Μ ε ένα βραβείο ήδη στα χέρια της, την πρόσφατη διάκρισή της από την Εuropa Νostra, η αρχιτεκτονική ομάδα που πραγματοποίησε την αποκατάσταση και ανάδειξη του γαλεριανού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης, θα ασχοληθεί τώρα και με την Αψίδα του. Πρόκειται για τις κυρίες Φανή Αθανασίου , Βενετία Μάλαμα,Μαρία Μίζα και Μαρία Σαραντίδου, αρχιτέκτονες της ΙΣτ΄ ΕφορείαςΑρχαιοτήτων, που είχαν αναλάβει το έργο του γαλεριανού συγκροτήματος, για το οποίο και τιμήθηκαν με μετάλλιο από τον σημαντικό ευρωπαϊκό οργανισμό.
Η αποκατάσταση της αψιδωτής αίθουσας των ανακτόρων του Γαλέριου στην οδό Γούναρη, αποτελεί συνέχεια του έργου το οποίο άρχισε το 1994 και θα ολοκληρωθεί με αυτή την επέμβαση. Η μελέτη την οποία συνέταξε η αρχιτεκτονική ομάδα, με συντονίστρια την προϊσταμένη της Εφορείας κυρία Λίλιαν Αχειλαρά, εγκρίθηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και θα υλοποιηθεί με χρηματοδότηση από το Γ΄ ΚΠΣ. Να σημειωθεί ότι η αψιδωτή αίθουσα αποτελούσε σημαντικό οικοδόμημα του ανακτόρου του Γαλέριου στο νοτιοανατολικό τμήμα της πόλης, η οποία όπως είναι γνωστό υπήρξε σημαντικό αστικό κέντρο της Υστερης Αρχαιότητας λόγω της στρατηγικής θέσης της. Η πρώτη ανασκαφική έρευνα στον χώρο έγινε το 1939 αλλά το συγκεκριμένο μνημείο, το οποίο εντελώς συμβατικά ονομάζεται «αψιδωτή αίθουσα», ανασκάφηκε το διάστημα 1968-1975, με κάποιες πρόσθετες εργασίες το 2007. Οσο για την ερμηνεία του, έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις, ότι δηλαδή μπορεί να ήταν χώρος τελετών σχετιζόμενος με τον παρακείμενο ιππόδρομο, ότι μπορεί να ήταν λατρευτικός χώρος προς τιμήν του Καβείρου και, τέλος, ότι μπορεί να ήταν τρικλίνιο, ήτοι κτίριο συμποσίων και δεξιώσεων του γαλεριανού συγκροτήματος.
Το κτίριο διατηρείται σήμερα στη μορφή ανοικτού ερειπίου, με σωζόμενο ύψος από 70 εκατοστά ως 3 μέτρα. Η έκθεση των δομικών υλικών του στις καιρικές συνθήκες αλλά και η λειτουργία του αρχαιολογικού χώρου ως παιδότοπου ως το 2000 έχουν προκαλέσει μεγάλες φθορές, τις οποίες καλείται να αναστρέψει η επέμβαση. Παράλληλα όμως πρόκειται να διαμορφωθεί και ο περιβάλλων χώρος του μνημείου για τη χωροταξική αποκατάσταση της σχέσης με τα υπόλοιπα κτίρια του συγκροτήματος, την απελευθέρωση του μνημείου από τις σύγχρονες κατασκευές και την αναβάθμισή του με νέες συμβατές χρήσεις.