Αρχισε την Παρασκευή το πρωί και κλείνει τις εργασίες του σήμερα Κυριακή το βράδυ το διεθνές συνέδριο του Ιστορείν για τα συναισθήματα στο αμφιθέατρο της Εθνικής Τράπεζας. Τη σημασία των συναισθημάτων για την πολιτική τη γνωρίζουν οι επικοινωνιολόγοι και οι σχεδιαστές τής πολιτικής αλλά πολύ λιγότερο την καταλαβαίνουν οι ιστορικοί τής πολιτικής.


Θα είχαμε μια πολιτική ιστορία, ή καλύτερα μια δημόσια ιστορία, μια ιστορία των δημοσίων συμπεριφορών, πολύ πιο ευαίσθητη, πολύ πιο κοινωνική, πολύ πιο πραγματική, πολύ πιο ενδιαφέρουσα, με μεγαλύτερη εμβέλεια κατανόησης, αν μπορούσαμε να καταπιαστούμε χωρίς ερασιτεχνισμούς, συστηματικά και σε βάθος, με την ιστορία των συναισθημάτων. Αλλά η ιστορία των συναισθημάτων δεν είναι μια βοηθητική επιστήμη για να καταλάβουμε την πολιτική ιστορία, ή για να τη γράφουμε και να τη σκεφτόμαστε μόνο σε σχέση και σε αναφορά με την πολιτική ιστορία. Δεν είναι ούτε βοηθητική αλλά ούτε και αυτόνομη ιστορία. Αναπτύχθηκε μαζί με την κοινωνική ιστορία, αλλά σε μια κατεύθυνση που οδήγησε πέρα από την ποσοτική οικονομική ιστορία, την ιστορία των μετρήσιμων μεγεθών, σε διάλογο με την ψυχολογία και την κοινωνική ανθρωπολογία προς την κατεύθυνση της νέας κοινωνικής και νέας πολιτισμικής ιστορίας.


Εκείνο που τονίστηκε είναι ότι η ιστορία των συναισθημάτων στην πραγματικότητα λειτουργεί διευρύνοντας το βλέμμα της Ιστορίας. Γιατί το βλέμμα της Ιστορίας είναι δημόσιο. Τα δημόσια πράγματα βλέπει και τα δημόσια πράγματα καταγράφει. Κατά κάποιο τρόπο ακολουθεί τις μεταβολές τής έννοιας του δημόσιου χώρου. Αλλά η ιστορία των συναισθημάτων δεν είναι μια ιστορία που μας οδηγεί στο να καταλάβουμε καλύτερα την ιστορικότητα του δημόσιου χώρου αλλά μια ιστορία που μας πάει πέρα από τον δημόσιο χώρο, πέρα από τη διχοτομία δημόσιο/ιδιωτικό. Είναι μια ιστορία που διευρύνει το βλέμμα της Ιστορίας, που διευρύνει το οπτικό της πεδίο έτσι που να κατευθύνεται στο σύνολο της ανθρώπινης εμπειρίας.


Επομένως η ιστορία των συναισθημάτων είναι συστατικό στοιχείο αυτής της μεγάλης μεταβολής που συνέβη στην Ιστορία και η οποία άρχισε μέσα από τον 20ό αιώνα για να επιταχυνθεί τις τελευταίες δεκαετίες του. Η Ιστορία δεν είναι πλέον αυτό που υπήρξε, δηλαδή η αποτύπωση του δημόσιου βλέμματος.


Η ιστορία των συναισθημάτων, στον νεότερο και σύγχρονο κόσμο, και κυρίως στη Δύση, ακολούθησε μια καμπύλη από την πειθάρχηση και την εσωτερίκευση στην έκφραση και στην προβολή των συναισθημάτων. Στην αρχική πορεία της καμπύλης αυτής βρίσκονται οι «διαδικασίες του πολιτισμού», η αυλική κουλτούρα, η Μεταρρύθμιση αλλά και η Αντιμεταρρύθμιση, ο Διαφωτισμός, η Βικτωριανή εποχή. Διαδικασίες πειθάρχησης των συναισθημάτων αλλά επίσης και διακρίσεις με βάση την πειθάρχηση των συναισθημάτων και την αυτοσυγκράτηση, ανάμεσα στους ενηλίκους και στα παιδιά, ανάμεσα στις ανώτερες και στις κατώτερες τάξεις, ανάμεσα στους πολιτισμένους Ευρωπαίους και στους «απολίτιστους» Ανατολίτες και Αφρικανούς, ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες. Η πολιτική των συναισθημάτων γίνεται στοιχείο της συγκρότησης μιας σειράς ταυτοτήτων κοινωνικών και έμφυλων. Στον αντίποδα αυτής της πορείας, στις πρόσφατες δεκαετίες, βρίσκονται η διάδοση της ψυχαναλυτικής γλώσσας και κουλτούρας, τα κινήματα για τα δικαιώματα, η προβολή τής διαφοράς.


Η έκφραση των συναισθημάτων δεν θεωρείται ντροπή αλλά διάκριση, και αυτό συνοδεύεται από ανάλογες σωματικές στάσεις. Ο Βίλι Μπραντ γονατίζει στο Γκέτο της Βαρσοβίας, ο κινηματογραφικός φακός συγκεντρώνεται στο δάκρυ, το φιλί στο «Οσα παίρνει ο άνεμος» δίνει παράδειγμα για τα δημόσια φιλιά και τη δημόσια έκφραση του έρωτα. Η πορεία αυτή από την πειθάρχηση στη δημόσια έκφραση των συναισθημάτων δεν διαμόρφωσε μόνο τους κώδικες του πολιτισμού τής νεωτερικότητας αλλά επίσης το ιστορικό βλέμμα και την ιστορική γλώσσα. Επομένως η Ιστορία, ακόμη και ως διαδικασία διεύρυνσης του δημόσιου βλέμματος, ακολούθησε μια ανάλογη καμπύλη, όχι κατ’ αναλογίαν, αλλά ως μέρος αυτής της ίδιας της καμπύλης του πολιτισμού. Οι δεσμοί Ιστορίας και συναισθήματος είναι πολύ βαθύτεροι από ό,τι υποθέτουμε και από ό,τι υποθέτει η καταστατική συνθήκη της Ιστορίας που τη θέλει αποστασιοποιημένη, ουδέτερη, χωρίς συναισθήματα.


Η διαδικασία της ιστορικοποίησης συνδέεται με τα συναισθήματα που προκαλεί η απώλεια αυτού που είναι οικείο και για να γίνει ιστορικό χρειάζεται να περάσει μέσα από τη διαδικασία της αποξένωσης και της επανασυμφιλίωσης. Αυτή η διαδικασία είναι που στην ψυχανάλυση έχει περιγραφεί ως διαδικασία του πενθείν. Η ιστορία ως διαδικασία του πένθους έχει σημασία για τις σημερινές συνθήκες μέσα στις οποίες λειτουργεί η ιστορία.


Ο 20ός αιώνας ήταν ένας αιώνας τραυματικός, αλλά και μια εποχή επίσης στην οποία η έννοια του τραύματος και του υποφέρειν αναδείχθηκε, εκφράστηκε, έγινε ορατό στον δημόσιο χώρο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ζητήματα όπως το Ολοκαύτωμα, οι βιαιότητες της Κατοχής και των εμφυλίων πολέμων, το 1922 και ο μεγάλος ξεριζωμός, η αρμενική γενοκτονία βρίσκονται στο επίκεντρο των συζητήσεων. Οπως έγραφε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν ένας ισχυρός αέρας φυσάει και συμπαρασύρει τον άγγελο της Ιστορίας στον δημόσιο χώρο. Αλλά δεν τον προσγειώνει σε ήρεμα σπουδαστήρια όπου μελετάμε για να μαθαίνουμε, αλλά σε ταραγμένες πλατείες. Ταραγμένες από συναισθήματα και πάθη.


Η δημόσια ιστορία σήμερα είτε έχει να κάνει με τα τραύματα και με τις διαιρεμένες και τραυματισμένες μνήμες είτε έχει να κάνει με τη νοσταλγία, τη μελαγχολία, την ελπίδα ή την παραμυθία, είναι πάντως μια ιστορία στην οποία τα συναισθήματα και η έκφραση των συναισθημάτων έχουν κεντρικό ρόλο. Ακόμη και στην τρέχουσα διαμάχη για τα σχολικά βιβλία Ιστορίας, η υπόθεση του συναισθήματος παίζει κεντρικό ρόλο, καθώς κατηγορείται ο νέος τρόπος γραφής εγχειριδίων για έλλειμμα και απουσία συναισθήματος. Ο εθνικισμός, όπως είδαμε στο συνέδριο αυτό, έπαιξε κατ’ εξοχήν με τα συναισθήματα. Επομένως η Ιστορία είτε ως καταστατική συνθήκη μέσα από την οποία ιστορικοποιεί το παρελθόν είτε μέσα από την πλαισίωσή της στον δημόσιο χώρο σχετίζεται με τα συναισθήματα. Με τη σχέση αυτή ανάμεσα στην Ιστορία και στο συναίσθημα ασχολήθηκε αυτό το συνέδριο. Ηταν ένα φόρουμ στο οποίο ιστορικοί, κοινωνικοί ανθρωπολόγοι, φιλόλογοι, φιλόσοφοι, κοινωνικοί και πολιτικοί επιστήμονες προσέγγισαν, ο καθένας μέσα από αρχείο του, το πρόβλημα των συναισθημάτων. Συμμετείχαν εμβληματικές προσωπικότητες στην ιστορία των συναισθημάτων που ήλθαν από την Ευρώπη, την Αμερική και την Ιαπωνία.


Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.