Τα ως πριν άκρως απόρρητα έγγραφα και οι τηλεφωνικές συνομιλίες που ακολουθούν δείχνουν πόσο δραματικές ώρες γνώρισε η ανθρωπότητα, φθάνοντας πολλές φορές στα πρόθυρα μιας πυρηνικής αβύσσου εξαιτίας του σφοδρού ανταγωνισμού των δύο υπερδυνάμεων κατά την κρίσιμη δεκαετία του 1970. Πρωταγωνιστές, δύο γνωστά μας ονόματα, ο σύμβουλος για θέματα Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον Χένρι Κίσιγκερ και ο μακροβιότερος σοβιετικός πρέσβης στην αμερικανική πρωτεύουσα Ανατόλι Ντομπρίνιν. Το 1969 οι Αμερικανοί είχαν εμπιστευθεί τον Νίξον να σηκώνει το τηλέφωνο μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα. Και αυτός, ακριβώς για να μη χρειασθεί να το κάνει ποτέ, είχε με τη σειρά του εμπιστευθεί τον Κίσιγκερ για τα δύσκολα…


«Το κανάλι» (the Channel) δεν ήταν άλλο από τη μυστική τηλεφωνική γραμμή που ένωνε το Κρεμλίνο με τον Λευκό Οίκο και, σε καθημερινή βάση, τα γραφεία των δύο στην Ουάσιγκτον, Κίσιγκερ και Ντομπρίνιν. Η ιδέα ανήκε στον Νίξον, ο οποίος τη συζήτησε με τον σοβιετικό πρέσβη στην πρώτη τους επίσημη συνάντηση έναν μήνα μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ, τον Ιανουάριο του 1969. Είχε προηγηθεί πριν από έξι μήνες η εισβολή στην Τσεχοσλοβακία και όλα έδειχναν ότι η διεθνής ένταση οσημέραι κορυφωνόταν: τα γεγονότα στο Σουέζ τον Σεπτέμβριο του 1970, η εισβολή της Συρίας στην Ιορδανία με την υποστήριξη της ΕΣΣΔ, η εγκατάσταση σοβιετικής πυρηνικής βάσης στην Κούβα, ο πόλεμος Ινδίας – Πακιστάν και η νέα σφοδρότης στο μέτωπο του Βιετνάμ, επέβαλαν και δικαίωναν την πρωτοβουλία του Νίξον. Πρώτη απόδειξη, η προθυμία του Μπρέζνιεφ να την υιοθετήσει.


Το περίφημο κανάλι λειτουργούσε ως εξής: Στην αρχή μιας διαπραγμάτευσης συνομιλούσαν απευθείας πάντα οι δύο, Νίξον – Μπρέζνιεφ, και έθεταν το πλαίσιο των συνομιλιών. Στη συνέχεια σε καθημερινή βάση, ίσως δύο αλλά και τρεις φορές την ημέρα, το κανάλι, η «καυτή» τηλεφωνική γραμμή, συνέδεε τον Κίσιγκερ και τον Ντομπρίνιν. Οι δύο άνδρες είχαν εξάλλου πυκνές συναντήσεις, είτε στο περίφημο Δωμάτιο των Χαρτών (The Map Room) του Λευκού Οίκου, που πήρε την ονομασία του από το γεγονός ότι σ’ αυτό το ίδιο δωμάτιο ο Ρούζβελτ και οι αμερικανοί επιτελείς παρακολουθούσαν επί χάρτου τις στρατηγικές κινήσεις των Συμμάχων και την εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, είτε σε απόμερα γραφεία της αμερικανικής Γερουσίας ή και στα σπίτια τους σε προγραμματισμένα ή έκτακτα δείπνα μετά των συζύγων τους.


Το περιεχόμενο αυτών των συναντήσεων καταγράφεται σε 380 έγγραφα και τηλεφωνικές συνομιλίες από τα οποία ελάχιστα μόνο σημεία έχουν διατηρηθεί απόρρητα, ύστερα από επεξεργασία την ευθύνη της οποίας είχαν κατ’ εντολήν Πούτιν και Μπους οι διευθυντές Αρχείων των δύο ΥΠΕΞ. Από την ανάγνωσή τους παρατηρεί κανείς ότι, παρά την εγκαρδιότητα των σχέσεων των δύο αξιωματούχων και την εμφανή καλή χημεία που τους συνέδεε και που ασφαλώς συνέβαλε «στη διαχείριση κρίσεων στα πρόθυρα κυριολεκτικά της πυρηνικής αβύσσου («at the edge of a nuclear abyss…»)», όπου ουκ ολίγες φορές καθ’ ομολογίαν Κίσιγκερ είχαν οδηγηθεί οι δύο αντίπαλοι, η καχυποψία και ο φόβος παρέμεναν κυρίαρχα στοιχεία, έστω και αν διανθίζονταν με αστεία του τύπου «ξέρω πως μ’ έχεις παγιδεύσει τώρα και με καταγράφεις ενώ μιλάμε» (Κίσιγκερ προς Ντομπρίνιν). Το βέβαιο ήταν πως και οι δύο γνώριζαν πολύ καλά ότι για λόγους ασφαλείας οι δικοί τους κατέγραφαν, ο καθείς για λογαριασμό του, τις κρίσιμες εκείνες από τηλεφώνου συνομιλίες.


Μάλιστα, σε μια αγωνιώδη του έκκληση χρησιμοποιώντας «το κανάλι», ο Κίσιγκερ είπε στο τέλος της συζήτησής τους για τη συμφωνία περιορισμού των αντιβαλλιστικών πυραύλων (ABMs) στον Ντομπρίνιν μία μέρα προτού ο τελευταίος αναχωρήσει για τη Μόσχα, προκειμένου να εκθέσει τις αμερικανικές προτάσεις στον Μπρέζνιεφ και το Πολίτ Μπιρό: «Οταν κάποτε βρεθούμε εκτός υπηρεσίας, εσύ πολύ αργότερα απ’ ό,τι εγώ, ελπίζω να με αφήσεις να διαβάσω τι έγραφες για μένα στο Κρεμλίνο!» (κρυπτογράφημα αρ. 139). Την ίδια ημέρα, 4 ώρες αργότερα, στις 8.20 το βράδυ (η αποκρυπτογράφηση των τηλεφωνικών συνομιλιών είναι λεπτομερέστατη, με ημερομηνία, ώρα κτλ.), ο Ντομπρίνιν θα καθησυχάσει τον Κίσιγκερ που αδημονεί, προτού αυτός ακόμη φύγει, να γυρίσει στην Ουάσιγκτον και θα του δώσει το τηλέφωνο του σπιτιού του: 290-2520. Τότε ο Κίσιγκερ θα πει «Δεν θα σου ζητήσω κωδικό περιοχής…». Και ο Ντομπρίνιν θα προσθέσει: «Μα ασφαλώς είναι στη Μόσχα!».


Κανείς δεν αμφιβάλλει, και οι ιστορικοί όσο και οι δημοσιογράφοι το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό, πόσο γοητευτικό είναι, μαζί και συναρπαστικό, να «διαβάζει» κάποιος την ιστορία μέσα από τις πηγές. Εκεί όπου τα προτερήματα, οι αρετές ή και οι αδυναμίες των ανθρώπων, αυτό που ονομάζεται «μικρή ιστορία», συνθέτουν το παρασκήνιο, τον καμβά πάνω στον οποίο τα μεγάλα γεγονότα κυριαρχούν, παίρνοντας θέση πρωταγωνιστή. Παρακάτω, η ματιά μας θα εστιάσει στη μικρή ιστορία των ανθρώπων της εποχής που θα έμενε άγνωστη αν οι δύο ΥΠΕΞ, Κόλιν Πάουελ και Σεργκέι Ιβανόφ, δεν διάλεγαν ήδη από το 2002 να γιορτάσουν πέντε χρόνια αργότερα τη συμπλήρωση 200 χρόνων διπλωματικών σχέσεων ΗΠΑ – Ρωσίας με αυτόν τον τρόπο. Οι δύο πρόεδροι συμφώνησαν. Κανείς δεν γνωρίζει αν ποτέ ο φάκελος «D-File» της προεδρίας Νίξον που ήταν ο φάκελος αυτού που ονομάστηκε «κανάλι» θα ερχόταν ποτέ στο φως. Σίγουρο είναι, πάντως, ότι η ρωσική πλευρά ποτέ δεν θα το τολμούσε, δεδομένης της νοοτροπίας για μυστικότητα που διατρέχει τη ρωσική γραφειοκρατία, νοοτροπία που δεν άλλαξε ούτε μετά το 1989… Σε προχωρημένη αρκετά ηλικία ο Ντομπρίνιν έγραψε για αυτό το εγχείρημα μέσα από το μικρό του διαμέρισμα στη Μόσχα: «Ξαναδιάβασα με μεγάλη συγκίνηση όλα αυτά τα έγγραφα… Υπήρξα μέτοχος και μάρτυρας μιας μεγάλης αλλαγής στις σχέσεις των δύο υπερδυνάμεων. Χρειάστηκε μέγας ρεαλισμός, απροσποίητη ειλικρίνεια και τεράστια πολιτική θέληση γι’ αυτό. Πολλοί λίγοι γνώριζαν την ύπαρξη αυτού του μυστικού καναλιού τόσο στην Ουάσιγκτον όσο και στη Μόσχα». Για τον σοβιετικό πρέσβη ο εξίσου ηλικιωμένος Κίσιγκερ θα γράψει σήμερα: «Οποτε πάω στη Μόσχα τον επισκέπτομαι. Διατηρεί ακόμη το ίδιο κοφτερό μυαλό και σαρδόνιο χιούμορ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ομιλία που ετοίμασε και μου έστειλε στη Νέα Υόρκη όταν γιόρταζα τα 70στά γενέθλιά μου…».


Η πρώτη συνάντηση του Ντομπρίνιν, που είχε ήδη συνεργασθεί με δύο ακόμη προέδρους, τον Κένεντι και τον Τζόνσον, στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου έγινε στις 17 Φεβρουαρίου 1969. Ηταν αρκούντως θερμή, αφού ο Νίξον προτού αρχίσει να συζητεί μαζί του τη γραμμή της εξωτερικής του πολιτικής (στη συνάντηση αυτή ήταν που πρότεινε ν’ ανοίξει μεταξύ Μόσχας – Ουάσιγκτον «το κανάλι»…) του έδειξε τις αλλαγές που είχε κάνει στον χώρο: Είχε μεταφέρει ένα μικρό, παλιό σεκρετέρ που ήταν το γούρι του και το είχε στο γραφείο του όταν προ δεκαπενταετίας είχε χρηματίσει, επί Αϊζενχάουερ, αντιπρόεδρος, είχε κρεμάσει ένα κέντημα της κόρης του στον τοίχο με το προεδρικό έμβλημα και είχε αφαιρέσει όλες τις τηλεοπτικές οθόνες που είχε εγκαταστήσει ο Τζόνσον για να παρακολουθεί πολλών σταθμών ταυτόχρονα τα προγράμματα. «Ο Νίξον, αντίθετα, ήθελε να μη διασπάται η προσοχή του με τίποτε κι είχε γι’ αυτό αφαιρέσει όλες τις τηλεφωνικές γραμμές πλην μιας» έγραφε στο memorandum αρ. 6 ο Ντομπρίνιν την ίδια ημέρα. Στο ίδιο πολυσέλιδο κείμενο ο Ντομπρίνιν γράφει για την ανάμνηση που διατηρούσε ο Νίξον από την τελευταία του επίσκεψη στη Μόσχα τον Ιούλιο του 1959 και την γνωστή έκτοτε ως… τηλεμαχία της κουζίνας, από την επίσκεψή τους στο αμερικανικό περίπτερο μιας διεθνούς εμπορικής έκθεσης στα περίχωρα της ρωσικής πρωτεύουσας. «Και οι δυο μας, ο Χρουστσόφ και εγώ, φλυαρήσαμε πολύ τότε και μάλιστα χωρίς λόγο» είχε κάνει την αυτοκριτική του ο Νίξον. Σε αυτή την πρώτη συνάντηση ο Νίξον είχε δώσει το στίγμα της εξωτερικής του πολιτικής για τα επόμενα χρόνια: το Βιετνάμ, το ζήτημα του Βερολίνου, τις σχέσεις με την Κίνα και αορίστως το Μεσανατολικό, ζήτημα που το άφηνε για τη δεύτερη θητεία του στον Λευκό Οίκο. Στον Τύπο, εξερχόμενος από εκείνη τη συνάντηση, ο Νίξον την είχε χαρακτηρίσει «εξόχως εποικοδομητική».


Στο επόμενο: Οι διαρροές στον Τύπο απειλούν συθέμελα «το κανάλι», το οποίο παρ’ όλα αυτά συνεχίζει να λειτουργεί. Ευτράπελα και ανθρώπινες στιγμές στις κρίσιμες συναντήσεις των δύο πλευρών.


Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.