολάτρης» (και ως χορηγός;).


Για τον πάπυρο και το περιεχόμενό του δεν νομίζω ότι ακούστηκε κάτι καινούργιο. Βεβαίως σε τέτοιες συνεντεύξεις με εξειδικευμένο αντικείμενο οι δημοσιογράφοι δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν ποια από όσα λέγονται είναι νέα και ποια όχι. Ωστόσο εξαιτίας της καθυστέρησης της δημοσίευσης του παπύρου ελέχθησαν και ορισμένες απαράδεκτες κρίσεις. Δεν μπορεί να υποστηρίζεται ότι «οι άνθρωποι που ανέλαβαν την αποκρυπτογράφηση του παπύρου (εννοώντας προφανώς τον Κ. Τσαντσάνογλου και ίσως και τον αείμνηστο Στ. Καψωμένο) δεν ήταν ίσοι με το μέγεθος του έργου», όταν το ερευνητικό έργο των παραπάνω ερευνητών είναι καταξιωμένο διεθνώς. Στην προκειμένη μάλιστα περίπτωση ο ειπών τα παραπάνω εθεάθη «πριν από περίπου τρία χρόνια… στο γραφείο του κ. Τσαντσάνογλου να αντιγράφει το αποκρυπτογραφημένο από την αδημοσίευτη εργασία του καθηγητή» κείμενο! (Οι εντός εισαγωγικών φράσεις ή λέξεις είναι παρμένες από σχετικά δημοσιεύματα του Τύπου.)


Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.