Η Ρωσία εξέλεξε έναν νέο πρόεδρο. Εγώ ψήφισα και παρότρυνα όχι μόνο τους φίλους και την οικογένειά μου, αλλά και όλους τους πολίτες της Ρωσίας να πάνε στις κάλπες και να ρίξουν την ψήφο τουςπαρά το γεγονός ότι το αποτέλεσμα ήταν προβλέψιμο, ακόμη και προγραμματισμένο.
Η δημοτικότητα του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος υποστήριξε τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ και στη συνέχεια συμφώνησε να γίνει πρωθυπουργός του, έκανε το αποτέλεσμα να είναι προκαθορισμένο. Πολλοί άνθρωποι στη χώρα μας υπήρξαν επικριτικοί έναντι αυτού του μοναδικού χαρακτηριστικού που είχαν οι εκλογές.
Στους ψηφοφόρους δεν δόθηκε πραγματικά η ευκαιρία να συγκρίνουν τις προτάσεις των υποψηφίων για το πώς προτίθενται να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της χώρας. Ακόμη και τα περιθώρια επιλογής υποψηφίων για την προεδρία δεν ήταν ικανοποιητικά. Παρ΄ όλα αυτά, οι Ρώσοι πήγαν στις κάλπες και ψήφισαν- ένας ακόμη φόρος τιμής στο «φαινόμενο Πούτιν».
Οσο, όμως, σημαντικές και αν ήταν τους τελευταίους μήνες οι εκλογές για τη Δούμα και την προεδρία, τώρα σκέφτομαι τι θα συμβεί μετά.
Εχουμε τώρα μοναδική ευκαιρία να εκμεταλλευθούμε τη σταθερότητα και την αυτοπεποίθηση που επιτύχαμε τα τελευταία χρόνια και το ευνοϊκό κλίμα των διεθνών αγορών για να κινηθούμε αποφασιστικά στον δρόμο του εκσυγχρονισμού. Αυτό σημαίνει πολύ περισσότερα από το να εκσυγχρονίσουμε, απλώς, τις βιομηχανίες μας. Χρειάζεται να εκσυγχρονίσουμε τη διακυβέρνηση, να δημιουργήσουμε ρηξικέλευθη οικονομία, να δώσουμε και πάλι έμφαση στην Παιδεία και στην Υγεία καθώς και, ως πρώτη προτεραιότητά μας, να μειώσουμε το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών, καταπολεμώντας παράλληλα τη διαφθορά και τη γραφειοκρατία. Σε μια ευπρόσδεκτη κίνηση, τόσο ο πρόεδρος Πούτιν όσο και ο υποψήφιος Μεντβέντεφ επικεντρώθηκαν σε αυτές τις προκλήσεις τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής εκστρατείας τους. Δεν έχω αμφιβολία ότι θα κάνουν το καλύτερο που μπορούν. Αλλά οι προσπάθειές τους από μόνες τους δεν θα είναι αρκετές για να επιτύχουν.
Σε όλα τα επίπεδα- ομοσπονδιακό, περιφερειακό, ακόμη και τοπικό- χρειαζόμαστε μείζονες αλλαγές στα πρόσωπα. Δεν κάνω έκκληση για μια εκστρατεία του τύπου «κλωτσήστε τους αλήτες έξω». Χρειάζεται να επιμορφώσουμε τους αξιωματούχους ώστε να εφοδιαστούν με νέους τρόπους να λύνουν προβλήματα· και ακόμη περισσότερο οφείλουμε να ανοίξουμε τον δρόμο στους νέους.
Αν δεν γίνει αυτό, πολλές από τις υποσχέσεις που δόθηκαν στον λαό δεν θα τηρηθούν και καμία εκστρατεία δημοσίων σχέσεων δεν θα καταφέρει να αλλάξει αυτό το γεγονός. Γνωρίζουμε από τις εμπειρίες άλλων κρατών ότι προβλήματα τέτοιου μεγέθους μπορούν να επιλυθούν μόνο σε περιβάλλον πραγματικής δημοκρατίας, σε μια κοινωνία των πολιτών στην οποία η κυβέρνηση είναι υπόλογη στον λαό και ο λαός δεν φοβάται να αναλάβει πρωτοβουλίες. Μερικοί θα φέρουν αντίρρηση σε αυτό, λέγοντας ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να «χαλαρώσουμε τα ηνία» και ότι αυτό που χρειάζεται η Ρωσία δεν είναι και άλλα πειράματα δημοκρατίας αλλά μία ισχυρή εξουσία και ένα «αυστηρό χέρι». Ωστόσο η ισχυρή εξουσία χωρίς να υπάρχει πραγματική υποστήριξη από τον λαό μπορεί να αποβεί ανίκανη. Ο Πούτιν έλαβε υποστήριξη επειδή κατανόησε αυτό που ήθελε ο λαός. Δηλαδή την επαναφορά της σταθερότητας και την αναδόμηση του ρωσικού κράτους. Τώρα είμαστε αντιμέτωποι με ακόμη μεγαλύτερες, προκλητικές, πραγματικά ιστορικές αποστολές και για να τις εκπληρώσουμε χρειαζόμαστε ένα νέο επίπεδο «αλληλοτροφοδοσίας» μεταξύ του κράτους και της κοινωνίας. Και αυτό με φέρνει στο θέμα το οποίο συνέχεια τονίζω: προκειμένου να έχουμε ένα αποτελεσματικό σύστημα διακυβέρνησης χρειάζεται να αλλάξουμε το εκλογικό σύστημά μας. Οχι απλώς «μερεμέτια», αλλά ευρείες αλλαγές στους μηχανισμούς των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών και των εκλογών των κυβερνητών. Ως πρώτη προτεραιότητα προτείνω την επιστροφή σε μεικτό σύστημα βουλευτικών εκλογών ώστε οι ψηφοφόροι να μπορούν να ψηφίζουν τόσο σε «λίστες κομμάτων» όσο και ξεχωριστά για υποψηφίους. Οι πολίτες οφείλουν να είναι βέβαιοι ότι ο αντιπρόσωπος τον οποίον επέλεξαν θα δουλέψει για λογαριασμό τους. Μετά τις εκλογές για τη Δούμα τον Δεκέμβριο, 113 ηγετικοί υποψήφιοι από τις λίστες των κομμάτων που κέρδισαν εκχώρησαν την εντολή τους σε ελάχιστα γνωστούς αντικαταστάτες τους. Εκατόν δεκατρείς- δηλαδή το ένα τέταρτο των εκλεγμένων υποψηφίων! Οι ψηφοφόροι αξίζουν περισσότερο σεβασμό. Πιστεύω ότι το «πλαφόν» για την είσοδο ενός κόμματος στη Δούμα θα πρέπει να μειωθεί από το 7% στο 5%, όπως ήταν στις εκλογές του 2003 και πριν από την αλλαγή της νομοθεσίας το 2006. Οι κυβερνήτες θα πρέπει να εκλέγονται με λαϊκή ψήφο ξανά, και όχι με επιλογή του προέδρου που θα εγκρίνεται από τη Βουλή στις περιφέρειες. Στην προεκλογική εκστρατεία έγινε και κάποια συζήτηση σχετικά με την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας. Αναγνωρίζεται πια ότι τα τελευταία χρόνια η Ρωσία έχει σε μεγάλο βαθμό ανακτήσει τη θέση της στη διεθνή σκηνή. Με αυτό έρχεται ακόμη μεγαλύτερη ευθύνη αλλά επίσης και η ανάγκη να αναθεωρήσουμε τις θέσεις μας σε κάποια ζητήματα, αλλά και στο ύφος με το οποίο ασκούμε την εξωτερική πολιτική μας.
Οι εταίροι της Ρωσίας χρειάζεται και αυτοί να πράξουν περισσότερα, προκειμένου να υπάρξει αλληλοκατανόηση. Μερικοί από αυτούς αντί να προβούν σε αντικειμενική ανάλυση επιμένουν να κατηγορούν τη Ρωσία για πραγματικά ή φανταστικά προβλήματα. Και ορισμένα δυτικά ΜΜΕ έχουν αναπτύξει εμμονή, χρησιμοποιώντας αντιρωσικά στερεότυπα και μια γενικευμένη κριτική κατά της χώρας μας.
Σε αυτό απαντώ: Ο λαός μας είναι περισσότερο δημοκρατικός απ΄ ό,τι πιστεύετε παρά τη μεταβλητότητα της ρωσικής ιστορίας. Αυτό το έθνος άντεξε 250 χρόνια μογγολικής κυριαρχίας, στη συνέχεια καθεστώς δουλοπαροικίας υπό τους τσάρους και δεκαετίες ζωής χωρίς ελευθερία υπό τους κομμουνιστές. Αλλά ο λαός μας μπορεί να μάθει από το παρελθόν του. Θα κάνει τις σωστές επιλογές, θα διαλέξει τι να δεχθεί και τι να απορρίψει. Θα χρειαστεί χρόνος, αλλά η Ρωσία έχει μόνο ένα μέλλον: τη δημοκρατία.
Ο κ. Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ήταν ηγέτης της πρώην Σοβιετικής Ενωσης από το 1985 ως την κατάρρευσή της το 1991. Βραβεύτηκε με το Νομπέλ Ειρήνης το 1990 και σήμερα είναι πρόεδρος του Διεθνούς Ιδρύματος Κοινωνικο-οικονομικών και Πολιτικών Μελετών «Γκορμπατσόφ».