Τι κοινό μπορεί να έχουν η πολυσυζητημένη γιουγκοσλαβική Μακεδονία με τον γάλλο στρατηγό σε μια περίοδο που ο Β´ Παγκόσμιος Πόλεμος έδειχνε να τελειώνει και οι τρεις μεγάλοι – Ρούζβελτ, Τσόρτσιλ και Στάλιν – προετοιμάζονταν για τη Γιάλτα; Αμεσα καμία, αν εξαιρέσει κανείς ότι και οι δύο αποτέλεσαν, εν μέσω πολλών και σοβαρών προβλημάτων, όπως το Ιράκ, η Κίνα και ο υπό διαμόρφωση οργανισμός της διεθνούς κοινότητας (ΟΗΕ), πραγματικούς πονοκεφάλους ιδιαίτερα των δύο, Ρούζβελτ και Τσόρτσιλ. Η πρώτη γιατί, αν μετατρεπόταν σε ανεξάρτητο κράτος, όπως επεδίωκε ο σλαβικός παράγοντας, θα συνιστούσε σοβαρή απειλή για την Ελλάδα και κατ’ επέκταση την Τουρκία· και ο δεύτερος γιατί δεν έκρυβε τις φιλοδοξίες του προσπαθώντας να επιβάλει την άκαπνη στις αιματηρές μάχες των Συμμάχων Γαλλία στην κεντρική πολιτική σκηνή της μεταπολεμικής Ευρώπης…


Επικεντρώνοντας στη θεματική του σημερινού άρθρου θα σταθούμε στο πρόβλημα που από τότε διέβλεπαν τη σοβαρότητά του για την περιοχή μας οι Σύμμαχοι. «Είναι ενδιαφέρον οι τρεις Σύμμαχοι να δουν τα προβλήματα της ΝΑ Ευρώπης ως αφορώντα τη γενικότερη πολιτική τους στην Ευρώπη και την ασφάλεια» αναφερόταν σε έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ το 1945. Ως εδώ, και καλά και σωστά. Με δεδομένη όμως, όπως αναφερόταν σε άλλο σημείο της έκθεσης, τη διαφωνία του Στάλιν σε κάθε πιθανή παρουσία του αμερικανικού παράγοντα στην Πολωνία και στη γεωγραφική περιοχή των Βαλκανίων, «κράτη τα οποία σαφώς είχε προαποφασίσει πως πολιτικά και οικονομικά έπρεπε να προσανατολίζονται προς τον ανατολικό συνασπισμό», τα πράγματα δυσχεραίνονταν. Και σε ό,τι μεν αφορούσε τις χώρες με σλαβική πλειοψηφία του πληθυσμού τους, φαινόταν εύλογο και νομιμοφανές να έχει η ΕΣΣΔ το πάνω χέρι. Αλλά για την Ελλάδα και την Τουρκία, ούτε λόγος. Τι θα γινόταν όμως αν ο Στάλιν επεδίωκε δημιουργία ανεξάρτητου κράτους της «Μακεδονίας» με συνένωση εδαφικών περιοχών της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας; Επρεπε γι’ αυτό οι δύο, Ρούζβελτ και Τσόρτσιλ, να φανούν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τον ολέθριο, για την ασφάλεια της Ελλάδας από μια δυναμική κάθοδο των Σλάβων προς νότον, κίνδυνο.


Σε αυτό ακριβώς το ζήτημα η αλληλογραφία των δύο για το μακεδονικό είναι και προνοητική και προφητική. «Η υποκίνηση δημιουργίας μιας ανεξάρτητης Μακεδονίας, όπως μας πληροφορούν οι Βρετανοί» έγραφε η ίδια απόρρητη για την εποχή αμερικανική έκθεση «θα απομόνωνε την Ελλάδα και θα την έβαζε σε κίνδυνο». Η ίδια έκθεση όμως έβλεπε μάλλον διαφορετικά, που σημαίνει ευνοϊκά, το ενδεχόμενο σύμπηξης μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας στην οποία θα συμμετείχαν, πρώην σύμμαχοι και εχθροί, όλα τα βαλκανικά κράτη, συμπεριλαμβανομένων της Τουρκίας και της Ελλάδας. Οσο όμως αυτό ακουγόταν απίθανο τόσο η βρετανική άποψη περί «σχηματισμού ενός ομοσπονδιακού μακεδονικού κράτους στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας, αφήνοντας τα οικεία εδάφη στη Βουλγαρία και την Ελλάδα» κέρδιζε έδαφος. «Η επικρατούσα επί του παρόντος άποψή μας συμβαδίζει με αυτήν της βρετανικής πλευράς» αναφερόταν στο ίδιο αμερικανικό κείμενο.


Κανένας ωστόσο, όπως προκύπτει από το διαχέον κλίμα της αλληλογραφίας, δεν έκρυβε τους φόβους του για την εύθραυστη, με κάθε αφορμή, κατάσταση που διαμορφωνόταν μεταπολεμικά στην περιοχή των Βαλκανίων. Είναι δε χαρακτηριστική η συνομιλία που είχε τον Μάρτιο του 1960 ο διαπιστευθείς στη γιουγκοσλαβική πρωτεύουσα έλληνας πρέσβης Δ. Νικολαρεΐζης με τον βρετανό ομόλογό του Sir John Nicholls: «Γενομένου λόγου περί του μακεδονικού ζητήματος ότι εάν τηρηθούν αι παρούσαι γενικαί διεθνείς συνθήκαι και δεν υποστή ριζικήν μεταβολήν η εξωτερική πολιτική της Γιουγκοσλαβίας είμεθα πεπεισμένοι ότι οι εν Βελιγραδίω ιθύνοντες δεν θα ενθαρρύνουν ποτέ τους ιθύνοντας των Σκοπίων εις ανακίνησιν σχετικών ζητημάτων…» ο βρετανός διπλωμάτης «μειδιών μετά πονηρίας προσέθηκεν την ακόλουθον φράσιν ως να του είχεν έλθει κάτι εις τον νουν: αλλά θα ηδύναντο να το πράξουν, κάποτε, ξεύρετε…» (ΔΕΠ αρ. 31/298, Απρίλιος 1960).


Ακανθώδες όμως ήταν και το ζήτημα χειρισμού του στρατηγού Ντε Γκωλ που, όσο και αν χαρακτηριζόταν, όπως θα φανεί παρακάτω, «ματαιόδοξος και κομπλεξικός», στην πραγματικότητα αγωνιζόταν για την αποκατάσταση του τραυματισμένου και ταπεινωμένου γαλλικού λαού ως «αιώνιου» έθνους, ύστερα από μια κατά σειράν δεύτερη μέσα σε μία εικοσαετία γερμανική επίθεση. Στην προσπάθεια του Ρούζβελτ να κατανοήσει καλύτερα τη γαλλική επιμονή να συμμετέχει η Γαλλία ως τέταρτη δύναμη στη Διασυμμαχική Επιτροπή Ελέγχου της Γερμανίας (ΔΕΕ) θα έχει την παρακάτω ενημέρωση από τους δύο, Τσόρτσιλ και Στάλιν: «Αποκατέστησα επιτέλους φιλικές σχέσεις με τον Ντε Γκωλ στα Ηλύσια Πεδία. Μου φαίνεται τώρα λιγότερο κομπλεξικός από πρώτα» έγραφε ο Τσόρτσιλ σε άκρως απόρρητη προσωπική επιστολή του προς τον Ρούζβελτ (αρ. 822, 16 Νοεμβρίου 1944). Αντίθετη άποψη όμως διατηρούσε γι’ αυτόν ο Στάλιν από επαφή που είχε μαζί του στη Μόσχα. «Μου φάνηκε δύσκολος άνθρωπος και σίγουρα αιθεροβάμων. Εμφανίζεται να αγνοεί ότι η Γαλλία δεν συμμετείχε όπως οι τρεις μας στα πεδία των μαχών». Στον Στάλιν, ο αμερικανός πρόεδρος όταν άκουσε τα περί Ντε Γκωλ σε μια κατ’ ιδίαν μεταξύ τους, απουσία του Τσόρτσιλ, συνομιλία στο Livadia Palace, στη Γιάλτα, προσέθεσε ότι του είχε προξενήσει εντύπωση η διάθεσή του όταν τον συνάντησε το 1943 στην Καζαμπλάνκα να θέλει να παρομοιάζει τον εαυτό του άλλοτε ως Ιωάννα της Λωρραίνης και άλλοτε ως Κλεμανσό. Σε εκείνη μάλιστα την άκρως απόρρητη ακόμη και από τον Τσόρτσιλ συνομιλία τους, ο Ρούζβελτ είχε αναφερθεί με μικροπολιτικούς χαρακτηρισμούς, σε βάρος των Βρετανών που επέμεναν να μοιραστούν, λόγω σθεναρής αρνήσεως του Στάλιν να δεχθεί γαλλική παρουσία ελέγχου της ηττημένης Γερμανίας, μαζί με τους Αμερικανούς τη δική τους περιοχή (οι Βρετανοί κρατούσαν τον βορρά, οι Αμερικανοί τον νότο και η ανατολική πλευρά είχε δοθεί στους Σοβιετικούς), αφήνοντας έτσι κάποια μικρή περιοχή και στον γαλλικό στρατό. «Οι Βρετανοί θέλουν και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο!» φαίνεται να εξομολογήθηκε στην ίδια έκθεση ο Ρούζβελτ στον Στάλιν.


Ο Τσόρτσιλ όμως εξακολουθούσε να επιμένει στη συμμετοχή της Γαλλίας, που την ήθελε να λειτουργεί ως προανάχωμα στη Γερμανία, εξασφαλίζοντας έτσι μια περίοδο ανάκαμψης του ταλαιπωρημένου στα πεδία των μαχών βρετανικού στρατού. «Μη με παρεξηγήσεις» έγραφε στην παραπάνω απόρρητη επιστολή του προς τον Ρούζβελτ μετά την επίσκεψή του στο Παρίσι «πως άλλαξα παινεύοντάς σου τον στρατηγό και τους Γάλλους και θαρρείς πως έγινα… Γάλλος!».


«Στην κακή μοιρασιά πάντα ο Θεός ζημιώνεται»…


Στα Πρακτικά Μάθιους, γνωστά ως Matthews Minutes (ο Μάθιους ήταν διευθυντής ευρωπαϊκών υποθέσεων στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και παρίστατο σε όλες τις συναντήσεις της Γιάλτας κρατώντας πρακτικά των συζητήσεων), η αγωνία του Τσόρτσιλ για την αδυναμία της Μ. Βρετανίας να κρατήσει μόνη τον έλεγχο της Ευρώπης (ως τη στιγμή εκείνη είχε μόνο της Ελλάδας όσο διαρκούσε ο ελληνικός εμφύλιος) όταν θα αποσύρονταν τα αμερικανικά στρατεύματα (Ρούζβελτ: «το αργότερο σε δύο χρόνια!», όπ.π.) ήταν παραπάνω από εμφανής. Να κάποιες αποσπασματικές αναφορές στη διάρκεια εκείνων των συνομιλιών:


Ρούζβελτ (αρχίζοντας τη συζήτηση): «Εχουμε να συζητήσουμε πολλά [τα αριθμεί] μεταξύ αυτών και τη διάλυση της Γερμανίας».


Στάλιν: «Προτιμώ ν’ αρχίσουμε με τη Γερμανία. Τι είδους διάλυση θα επιδιώξουμε;».


Τσόρτσιλ: «Βασικά αυτό θέλουμε, αλλά αν με ρωτούσατε τώρα να το προσδιορίσω μάλλον δεν θα ήμουν προετοιμασμένος».


Στάλιν: «Να τους το ανακοινώσουμε μόλις παραδοθούν».


Τσόρτσιλ: «Σε καμία περίπτωση! Εχουμε κάθε δικαίωμα στη γη, την ελευθερία και αυτή την ίδια τη ζωή των Γερμανών…».


Ρούζβελτ: «Τελικά τι κάνουμε;».


Τσόρτσιλ: «Τίποτα, τους αφήνουμε πρώτα να παραδοθούν και μετά τους λέμε: περιμένετε να αποφασίσουμε τι θα σας κάνουμε!».


Στην ερώτηση του Στάλιν, που τον «έκαιγε» το ζήτημα της Γαλλίας, αν υπήρχε περίπτωση η συμμετοχή της να αποτελέσει κακό προηγούμενο για να ζητήσουν συμμετοχή η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Αυστρία, ο Τσόρτσιλ θα μεταχειρισθεί χίλια δυο επιχειρήματα. Οταν όμως ο σοβιετικός ηγέτης θα υποχωρήσει λίγο, απαιτώντας πάντως να μην έχει η Γαλλία συμμετοχή στον έλεγχο επί των στρατιωτικών αλλ’ απλώς να παρίσταται, ο Ηντεν θα πει «αποκλείεται να το δεχθούν αυτό οι Γάλλοι!» και ο Μόλοτοφ θα παρέμβει για να βγάλει τη συζήτηση από το αδιέξοδο: «αυτά είναι ζητήματα που θα λύσουν οι τρεις ΥΠΕΞ σε υστερότερη φάση» θα πει στρεφόμενος προς τον Στάλιν. Επίκαιρος ο στίχος του Ελύτη «στην κακή μοιρασιά πάντα ο Θεός ζημιώνεται»


Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.