Oταν το είδαν στα σχέδια οι Βάσκοι όχι απλώς έφριξαν, αλλά κατέβηκαν στους δρόμους για να καταγγείλουν τον «αμερικανικό ιμπεριαλισμό». Το 70% των κατοίκων του Μπιλμπάο αμφισβητούσε τη σημασία του ως και την παραμονή των εγκαινίων του περίφημου κτιρίου. Δέκα χρόνια αργότερα το διάσημο (όχι μόνο για το περιεχόμενο της συλλογής του, αλλά και για την αρχιτεκτονική μορφή του) Μουσείο Γκουγκενχάιμ του Μπιλμπάο γιορτάζει την πρώτη μεγάλη επέτειο παρουσιάζοντας έναν θριαμβευτικό απολογισμό. Με 1,3 εκατομμύριο επισκέπτες (αντί για τις 500.000 που ανέμεναν τον πρώτο χρόνο) και 4.500 υπαλλήλους (το 2003) αποτελεί το βασκικό «οικονομικό θαύμα» καθώς και λαμπρή απόδειξη του πώς ο πολιτισμός δρα ως κινητήριος δύναμη στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη μιας περιοχής. Πρόσφατα οι βασκικές αρχές ανήγγειλαν ότι τα 150 εκατ. ευρώ του επενδυτικού κεφαλαίου καλύφθηκαν εξ ολοκλήρου από τους συμπληρωματικούς φόρους που εισήγαγε το μουσείο. Με τη συμπλήρωση μιας δεκαετίας (χθες, 19 Οκτωβρίου) από το άνοιγμα του μουσείου στο κοινό, η πόλη ανήκει πλέον στη σφαίρα των πολιτιστικών πρωτευουσών, με ένα αρχιτεκτονικό διαμάντι στην ψυχή του που ελκύει διάσημους και μη επισκέπτες από όλον τον κόσμο.

Ο αμερικανός «μεσσίας»
Οξύμωρο ή όχι, πάντως όλα οφείλονται στο επεκτατικό σχέδιο ενός… αμερικανού οραματιστή. Παρά τα μεικτά αποτελέσματα και ορισμένες απογοητεύσεις, ο Τόμας Κρενς, νυν διευθυντής του φημισμένου Μουσείου Γκουγκενχάιμ της Νέας Υόρκης και πρόεδρος του ομώνυμου Ιδρύματος, συνεχίζει ακάθεκτος να διευρύνει την ισχύ και το κύρος του μουσείου στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Σε αυτό το πλαίσιο «τα μουσεία δεν επιβιώνουν παρά μόνο αν παγκοσμιοποιηθούν» επαναλαμβάνει με κάθε ευκαιρία.

Με απεριόριστο ορίζοντα, η πολιτική της εξάπλωσής του έχει επί του παρόντος ανοιχτές παρτίδες με τη Βραζιλία, τη Ρωσία, τη Σιγκαπούρη, την Κίνα, την Ταϊβάν, το Μεξικό και το Αμπου Ντάμπι. Παράλληλα, επισφραγίζει την κυριαρχία του και στην αμερικανική χώρα. Οι περισσότερες «συμμαχίες» βρίσκονται στα σπάργανα, άλλες ακυρώνονται, αλλά το όραμα παραμένει αλώβητο.

Δύο παράμετροι ορίζουν αυτή τη στοχευμένη, ατέρμονη «εκστρατεία» του Κρενς: πρώτον, η αναζήτηση εγχώριων, χρηματοοικονομικών εταίρων και η εμπορευματοποίηση του ονόματος Γκουγκενχάιμ για να μειώσει το οικονομικό ρίσκο· δεύτερον, η εκμετάλλευση του ίδιου του μουσείου ως «οχήματος» εξάπλωσης: η αρχιτεκτονική τους είναι καθαυτή έργο τέχνης, δημιουργία ex nihilo γνωστών αρχιτεκτόνων ( Φρανκ Γκέρι,Ζάχα Χαντίντ, Χάνι Ρασίντ,Ρεμ Κούλχαας κ.ά.) και αποτελεί πάντα πόλο έλξης του ευρύτερου, «παγκοσμιοποιημένου» κοινού, πηγή τουρισμού. Σε χίλια χρόνια ενδεχομένως θα επισκεπτόμαστε τα Γκουγκενχάιμ ως αξιοθέατα, όπως σήμερα τους καθεδρικούς ναούς.

Προτού αναλάβει πρόεδρος του Ιδρύματος, ο κ. Κρενς ως απλός διευθυντής μουσείου είχε γευθεί πολλάκις τη γεύση της αποτυχίας. Αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο στο παράρτημα του Γκουγκενχάιμ στο Νότιο Μανχάταν. Κατόπιν χρειάστηκε να φρενάρει την επέκταση του παραρτήματος στο Λας Βέγκας, διατηρώντας τελικά μόνο τον πυρήνα του αρχικού σχεδίου, το Guggenheim Εrmitage, δηλαδή έναν μικρό χώρο μέσα στο καζίνο Venezia, το οποίο χρηματοδότησε κάποιος ρώσος μεγιστάνας. Εκείνο ωστόσο που του κόστισε περισσότερο ήταν το ότι ματαίωσε τη δημιουργία παραρτήματος του Γκουγκενχάιμ στην ανατολική πλευρά της Νέας Υόρκης, για το οποίο είχε υποσχεθεί 950 εκατ. δολάρια στον διάσημο αρχιτέκτονα Φρανκ Γκέρι, τον δημιουργό του Μουσείου του Μπιλμπάο.

Αυτή τη δαπανηρή και ενδεχομένως βλαβερή στρατηγική απέφευγε ο πρώην επικεφαλής του Γκουγκενχάιμ, ο κροίσος Πίτερ Λιούις, ιδιοκτήτης ασφαλιστικής εταιρείας στο Κλίβελαντ. Εν τούτοις, παρ΄ ότι ήταν ο κύριος ευεργέτης του μουσείου (έχοντας δωρίσει 77 εκατ. δολάρια μεταξύ 1993 και 2005), έχασε, προς μεγάλη έκπληξη όλων, στη μονομαχία του με τον Κρενς, ο οποίος έχαιρε της υποστήριξης του ΔΣ του Ιδρύματος. Εκτοτε ο Κρενς συνεχίζει επιθετικά την επεκτατική πολιτική του.

Επτά κηδείες και τρεις γάμοι
Ο κ. Κρενς, άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του, έχει αναγκαστεί, τουλάχιστον προσωρινώς, να εγκαταλείψει το υπερφιλόδοξο πλάνο του στη Βραζιλία, αφού η κυβέρνηση του Ρίο ντε Τζανέιρο πρόβαλε αντιρρήσεις. Παρεμφερή σχέδια για παραρτήματα του μουσείου στο Τόκιο, στη Σιγκαπούρη, στην Ταϊτσούνγκ (Ταϊβάν), στην Γκουανταλαχάρα (Μεξικό) φαίνεται προς το παρόν να παραπέμπονται στις ελληνικές καλένδες. Το εγχείρημα για ένα μουσείο στο Χονγκ Κονγκ σε συνεργασία με το Κέντρο Πομπιντού ήδη απεορρίφθη. Ακόμη και στη Νέα Υόρκη η προσπάθεια επέκτασης ενός τμήματος του Γκουγκενχάιμ πλάι στο υπό ανέγερσιν στάδιο μπέιζμπολ των Γιάνκις δεν τελεσφόρησε.

Στην ουσία, μετά τις άκρως επιτυχημένες περιπτώσεις του Μπιλμπάο και του Βερολίνου, και αν εξαιρέσουμε το Μουσείο της Βενετίας το οποίο ανήκει στους κληρονόμους της Πέγκι Γκουγκενχάιμ (ανιψιάς του ιδρυτή της «αυτοκρατορίας» Σόλομον Γκουγκενχάιμ ), μόνο το έργο στο Αμπού Ντάμπι φαίνεται επί του παρόντος ικανό να ευοδωθεί. Μολοντούτο ο κ. Κρενς δεν είναι πρόθυμος να αλλάξει φιλοσοφία. «Το Γκουγκενχάιμ», επαναλαμβάνει όπου σταθεί και όπου βρεθεί, «πρέπει να γίνει ένα διεθνές προϊόν» του οποίου η «ψυχή» θα εδρεύει πάντα στη Νέα Υόρκη, την «παγκόσμια πόλη». Στα συρτάρια του κρύβει νέα χαρτιά επέκτασης.