Ο όρος «Βιοηθική» έχει μικρή σταδιοδρομία και χρονολογείται, ως «Bioethics», από το 1971, όταν ο V. R. Potter με αυτόν τον νεολογισμό επιχειρεί να θεματοποιήσει τα ηθικά και κοινωνικά προβλήματα που προκύπτουν από την ανάπτυξη της Βιολογίας. Παρεμφερώς, έχει χρησιμοποιηθεί ο όρος «Medical Ethics» ή «Biomedical Ethics» για να δοθεί η έμφαση στην «εφαρμοσμένη» («applied») φιλοσοφική αντιμετώπιση των προβλημάτων που εγείρει η πρακτική της Ιατρικής. More academico, χωρίς να παραγνωρίζεται η ευρεία του χρήση, μπορεί να εκληφθεί ως πλεονασμός η συστοίχηση των μερών που τον απαρτίζουν: «ηθική του βίου», εφόσον από την αρχαιότητα ήδη το «ηθικόν» και με την κατοπινή εκδοχή της «Ηθικής» επρόκειτο για τη φιλοσοφική «περί τα ήθη πραγματεία» ή συζήτηση περί των «ηθικών λόγων» (Αριστοτέλης, Ρητορική Α 2, 1356 a 26 και Πολιτικά Η 13, 1332 a 22). Αυστηρότερα, λοιπόν, πρόκειται για «αμερικανισμό» που αποδίδει την έρευνα της ηθικής των βιολογικών επιστημών, των φαινομένων που αυτές μελετούν και των πρακτικών που συνεπάγεται αυτή η μελέτη.


Τελευταία εισήχθη και ο όρος «Βιοπολιτική» («Biopolitics») που θα μπορούσε να αποδώσει, στο πεδίο των επιστημών της ζωής και των εφαρμογών τους, τη διασύνδεση οικονομικής – πολιτικής – ιδεολογικής σφαίρας. Η διασύνδεση, με ένα σύνολο διαδοχικών διαμεσολαβήσεων, είναι διακριτική και δεν υπονοεί μια λογική ταυτίσεων. Εκεί πάντως που έχουν φτάσει τα πράγματα στην «patriarchal America», ακόμη και η αργοπορημένη κριτική στον «επιστημονισμό» και τον «εργαλειακό λόγο» είναι ευπρόσδεκτη. Προφανώς οι επιχωριάζοντες αναγωγισμοί έχουν διπλή ρίζα, είτε ως βιολογισμός της κοινωνικής και πολιτικής ζωής είτε ως ιδεολογισμός ή κοινωνιολογισμός των επιστημών της ζωής. Η τεχνοφοβία επίσης υπήρξε ανέκαθεν η άλλη πλευρά της τεχνολαγνείας. Και οι δύο όμως συμπεριφορές συνοψίζουν διαφορετικές κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις που αφορούν τον τρόπο κατανόησης της ιστορίας με συγκλίνουσα τροχιά. Δηλαδή, στην πρώτη περίπτωση, η εικόνα του κύκλου και στη δεύτερη η εικόνα της γραμμής αποτυπώνουν είτε τη «συντηρητική» είτε την «προοδευτική» θεώρηση του ιστορικού γίγνεσθαι.


Ο χώρος των μεταλλαγμένων προϊόντων, όπως συνήθως ονομάζονται, με επίκεντρο τη διατροφή, προκύπτει από οργανισμούς που διαθέτουν ανασυνδυασμένο DNA, είτε με τη «συρραφή» γονιδίων είτε με γενετική τροποποίηση. Ταυτόχρονα με την εμπορευματοποίηση των εφαρμογών της Βιοτεχνολογίας, στις οποίες υπόκεινται και οι περιπτώσεις γενετικά τροποποιημένων θηλαστικών για την εξασφάλιση της πρώτης ύλης φαρμάκων που διαφορετικά θα ήταν πανάκριβα, είχε προβληθεί ως «ιστορική αναγκαιότητα» η κυκλοφορία και κατανάλωση μεταλλαγμένων προϊόντων για να μη βρεθεί τάχα στα όρια της πείνας η ανθρωπότητα. Και τούτο θα ήταν αναπότρεπτη πραγματικότητα, όπως κάποτε υποδεικνύεται, αν οι μικρές αγροτικές καλλιέργειες δεν είχαν περίπου δεκαπλάσια παραγωγή σε σχέση από μια εκτεταμένη μονοκαλλιέργεια, αν η ποσότητα της παραγωγής έλυνε από μόνη της την άνιση κατανομή των αγαθών, αν τα μεταλλαγμένα ήταν φθηνότερα από τα «συμβατικά» και αν προφανώς δεν προκαλούσαν γενετική ρύπανση στο ήδη έκθετο περιβάλλον. Το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης (και με κρατική επιδότηση) σόγιας στις Ενωμένες Πολιτείες είναι μεταλλαγμένο. Οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί, ως εμπόρευμα των υπερεθνικών αγροδιατροφικών-χημικών εταιρειών, θα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ολοένα και πιο έντονα στις δεκαετίες που έρχονται. Η Μεσόγειος, για να έλθουμε στα δικά μας, όσο δηλαδή μπορούμε να κάνουμε λόγο για δικό «μας» τόπο, θα μπορούσε να συναρτηθεί με μια άλλη στάση ζωής ή με μια άλλη αναζήτηση της «ευτοπίας»;


Η Βιοτεχνολογία ως ποιο βαθμό παρεμβαίνει στο ανθρώπινο γονιδίωμα; Οντως μετά το «τέλος της ιστορίας» που δεν έφτασε, θα επέλθει η «μετα-ανθρώπινη φάση της ιστορίας», όπως κι αυτή τη φορά οπτασιάζεται ο Francis Fukuyama; Ο κίνδυνος βρίσκεται αλλού: αν όσοι ελέγχουν τις τύχες της ιστορίας, δηλαδή οι «ιθύνουσες ελίτ» των ηγεμονικών δυνάμεων του «μεταδιπολικού κόσμου», δεν θα κληροδοτούν απλώς τα κοινωνικά «πλεονεκτήματα», αλλά θα τα μεταβιβάζουν και γενετικά. Αν κοντολογίς θα πρόκειται και για βιολογική αναπαραγωγή της υπάρχουσας κοινωνικής ιεραρχίας.


Τα οικεία ερωτήματα προφανώς είναι περισσότερα. Τώρα που διανοίγεται ο «Biotech Century» πώς θα (ανα)συγκροτηθεί το δίκτυο των αγοραφοβικών θεσμών; Και πώς αντίστοιχα, με την κατανόηση των όρων αναπαραγωγής τους, θα εκδιπλωθεί η πολυκεντρική αμφισβήτηση της εξουσίας των πολιτικών θεσμών, της ετερονομίας, της μισθωτής εργασίας, της μετατροπής των αξιών χρήσης σε εμπορεύσιμα καταναλωτικά προϊόντα, της καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος, της «ειρηνικής» χρήσης της πυρηνικής ενέργειας, της ανισότητας των φύλων, της παρεχόμενης εκπαίδευσης; Και θα εγγράφεται ως εναλλακτική πρόταση που αφορά τόσο τον χρόνο εργασίας όσο και τον ολοένα αυξανόμενο χρόνο της «σχόλης»; Πώς στοιχειοθετείται μια τέτοια χειραφετητική συλλογιστική και πρακτική, είναι θέμα άλλης επιφυλλίδας. Σπεύδω πάντως να υπομνήσω ότι τέτοια θέματα συζητούνται στις «Κυθηραϊκές Ημέρες», οι οποίες πραγματοποιούνται κάθε δύο χρόνια στα Κύθηρα, με την εξαιρετική φροντίδα του γιατρού Νίκου Παπαγαλάνη και των συνεργατών του.


Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.