Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο (1953-2003) στη σύντομη ζωή του υπήρξε ο μεγάλος ρομαντικός της επανάστασης που ερωτεύτηκε και τραγούδησε τις πληγές και τις ουτοπίες της πατρίδας του, της Χιλής, όπως τις έζησε στο πετσί του όσο έζησε εκεί. Το μυθιστόρημά του Μακρινό αστέρι είναι η μεγάλη του κληρονομιά στην παγκόσμια λογοτεχνία. Προτού ακόμη μάθει να κολυμπά στα νερά της πεζογραφίας πέρασε στην απέναντι όχθη της ποίησης, διασχίζοντας το ποτάμι της πολιτικής δράσης με συλλήψεις και αυτοεξορίες, με αποτέλεσμα την τραυματική εκγύμναση των πολιτικών του πεποιθήσεων. Υπήρξε ο πολυταξιδεμένος, περιπλανώμενος και ανέστιος συγγραφέας που του έστησαν πολλές παγίδες οι πολιτικοί του αντίπαλοι (που δεν ήταν άλλοι από τη χούντα του Πινοσέτ και τα φασιστικά καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής), αλλά και ο συγγραφέας που μας υπέδειξε τον εύκολο κατήφορο που μπορεί να πάρει η λογοτεχνία όταν φλερτάρει με τις δικτατορίες, την πολιτική βία και το Κακό.


Το Μακρινό αστέρι είναι ένα εξαιρετικά τραγικό, σαρκαστικό, πολιτικό, αστυνομικό μυθιστόρημα για τη Χιλή και τη Λατινική Αμερική. Πρωταγωνιστής ένα πρόσωπο με διπλή ταυτότητα και ρόλο: εκείνο του ποιητή Αλβέρτο Ρουίς-Τάγλε και εκείνο του πιλότου της χιλιανικής αεροπορίας Κάρλος Βίντερ, ο οποίος όχι μόνο εκτελεί ως ρομπότ τα θύματά του αλλά και το ευχαριστιέται. Είναι ωστόσο και ένα μυθιστόρημα για τη λογοτεχνία – και ειδικότερα τη σχέση της με το Κακό. Το 1968 ο Ραούλ Ντελόρμ, και ενώ «οι μελλοντικοί μυθιστοριογράφοι της Γαλλίας έσπαγαν τούβλα στα παράθυρα των Λυκείων», αποφασίζει να ιδρύσει το κίνημα των Βάρβαρων Συγγραφέων, προετοιμάζοντας τον ερχομό της νέας λογοτεχνίας, μιας λογοτεχνίας που θα μπορούσε να είναι για όλους – «στην πράξη όμως θα ήταν μόνο για εκείνους που ήταν ικανοί να διασχίσουν την πύρινη γέφυρα».


Αυτή την «πύρινη γέφυρα», νέος ακόμη, διάβηκε ο Ρομπέρτο Μπολάνιο με το Μακρινό αστέρι του, ένα βιβλίο περίπλοκο, πυκνό, σκοτεινό, γκόθικ, αστραφτερό από πολιτικές θέσεις, που αντικατοπτρίζει την πολιτική και πολιτιστική πολυπλοκότητα της Λατινικής Αμερικής και τις σχέσεις της με τους συγγραφείς της. Και στο διάβα αυτής της γέφυρας ο Μπολάνιο ξεκινά την αναζήτηση του Κάρλος Βίντερ, για τον οποίο έχει την πεποίθηση ότι είναι ζωντανός και ότι κάπου κρύβεται με άλλο όνομα, με ίχνη χαμένα στη Νότια Αφρική, στη Γερμανία, στην Ιταλία. Αλλωστε δεν είναι ο μόνος που τον αναζητεί, αφού «και άλλοι φανατικοί οργώνουν τον κόσμο αποφασισμένοι να τον βρουν και, αν όχι να τον φέρουν πίσω στη Χιλή, τουλάχιστον να βγάλουν μια φωτογραφία μαζί του». Ο τελευταίος που είδε τον Βίντερ τον θυμάται «με ένα ποτήρι ουίσκι με ένα χέρι που ασφαλώς δεν έτρεμε και να κοιτάζει ένα νυχτερινό τοπίο».


Ο άνθρωπος-αίνιγμα Κάρλος Βίντερ και η αναζήτησή του είναι η μεταφορά των δεινών της Λατινικής Αμερικής και της λογοτεχνίας της – και όχι μόνο. Είναι η αναζήτηση και η προσέγγιση του Κακού. Και ο Μπολάνιο, μέσω της συμβολικής αναζήτησης ενός ποιητή-ναζιστή, δίνει την τερατώδη διάσταση στη σχέση της λογοτεχνίας με το Κακό, τονίζοντας την αξία της μνήμης που ως φάρος πρέπει να καθορίζει την πορεία των συγγραφέων. Και ακόμη, εξετάζει τους πολιτικούς εφιάλτες που έζησε τα τελευταία πενήντα χρόνια η Λατινική Αμερική.


Πολύ καλή η μετάφραση της Αγγελικής Αλεξοπούλου, η οποία με τις σημειώσεις και την εργογραφία στο τέλος του βιβλίου δίνει μια παραστατική και σε βάθος ερμηνεία και επεξήγηση του σπουδαίου αυτού μυθιστορήματος.