Μια «εκρηκτική» υπόθεση βρίσκεται στα χέρια του εισαγγελέα και αφορά την προμήθεια αντιεκρηκτικού υλικού για στρατιωτική χρήση. Τι είναι αυτό που την κάνει «εκρηκτική»; Οι εκθέσεις των υπηρεσιών του Στρατού, οι οποίες το εμφανίζουν όχι μόνο ατελέσφορο αλλά και επικίνδυνο. Σε αυτά πρέπει να προσθέσει κανείς τα σενάρια που ανακυκλώνονται στο υπουργείο Αμυνας, για πιθανή σχέση του υλικού με την πτώση του Σινούκ.


Στο Γενικό Επιτελείο Στρατού ο όρος Deto Stop άρχισε να γίνεται γνωστός στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Διάφοροι αξιωματικοί «διαφήμιζαν» την αποτελεσματικότητα ενός νέου συστήματος με την επωνυμία αυτή, που μπορούσε να τοποθετηθεί σε άρματα, οχήματα και δεξαμενές καυσίμων και να μειώσει τις πιθανότητες έκρηξης. Η εταιρεία που προωθούσε το γερμανικό προϊόν στην ελληνική στρατιωτική αγορά ήταν η Κατασκευή Αντιεκρηκτικών Πλεγμάτων Αλουμινίου. Ιδιοκτήτης της είναι ο κ. Γ. Μητσοτάκης.


Η εταιρεία έπεισε τους επιτελείς του ΓΕΣ για την αποτελεσματικότητα του υλικού και το 2001 το Deto Stop μπήκε σε πιλοτικό πρόγραμμα στον Στρατό.


Το 2001 ο τότε υπουργός Αμυνας κ. Ι. Παπαντωνίου υπέγραψε με την εταιρεία μια σύμβαση 8,5 δισεκατομμυρίων, που προέβλεπε την εγκατάσταση του υλικού σε 35 βυτιοφόρα του Στρατού, στρατιωτικά οχήματα και μεταλλοδεξαμενές.


* Η μελέτη και η προμήθεια


Το 2004 μια μελέτη που εκπονήθηκε από στρατιωτικούς παράγοντες είχε εισηγηθεί στο υπουργείο Αμυνας να επεκταθεί η χρήση του υλικού σε δεξαμενές σε όλα τα νησιά του Αιγαίου και στον Εβρο, καθώς και στα νέα άρματα Λέοπαρντ 2 που επρόκειτο να προμηθευτεί η Ελλάδα από τους Γερμανούς. Στην τεχνική περιγραφή για την προμήθεια των νέων αρμάτων ο όρος που βάζει η Ελλάδα στη σύμβαση 016 Α/2003 είναι «όλες οι αποθήκες καυσίμου να είναι εφοδιασμένες με αντιεκρηκτικό υλικό…». Η νέα σύμβαση που επρόκειτο να υπογράψει το ελληνικό υπουργείο με την εταιρεία του κ. Μητσοτάκη θα είχε κόστος για την Ελλάδα γύρω στα 160 εκατ. ευρώ.


Οι αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό του στρατεύματος, και λιγότερο η ανησυχία που εξέφραζαν οι αρμόδιοι των αρμάτων μάχης, ήταν τελικώς αυτές που έβαλαν υπό εξέταση τη σύμβαση-«μαμούθ» για το αντιεκρηκτικό υλικό. Ο υφυπουργός Αμυνας κ. Ι. Λαμπρόπουλος ζήτησε τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξοπλισμών από τη χρήση του αντιεκρηκτικού στο στράτευμα. Η σύγκληση της επιτροπής αποδείχθηκε μια πολύ δύσκολη υπόθεση, παρά τις έγγραφες εκθέσεις με συμπεράσματα που ενοχοποιούσαν το υλικό για βλάβες και επικινδυνότητα. Οι πολιτικές πιέσεις υπήρξαν ισχυρές για να υπογραφούν οι νέες συμβάσεις. Τον Νοέμβριο του 2005 το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο εγκρίνει τις αποφάσεις του Συμβουλίου Εξοπλισμών, που ενοχοποιούν το αντιεκρηκτικό υλικό και βέβαια αυτούς που το παρήγγειλαν, δίνοντας μάλιστα ως πρώτη δόση 4,5 δισ. δρχ.


Στην απόρρητη έκθεσή του τα μέλη του ΑΣΣ εκφράζουν την άποψη ότι «η τοποθέτηση του αντιεκρηκτικού υλικού είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει μηχανικά προβλήματα λόγω δημιουργίας ρινισμάτων».


Περιγράφονται περιστατικά μάλιστα όπου κατά τη δοκιμή του υλικού άρματα τέθηκαν εκτός μάχης, ενώ σημειώνεται ότι πρακτικά δεν παρέχεται καμία ασφάλεια στα πληρώματα των αρμάτων λόγω χρήσης του υλικού. Επιπλέον η προμήθεια καυσίμου για την τροφοδότηση ιπτάμενων μέσων από δεξαμενές που χρησιμοποιούν αντιεκρηκτικό υλικό μπορεί να αποβεί μοιραία λόγω των ρινισμάτων που δημιουργούνται.


* «Δεν παρέχει προστασία»


Εντυπωσιακές είναι οι ενημερώσεις που κάνουν οι στρατιωτικοί ακόλουθοι της Ελλάδας στο εξωτερικό μεταφέροντας την εμπειρία από τη χρήση του υλικού σε χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ.


Ο στρατιωτικός ακόλουθος στην Ουάσιγκτον σημειώνει ότι με βάση τα συμπεράσματα του αμερικανικού στρατού «το αντιεκρηκτικό μπορεί να σπάσει σε κομμάτια και να προκαλέσει δυσλειτουργία στο σύστημα τροφοδοσίας. Επιπλέον η χρήση στα άρματα δεν παρέχει πρόσθετη προστασία έναντι των εκρήξεων».


Στο σύνολό τους σχεδόν τα μέλη του Συμβουλίου Εξοπλισμών τοποθετούνται κατά της χρήσης του αντιεκρηκτικού υλικού γιατί δεν παρέχει ουσιαστική προστασία και επιπλέον προκαλεί προβλήματα στα άρματα μάχης βουλώνοντας τα φίλτρα και τα συστήματα τροφοδοσίας. Εντυπωσιακό είναι ότι κάποιοι αξιωματικοί πέτυχαν να μπει το αντιεκρηκτικό ακόμη και σε δεξαμενές πετρελαίου όπου δεν υπήρχε κίνδυνος πυρκαϊάς. Οπως εξηγεί ο υφυπουργός Αμυνας κ. Λαμπρόπουλος στο «Βήμα», «η τοποθέτηση του αντιεκρηκτικού σε δεξαμενές καυσίμων στοίχιζε πολύ περισσότερο από το να κατασκευαστούν υπόγειες και πλήρως προστατευμένες δεξαμενές. Ουσιαστικά επρόκειτο για μιαν απόφαση που επέβαλε η πολιτική ηγεσία στη στρατιωτική. Οταν αυτό αποδείχθηκε, μπήκαμε σε διαπραγμάτευση με τους Γερμανούς που κατασκευάζουν τα άρματα Λέοπαρντ 2, από τους οποίους είχαμε ζητήσει να τοποθετήσουν το αντιεκρηκτικό στα άρματα, να μην προχωρήσουν σε κάτι τέτοιο».


Υποψίες και για την πτώση του Σινούκ


Πριν από λίγο καιρό ένας φάκελος 450 σελίδων έφθασε στον εισαγγελέα με τις εκθέσεις για τα προβλήματα από τη χρήση του αντιεκρηκτικού. Σύμφωνα με την ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, ενδέχεται να υπάρχει ποινική ευθύνη για μια μεγάλη ομάδα υψηλόβαθμων αξιωματικών, για τον τρόπο που λειτούργησαν προκειμένου να υπογραφούν οι συμβάσεις για την προμήθεια του αντιεκρηκτικού υλικού παρ’ ότι υπήρχαν ενδείξεις που έπρεπε να τους αποτρέψουν.


Από την πλευρά της η προμηθεύτρια εταιρεία του κ. Μητσοτάκη καταφεύγει σε αγωγές διεκδικώντας δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Και οι δύο πλευρές όμως, παρά τη διαμάχη τους, δεν διευκρινίζουν και δεν δίνουν στοιχεία για το πιο εφιαλτικό σενάριο από τη χρήση του συστήματος Deto Stop. Το σενάριο που θέλει τη χρήση του υλικού να ευθύνεται ακόμη και για την πτώση του Σινούκ που μετέφερε τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας, στις 11 Σεπτεμβρίου του 2004.


Το Det Stop είχε τοποθετηθεί σε δεξαμενές καυσίμων του Στρατού και σε 35 βυτιοφόρα. Είχε δηλαδή με βάση τις εκθέσεις δημιουργήσει ενδεχομένως ρινίσματα στα καύσιμα. Υπάρχει πιθανότητα η τροφοδοσία του μοιραίου Σινούκ που έπεσε στην περιοχή του Αγίου Ορους να έγινε από μια τέτοια δεξαμενή ή ένα τέτοιο βυτιοφόρο; Τα ρινίσματα δηλαδή να προκάλεσαν σταμάτημα του κινητήρα και πτώση; Ο πρώην υπουργός Αμυνας Σπήλιος Σπηλιωτόπουλος είχε διαβεβαιώσει στελέχη του υπουργείου ότι η προσωπική του έρευνα είχε καταλήξει σε αρνητικά συμπεράσματα. Ο δικηγόρος όμως της οικογένειας του μακαριστού Πατριάρχη Στέλιος Γρηγορίου θεωρεί ότι για να αποκλειστεί αυτό το σενάριο «πρέπει να καταθέσουν ενόρκως οι στρατεύσιμοι που υπηρέτησαν στις αποθήκες καυσίμων και στα βυτιοφόρα. Εχουμε καταγγελίες ανθρώπων που ξέρουν και υποστηρίζουν ότι στην Πάχη Μεγάρων, απ’ όπου τροφοδοτήθηκε το Σινούκ, δύο δεξαμενές καυσίμων είχαν αντιεκρηκτικό υλικό».


Η υπόθεση, που ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια ως μια κλασική περίπτωση στρατιωτικής προμήθειας και εξοπλισμών, με όλα ενδεχομένως τα στοιχεία της πολιτικής διαπλοκής και κάποιων κερδών – όχι απαραιτήτως εθνικών -, γίνεται αρκετά πιο περίπλοκη.


Ως σήμερα η αναζήτηση πιθανής ευθύνης από τη χρήση του Deto Stop στην τραγωδία του Σινούκ είναι εκτός επίσημης έρευνας. Η ευκολία με την οποία εμφανίστηκε σωτήρια η συγκεκριμένη προμήθεια στον Στρατό και οι λόγοι που την έκαναν «αναγκαία», αν κάτι δηλώνουν, αυτό είναι η ικανότητα. Οχι βέβαια του ελεγκτικού μηχανισμού…