Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα αίτια της κρίσης είναι διεθνή. Η τραπεζική κρίση ξεκίνησε στις ΗΠΑ με την αλόγιστη χορήγηση επισφαλών στεγαστικών δανείων, που προκάλεσαν τεράστιες ζημιές στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Οι ζημιές αυτές οδήγησαν σε αύξηση των επιτοκίων, επιδείνωση των όρων δανεισμού και, κατ’ επέκταση, σε κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας. Το φάσμα της ύφεσης και της ανεργίας επανήλθε στο προσκήνιο, απειλώντας την κοινωνική συνοχή.


Παράλληλα, η εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου και των τροφίμων υποσκάπτει την αγοραστική δύναμη, εντείνοντας το πρόβλημα της φτώχειας. Η παγκοσμιοποίηση συνέβαλε στη διάρκεια των τελευταίων ετών ώστε να ενταχθούν εκατομμύρια συνάνθρωποί μας στο σύγχρονο τρόπο ζωής. Η αύξηση όμως της ζήτησης από τις νέες οικονομικές υπερδυνάμεις, όπως η Κίνα και η Ινδία, επανεγκλωβίζει, μέσω της επιτάχυνσης του πληθωρισμού, ένα μεγάλο μέρος όσων ευνοήθηκαν από την παγκοσμιοποίηση στην παγίδα της φτώχειας.


Το ξεπέρασμα της κρίσης απαιτεί την άσκηση συντονισμένης πολιτικής σε παγκόσμια κλίμακα. Πολιτική επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, πιστωτικές διευκολύνσεις στις ζημιογόνες τράπεζες, προώθηση εναλλακτικών πηγών ενέργειας, απελευθέρωση του εμπορίου στα τρόφιμα αποτελούν εργαλεία μιας στρατηγικής για τη σταθεροποίηση και ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας.


Ωστόσο εθνικές πολιτικές μπορούν να συμβάλουν αποφασιστικά στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης, συμπληρώνοντας τη διεθνή στρατηγική και ενισχύοντας τη θωράκιση των χωρών απέναντι στα αποσταθεροποιητικά φαινόμενα.


Η Ελλάδα φαίνεται να κοιμάται. Η έξαρση του πληθωρισμού θα έπρεπε να αποτελέσει την αφορμή για μια επιθετική πολιτική ενίσχυσης του ανταγωνισμού καθώς και για προοδευτικότερη φορολογική πολιτική, με σκοπό τη στήριξη των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων. Τα κλειστά επαγγέλματα επιβαρύνουν τις τιμές. Το υπέρογκο τίμημα αγοράς αδειών άσκησης επαγγέλματος (π.χ. για διεθνείς μεταφορές) καθώς και άλλες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταφέρονται στις τιμές των προϊόντων. Τα κυκλώματα των μεσαζόντων, ιδιαίτερα στο εμπόριο τροφίμων, που επιβιώνουν λόγω της απουσίας εποπτικού πλαισίου λειτουργίας των αγορών, επιβαρύνουν επίσης σημαντικά τον τιμάριθμο.


Εξάλλου η επιδείνωση της ανισοκατανομής του εισοδήματος θα έπρεπε να οδηγήσει στην, σε κάθε περίπτωση, αναγκαία αναθεώρηση της φορολογικής πολιτικής σε προοδευτικότερη κατεύθυνση με μείωση έμμεσων φόρων, κατάργηση φόρων υπέρ τρίτων, υψηλότερη φορολόγηση του πλούτου.


Η σημερινή κυβέρνηση αδρανεί. Δεν βλέπει τα χειρότερα που έρχονται. Η απουσία ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων για τη μετάβαση στην οικονομία της γνώσης καθιστά τη χώρα μας ευάλωτη στον ανταγωνισμό των χωρών χαμηλού εργατικού κόστους που παράγουν σε διαρκώς αυξανόμενη κλίμακα προϊόντα και υπηρεσίες παραδοσιακής οργάνωσης και τεχνολογίας. Η μείωση των ρυθμών ανάπτυξης θα περιορίσει τα εισοδήματα και θα αυξήσει την ανεργία. Η ανατροπή αυτής της προοπτικής προϋποθέτει τη χάραξη και εφαρμογή μιας νέας πολιτικής.


Ο κ. Γιάννος Παπαντωνίου είναι πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ.