Οι ειδήσεις για επενδύσεις στην έρευνα κυριαρχούνται την τελευταία πενταετία από τη έννοια του τεχνολογικού πάρκου. Ενδεικτικά: «σε τεχνολογικό πάρκο μετατρέπεται η πυρηνική πόλη του Κρασνογιάρσκ στη Ρωσία», «με τεχνολογικά πάρκα θα πάμε μπροστά, δηλώνει ο υφυπουργός Παιδείας της Κίνας», «ετήσια αύξηση 70% του τζίρου των τεχνολογικών πάρκων λογισμικού της Ινδίας» ή «μία τεχνολογική επιχείρηση ιδρύεται κάθε 36 ώρες στα τεχνολογικά πάρκα του Ισραήλ»… Ενα νέο οικολογικό πνεύμα έχει καταλάβει τους τεχνοκράτες ανά τον κόσμο, που δείχνουν να συνειδητοποιούν ότι κοντά στο πράσινο ανθούν καλύτερα και οι υπολογιστές – και φυσικά τα κέρδη της αναδυομένης Κοινωνίας της Πληροφορίας. Στον συρμό αυτόν μετέχει διστακτικά και η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, άλλοτε με θερμοκοιτίδες τεχνολογικών επιχειρήσεων και άλλοτε με τεχνολογικά πάρκα – έστω και μεγέθους… πολυκατοικίας. Τώρα όμως στοχεύει κατ’ευθείαν ψηλά, με ένα πάρκο υψηλής τεχνολογίας πραγματικά μεγάλων διαστάσεων και επιδιώξεων! Πρόκειται για την τεχνόπολη «Ακρόπολις», την αυριανή έδρα τουλάχιστον 140 επιχειρήσεων – μελών του Συνδέσμου Εταιρειών Πληροφορικής της πατρίδας μας.
H έννοια του τεχνολογικού πάρκου (συναντώμενη και με τις εκφράσεις «Ερευνητικό Πάρκο», «Επιστημονικό Πάρκο» ή «Τεχνόπολη») πρωτοεμφανίστηκε τη δεκαετία του ’40, με την ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας γύρω από τις εγκαταστάσεις του Πανεπιστημίου Stanford στην Καλιφόρνια. Ξεκίνησε από την πρωτοβουλία του καθηγητή Frederick Terman να χρηματοδοτούνται οι φοιτητές που ήθελαν να αναπτύξουν κάποια εφεύρεσή τους. Ετσι βρέθηκαν οι Bill Hewlett και Dave Packard με μια επιταγή 538 δολαρίων στο χέρι, για να αρχίσουν τη δουλειά στο γκαράζ τους – αρχικά – και να ιδρύσουν μετά στο Palo Alto την εταιρεία που έμελλε να καταλήξει κολοσσός, τη Hewlett Packard. Σήμερα η περιοχή που εκτείνεται σαν στενόμακρη λωρίδα γης από το San Jose ως το Berkeley είναι γνωστή ως Silicon Valley και φιλοξενεί 7.000 επιχειρήσεις με 300.000 επιστήμονες από όλον τον κόσμο.
H συνταγή επιτυχίας αυτής της πασίγνωστης «γεννήτριας καινοτομιών» βασίστηκε βεβαίως στη γειτνίαση με πανεπιστήμια που παρείχαν τη συνεχή ροή λαμπρών και φιλόδοξων επιστημόνων, όπως και στη συνεχώς αναβαθμιζόμενη τεχνική υποδομή, την παροχή επαγγελματικών υπηρεσιών από λογιστές, δικηγόρους και επενδυτές υψηλού ρίσκου (venture capitalists). Πάνω από όλα όμως άνθησε χάρη στην κουλτούρα που αναπτύχθηκε εκεί, μια κουλτούρα που λάτρευε μεν τον ανταγωνισμό αλλά και ήταν ανεκτική στην αποτυχία.
Τις δεκαετίες που ακολούθησαν το μοντέλο βρήκε πολλούς μιμητές, εντός και εκτός ΗΠΑ. Σήμερα υπάρχουν περίπου 800 τεχνολογικά πάρκα σε 48 χώρες του κόσμου, με τα 150 από αυτά στις ΗΠΑ, περίπου από 50 στη Βρετανία και στη Γαλλία, 20 στον Καναδά και 15 στην Αυστραλία. Ενδεικτικό της σχέσης τους με την όλη τεχνολογική εξέλιξη είναι το γεγονός ότι και σε μικρές πληθυσμικά αλλά σημαντικές τεχνολογικά χώρες βρίσκουμε σημαντικό αριθμό τους: 13 στη Σουηδία και 11 στη Φινλανδία!
Στα παράλια της πολυάνθρωπης Ασίας το φαινόμενο έλαβε γιγαντιαίες διαστάσεις. Συνδυάζοντας τις προδιαγραφές των «κλειστών βιομηχανικών πόλεων» της Ιαπωνίας με εκείνες της Silicon Valley, οι κυβερνήσεις της πρώην Ινδοκίνας, της Ινδίας, της Ταϊβάν και της Κίνας έδωσαν κίνητρα για την ανάπτυξη μεγάλων τεχνοπόλεων. Ιδιαίτερα στην Κίνα οι πόλεις αυτές είναι περιοχές μεγέθους… Πελοποννήσου, με εσωτερικά σύνορα και ιδιαίτερο φορολογικό καθεστώς από την υπόλοιπη χώρα. Στις επτά – μέχρι στιγμής – τέτοιες ζώνες υπάγονται 52 εθνικά τεχνολογικά πάρκα, 50 περιφερειακά (τοπικής αυτοδιοίκησης) και 30 πανεπιστημιακά. Ορισμένα από αυτά είναι κάθετα προσανατολισμένα στην έρευνα συγκεκριμένων τομέων, όπως η τεχνολογία περιβάλλοντος, η ωκεανογραφία και η γεωλογία σπανίων μετάλλων. Οσο για την επιτυχία αυτού του κινεζικού εγχειρήματος, αρκεί να αναφέρουμε ότι η οικονομία της τεχνοζώνης της Σανγκάης αναπτύσσεται ετησίως με ρυθμό 15%-20%, δηλαδή υπερδιπλάσιο του εθνικού δείκτη και ως και δεκαπλάσιο της ευρωζώνης!
Αντίστοιχα κολοσσιαία μεγέθη έχει να επιδείξει και η Ινδία: Από το 1991 και έπειτα επένδυσε στην ανάπτυξη τεχνοπόλεων πληροφορικής και ηλεκτρονικής, με αποτέλεσμα τον δεκαπλασιασμό των εξαγωγών σε μία δεκαετία. Ιδιαίτερα για την έρευνα και την ανάπτυξη λογισμικού έχει συσταθεί εθνικός φορέας που έχει δημιουργήσει τεχνολογικά πάρκα στις πόλεις Bangalore, Pune, Bhubaneshwar, Hyderabad, Noida/Delhi, Gandhinagar και Trivandrum, καθώς και ειδικές ζώνες εξαγωγών λογισμικού σε επτά λιμάνια. Οι επιχειρήσεις που λειτουργούν στα πλαίσια των πάρκων δεν φορολογούνται για τα εισοδήματά τους τα πρώτα 5 χρόνια λειτουργίας τους και εισάγουν στο διηνεκές απολύτως αφορολόγητο τον όποιο εξοπλισμό χρειάζονται. Ο όλος μηχανισμός τροφοδοτείται με στελέχη από 12 συνεργαζόμενα πανεπιστήμια. Οι ινδοί προγραμματιστές που εργάζονται σε αυτά τα πάρκα υπερβαίνουν σήμερα τις 150.000 και – όπως συζητήθηκε έντονα στην Ευρώπη τον περυσινό χειμώνα – συνιστούν δέλεαρ για οικονομίες όπως αυτή της Γερμανίας. Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής; Ανάπτυξη της ινδικής βιομηχανίας πληροφορικής την τελευταία δεκαετία με ρυθμό 43% και συμμετοχή της στις εξαγωγές της χώρας με ποσοστό 55%!
Ιδιάζουσα περίπτωση επίσης αποτελεί το Ισραήλ, για διαφορετικούς όμως λόγους: Το μικροσκοπικό αυτό κράτος στήριξε από τη δεκαετία του ’90 τη βιομηχανική του ανάπτυξη στην υψηλή τεχνολογία και τη στελέχωσε κυρίως με επαναπατριζόμενους από τη Ρωσία. Για να μετατρέψει τις στρατιές αυτές νέων επιστημόνων σε επιχειρηματίες, το υπουργείο Βιομηχανίας της χώρας έθεσε την υποστήριξη της τεχνολογικής καινοτομίας σε πρώτη προτεραιότητα και ίδρυσε 26 θερμοκοιτίδες νέων επιχειρήσεων. Το αποτέλεσμα ήταν όντως να φθάσει ο ρυθμός ίδρυσης επιχειρήσεων σε μία κάθε 36 ώρες(!) και σήμερα η υψηλή τεχνολογία να συνιστά το 33% της βιομηχανικής παραγωγής και το 80% των βιομηχανικών εξαγωγών.
Στα παράδοξα σίγουρα της ιστορίας των τεχνολογικών πάρκων θα καταγραφεί το εγχείρημα που ξεκίνησε εδώ και δύο χρόνια στο Ζελεσνογκόρσκ (πρώην Κρασνογιάρσκ-26) της Σιβηρίας. H πόλη αυτή ήταν μια από τις «κλειστές πόλεις» της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ενωσης, όπου υπάρχει το μεγαλύτερο υπόγειο πυρηνικό συγκρότημα του κόσμου. Υπό την επωνυμία «Εξορυκτικό και Χημικό Συγκρότημα», κρύβει σε βάθος 300 μέτρων κάτω από τη γη έναν λαβύρινθο 3.500 αιθουσών και δωματίων, καθώς και τρεις πυρηνικούς αντιδραστήρες με πάμπολλους ειδικούς χώρους για την αποθήκευση πυρηνικών αποβλήτων! Οι δύο από τους αντιδραστήρες έχουν πλέον αδρανοποιηθεί, ενώ ο τρίτος τροφοδοτεί με ηλεκτρισμό και θέρμανση την πόλη των 120.000 κατοίκων που βρίσκεται πάνω από το συγκρότημα. Τώρα, χρησιμοποιώντας κεφάλαια από τα αντισταθμιστικά οφέλη που προσέφερε το αμερικανικό υπουργείο Ενέργειας, μια ρωσοαμερικανική κοινοπραξία επιχειρεί να δημιουργήσει σε τμήμα του υπόγειου λαβυρίνθου μια τεχνόπολη 16 εκταρίων. H έρευνα που θα διεξάγεται εκεί θα είναι εστιασμένη στις τεχνολογίες μετατροπής ενέργειας και ανακύκλωσης των πυρηνικών αποβλήτων.
Τέλος, μολονότι η Ευρώπη δεν μπορεί να ανταγωνισθεί τον γιγαντισμό των Ασιατών – ακόμη και η μεγαλύτερή της τεχνόπολη, η γαλλική Sophia Antipolis, υπολείπεται πολύ του ταϊβανέζικου TSIP σε έκταση -, έχει ωστόσο να επιδείξει μια σημαντική καινοτομία: Στα πλαίσια του Κοινοτικού Προγράμματος OnLi (On-Line Innovation) έχει διασυνδεθεί τηλεματικώς με τεχνολογικά πάρκα από τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Πορτογαλία και τη Φινλανδία, με στόχο την ανάπτυξη ενός ενιαίου συνεργατικού περιβάλλοντος που θα ενσωματώνει τις πρακτικές των αντίστοιχων πάρκων. Κάθε φορέας-πάρκο εξειδικεύεται στη θεματική περιοχή τεχνογνωσίας του, αλλά το δίκτυο στο σύνολό του θα προσφέρει τηλεματικά πλήρεις υπηρεσίες διαχείρισης της καινοτομίας, μεταφοράς τεχνολογίας και επιχειρηματικής διεύρυνσης (spin-off). Αποδέκτες των υπηρεσιών του ιδεατού αυτού «υπερπάρκου» λογίζονται όλες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της ευρωπαϊκής Κοινωνίας της Πληροφορίας.
Για τους ενδιαφερομένους, η ελληνική συμμετοχή στο δίκτυο αυτό εκπροσωπείται από το Τεχνολογικό Πάρκο Θεσσαλονίκης AE, την Ερευνητική Μονάδα «URENIO» του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το Ελληνικό Κέντρο Μεταφοράς Τεχνολογίας AE.
H Ακρόπολη των υπολογιστών
Με την έλευση των ΜΟΠ Πληροφορικής και των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης, διάφορα σχέδια ανάπτυξης τεχνολογικών πάρκων και θερμοκοιτίδων υλοποιήθηκαν στη χώρα μας ή περιμένουν ακόμη την υλοποίησή τους. Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται τα γνωστά πάρκα του Ινστιτούτου Τεχνολογίας και Ερευνας στην Κρήτη και στην Πελοπόννησο (Πάτρα), εκείνο της Θεσσαλονίκης, οι θερμοκοιτίδες επιχειρήσεων του Δημόκριτου και το Πάρκο του ΕΜΠ στο Λαύριο. Στη δεύτερη κατηγορία βρίσκεται το Τεχνολογικό Πάρκο Θεσσαλίας και άλλα ακόμη λιγότερο γνωστά. Είτε πέτυχαν είτε όχι τους προδιαγεγραμμένους στόχους τους, χαρακτηρίζονται όλα από τη μικρή κλίμακα, την έλλειψη χώρου σημαντικής επέκτασης, τη μη εγγύτητα σε πολυπληθή «δεξαμενή εργαζομένων» και τη μη γειτνίαση με κομβικό διεθνές αεροδρόμιο. Είναι σημαντικά αυτά τα μειονεκτήματα;
«Βεβαίως» απαντά ο πρόεδρος της τεχνόπολης «Ακρόπολις» Αχιλλέας Χατζηνίκος, «εφόσον μιλάμε για τεχνόπολη και όχι για απλό τεχνολογικό πάρκο». Τι εννοεί; «Μια τεχνόπολη διαφέρει όχι μόνο ως προς το μέγεθος, αλλά και στο ότι πρέπει να έχει αυτονομία, να διασφαλίζει τη βιωσιμότητά της και να φιλοξενεί την πλειονότητα των επιχειρήσεων του κλάδου που απευθύνεται. Ενώ λοιπόν ένα τεχνολογικό πάρκο της περιφέρειας μπορεί να έχει λιγότερες απαιτήσεις, μια πραγματική τεχνόπολη οφείλει να είναι δίπλα σε αυτοκινητόδρομο, με μέσα μαζικής μεταφοράς σταθερής τροχιάς και κοντά σε διεθνές αεροδρόμιο. Αυτές είναι οι βασικές προδιαγραφές όλων των επιτυχημένων τεχνοπόλεων διεθνώς».
Μια τέτοια τεχνόπολη λοιπόν θέλει να χτίσει η πολυμετοχική εταιρεία που ίδρυσαν 100 ελληνικές επιχειρήσεις του Συνδέσμου Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών (ΣΕΠΕ) το 2000, με κεφάλαιο 1.660.000 ευρώ. Φιλοδοξία της είναι να γίνει η Αττική το «κέντρο ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, μετατρέποντας την Ελλάδα σε περιφερειακή μητρόπολη της νέας οικονομίας». Αυτό ήταν το όραμα και για την υλοποίησή του στράφηκαν πρώτα – πού αλλού; – στη γειτονιά των Σπάτων. Τα χωράφια που γειτόνευαν με το «Ελευθέριος Βενιζέλος» έμοιαζαν λογική επιλογή. Το χωροθετημένο σχήμα όμως έμοιαζε με πόλη τής… Αγριας Δύσης (510 στρέμματα, με μήκος 2,5 χιλιόμετρα και μέγιστο πλάτος 270 μέτρα!) και συνόρευε με αρχαιολογικούς χώρους, το 30% των 200 (!) ιδιοκτητών δεν είχε «καθαρούς» τίτλους ιδιοκτησίας και μέσα στα χωράφια υπήρχαν και 10 βίλες…
Μετά την αποτυχία αυτή ακολούθησε νέα αναζήτηση, που ευτυχώς κατέληξε σε μια απίστευτα βολική λύση: Στην περιοχή των Αφιδνών (12ο χιλιόμετρο μετά τη συμβολή της Αττικής οδού με την ΕΟ Αθηνών – Λαμίας, ένα χιλιόμετρο πριν από τα διόδια) η ΑΓΕΤ «Ηρακλής» διέθετε 450 στρέμματα, αγορασμένα το 1964 και… σκαμμένα πλέον σε βαθμό που να είναι σίγουρο ότι δεν υπάρχουν αρχαία. Το σημείο εφάπτεται της Εθνικής οδού, τα δίκτυα ΔΕΗ, ΟΤΕ και φυσικού αερίου περνούν από εκεί, ο σταθμός του αστικού σιδηροδρόμου Αφιδνών απέχει 1.700 μέτρα. H αγοραπωλησία έκλεισε με αντίτιμο 7.000.000 ευρώ και τώρα ο φάκελος του έργου οδεύει προς αξιολόγηση και έγκριση χωροθέτησης με προβλεπόμενο συνολικό ύψος επένδυσης που φτάνει τα 145.00.000 ευρώ.
«Τι ακριβώς σκοπεύετε να κάνετε εκεί και πού στηρίζετε την – τόσων ευρώ – αισιοδοξία σας;» ρωτήσαμε τον κ. Χατζηνίκο.
«Θα χτίσουμε μόνο το 10%-15% της γης» λέει «διαμορφώνοντας το υπόλοιπο ως πραγματικό πάρκο. Στα κτίρια θα στεγάσουμε τα γραφεία ως και 170 επιχειρήσεων, με όλες τις σύγχρονες υποδομές και βιολογική αποχέτευση, συνεδριακό κέντρο, αίθουσες σεμιναρίων, βιβλιοθήκη, ξενώνα, χώρους εστίασης, τράπεζες, παιδικούς σταθμούς, αθλοπαιδιές, σχολή και μουσείο πληροφορικής. Μόνο το 25% των κτιρίων θα είναι τριώροφα, ενώ τα υπόλοιπα διώροφα και μονώροφα, όλα βιοκλιματικά. Στοχεύουμε να παραδώσουμε πλήρη την τεχνόπολη στους δικαιούχους μέσα σε 5 χρόνια, ώστε να παρακάμψουμε το κλασικό μοντέλο ωρίμανσης τέτοιας επένδυσης, που θα ήταν 10-15 χρόνια. Οι υπηρεσίες που θα προσφέρουμε ως τεχνόπολη στις επιχειρήσεις – είτε εδραιωμένες είτε σε «θερμοκοιτίδες» – θα είναι τέτοιες που επιβοηθούν ιδιαίτερα την εξωστρέφεια, την ανάπτυξη εξωτερικού εμπορίου και τη διεθνοποίηση της αγοράς όπου απευθύνονται… Με άλλα λόγια, μιλάμε για την πραγματική ελπίδα της πληροφορικής στη χώρα μας και, επιτέλους, δεν μιλάμε απλά, αλλά υλοποιούμε! Αυτό, ευτυχώς, δείχνει ότι ασπάζονται και όλα τα δημόσια πρόσωπα – από όλο το πολιτικό φάσμα – που γνώρισαν τα σχέδιά μας και νιώθουμε ευγνώμονες για το ότι αποδείχθηκαν ένθερμοι υποστηρικτές τους».