Οι Ελληνες αγόρασαν «μετοχές ευτυχίας» – σε ατομικό και εθνικό επίπεδο -, για να απολαύσουν τα μεγάλα αστέρια του αθλητισμού, να γευτούν μέσα από την επιτυχία αυτών και οι ίδιοι λίγη δόξα, να νιώσουν εθνικά υπερήφανοι, να καμαρώσουν τα σημαντικά έργα που άλλαξαν την όψη της πόλης και την ποιότητα της ζωής τους, αλλά και να γίνουν παγκοσμίως «γνωστοί», μειώνοντας έτσι την υπαρξιακή μοναξιά τους.


Πήραμε συγχαρητήρια, τη δημόσια συγγνώμη όσων αμφισβήτησαν τις διοργανωτικές μας ικανότητες, δρέψαμε μετάλλια και δάφνες, τα φώτα έσβησαν, οι ολυμπιακές λωρίδες δόθηκαν πίσω στο κοινό, η λάμψη έσβησε και η ρουτίνα επιστρέφει, με τα ολοκληρωμένα ολυμπιακά έργα να παραμένουν ορόσημο της Ολυμπιάδας που μόλις ζήσαμε… Μια διάχυτη μελαγχολία και μια αίσθηση στρεσαρίσματος φαίνεται να σημαδεύουν τις ημέρες που ακολουθούν την τελετή λήξης των Αγώνων. Καθόλου παράξενο, αν αναλογιστεί κανείς ότι παρόμοιες ψυχολογικές αντιδράσεις καταγράφηκαν το 1996 μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Ατλάντα και το 2000 στο Σίδνεϊ. Συγκεκριμένα, η «διάγνωση» μεταολυμπιακή μελαγχολία δόθηκε για να περιγράψει αυτή την ψυχική κατάσταση μεμονωμένων ατόμων.


Ο καλύτερος εαυτός


Ακόμη και οι μεγαλύτεροι σκεπτικιστές οφείλουν να παραδεχθούν ότι οι Ελληνες κέρδισαν το μεγαλύτερο στοίχημα κατά τη διάρκεια των εβδομάδων των Ολυμπιακών Αγώνων: συνεργάστηκαν, ακολούθησαν κατά γράμμα τις διάφορες οδηγίες που δόθηκαν, έδειξαν το χαμογελαστό και ευγενικό τους πρόσωπο, την παραδοσιακή ελληνική φιλοξενία και φιλότιμο. Με δυο λόγια, ξεπέρασαν τους εαυτούς τους. Αλλά και η ολοκλήρωση των μεγάλων έργων υποδομής συνετέλεσε σε μια ψυχική ανάταση και στην προσδοκία ότι θα βελτιωθεί η όψη της πόλης καθώς και η ποιότητα ζωής των κατοίκων.


Για πολλές ημέρες η Αθήνα μεταμορφώθηκε σε ένα κοσμοπολίτικο κέντρο, μια πόλη στο επίκεντρο της δημοσιότητας, ανώτατων προδιαγραφών με ζηλευτή αίγλη και ομορφιά.


Προσωπική αφετηρία


Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούν μια αφορμή, μια αφετηρία σκέψεων για πολλούς ανθρώπους ώστε να κάνουν την προσωπική αυτοκριτική τους και αποτίμηση της ατομικής και επαγγελματικής ζωής τους κάτω από το πρίσμα της νέας εμπειρίας που έζησαν. Αναρωτιούνται τι είναι σημαντικό στη ζωή τους, αναδιαρθρώνουν τις προτεραιότητές τους και επαναξιολογούν το σημείο στο οποίο βρίσκονται και εκείνο στο οποίο θα ήθελαν να είναι. Αυτό σημαίνει ότι έρχονται αντιμέτωποι με τις πιο μύχιες σκέψεις, φόβους και επιθυμίες τους και αναλαμβάνουν την ευθύνη λήψης και πραγματοποίησης αποφάσεων, κάτι που αναπόφευκτα περιλαμβάνει νέα αρχή αλλά και τέλος στον επαγγελματικό ή συναισθηματικό τομέα.


Γυμναστική, δίαιτα και σιγουριά


Σύμφωνα με την ψυχολόγο Denise Greenway, μέλος του Αυστραλιανού Συνδέσμου Σωματικής Εικόνας και Διατροφικών Διαταραχών, ένα φαινόμενο που παρατηρείται μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι η δυσαρέσκεια και η μελαγχολία του ατόμου σχετικά με το σώμα του. Οι εγγραφές σε γυμναστήρια και οι επισκέψεις σε διαιτολόγους αυξάνονται κατακόρυφα ύστερα από τέτοια αθλητικά γεγονότα, ως απόρροια του θαυμασμού για τα καλογυμνασμένα σώματα και της αυτοπεποίθησης που φαίνεται να εκπέμπουν. Ο Dr Shardul Sinha παρατηρεί ότι οι εξοντωτικές δίαιτες και η γυμναστική με σκοπό τη δημιουργία σούπερ σώματος αποτελούν έναν τρόπο απόκτησης αυτοπεποίθησης για το ευρύ κοινό. Ωστόσο προειδοποιεί ότι κάτι τέτοιο δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ούτε από φυσική ούτε από ψυχολογική πλευρά.


Ρουτίνα και μαθήματα ευτυχίας


H επιστροφή στη ρουτίνα υπενθυμίζει ότι μετά τη μεγάλη ποδοσφαιρική επιτυχία του Euro 2004 και την επιτυχημένη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων – γεγονός ύψιστης ιστορικής και πολιτισμικής σημασίας – δεν υπάρχουν και πολλά να περιμένει κανείς σε συλλογικό επίπεδο.


H ανάγκη να συνεχίσουμε στον ίδιο ευφρόσυνο, ξέφρενο ρυθμό των ευτυχισμένων 17 ολυμπιακών ημερών μάς κάνει να ξεχνάμε την ίδια τη φύση της ευτυχίας: είναι όμορφες, μοναδικές στιγμές, οι οποίες οφείλουν την ιδιαίτερη φύση τους ακριβώς στο γεγονός ότι δεν είναι καθημερινές και ότι διανθίζουν τη ρουτίνα. Και ακριβώς αυτό το μάθημα ευτυχίας θα πρέπει να αποκομίσουμε: ότι απολαμβάνουμε και την τελευταία ρανίδα ευτυχίας, χωρίς να γκρινιάζουμε για το ότι τελείωσε!


Ποιους πώς και επηρεάζει


Τι είναι η μεταολυμπιακή μελαγχολία;


Πρόκειται για το συναίσθημα μιας ακαθόριστης θλίψης, νοσταλγίας για την πανηγυρική ατμόσφαιρα, λαχτάρας για τα αγωνίσματα και του συνδρόμου στέρησης όλων των αθλητικών γεγονότων και δρωμένων. Σύμφωνα με έναν βασικό ψυχολογικό κανόνα, όταν υπάρχουν έντονα, ακραία συναισθήματα – θετικά ή αρνητικά – οι άνθρωποι τείνουν να επιστρέψουν στην πρότερη ψυχολογική τους κατάσταση ή σε έναν μέσο όρο.


Γιατί συμβαίνει;


Για πολλούς ανθρώπους οι εβδομάδες πριν και κατά τη διάρκεια των Αγώνων σηματοδότησαν μια εποχή έντονων συναισθημάτων και σασπένς, ενώ παράλληλα οδήγησαν στη συνειδητοποίηση μιας ιδιαίτερα μεγάλης ευχαρίστησης και στην επιθυμία να συνέχιζαν να λειτουργούν σε μια τέτοια ατμόσφαιρα. Οι εβδομάδες αυτές όμως τελείωσαν. Το παράδειγμα των ανθρώπων που χαμογελάνε, είναι ευγενικοί, ακολουθούν τους κανόνες, δημιουργεί την ανάγκη συνέχισης αυτού του όμορφου συναισθήματος. Και όταν κανείς συνειδητοποιεί ότι το τέλος των Ολυμπιακών Αγώνων σηματοδοτεί και το τέλος μια εποχής συναισθηματικής ευφορίας σε εθνικό επίπεδο, η απογοήτευση είναι μεγάλη.


Ποιοι είναι πιο ευάλωτοι;


Οσα άτομα συνέχισαν τη ρουτίνα τους στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων έχουν τις λιγότερες πιθανότητες να επηρεαστούν αρνητικά από αυτούς με τη λήξη τους. Τα άτομα όμως που είχαν ανάμειξη, όπως οι αθλητές, οι προπονητές, οι εργαζόμενοι σε οποιονδήποτε ολυμπιακό τομέα, οι εθελοντές αλλά και οι θεατές και οι τηλεθεατές – όλοι όσοι είχαν πρακτική και συναισθηματική ανάμειξη στους Αγώνες – υποφέρουν περισσότερο.


Πώς επηρεάζονται οι εθελοντές;


Για τους χιλιάδες εθελοντές, που επένδυσαν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στην επιτυχημένη διεξαγωγή των Αγώνων, το πανηγύρι τελείωσε. Για ένα χρονικό διάστημα βρέθηκαν στην «πρώτη γραμμή»: όλοι τούς έδιναν σημασία και συγχαρητήρια, τους μιλούσαν, τους ρωτούσαν, φωτογραφίζονταν μαζί τους· οι εθελοντές με τις όμορφες στολές τους απέκτησαν μια αίσθηση προσωπικής σπουδαιότητας και νοήματος. Και τώρα, επιστροφή στη ρουτίνα…


Ποια είναι τα συναισθήματα των θεατών;


Είτε θεατές στο γήπεδο είτε στην τηλεόραση, το χτυποκάρδι, η χαρά, η λύπη, η συναισθηματική επένδυση στα δρώμενα και τα έντονα συναισθήματα ήταν ο παρονομαστής για χιλιάδες Ελληνες που παραμέρισαν οτιδήποτε άλλο στη ζωή τους και έθεσαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες ως προτεραιότητα. Και τώρα, επιστροφή στη ρουτίνα…


Τι επηρεάζει τους αθλητές;


Πολλοί αθλητές που συμμετέχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες – ολυμπιονίκες και όχι μόνο – δηλώνουν ότι μετά τη διεξαγωγή των Αγώνων αισθάνθηκαν κάτι παραπάνω από απλή κακή διάθεση: έντονη μελαγχολία. Το συναίσθημα αυτό προκύπτει όταν ο αθλητής υπερεπενδύσει στο άθλημά του, στην απόδοσή του και στο να κερδίσει το χρυσό μετάλλιο. Οταν ο σκοπός της ζωής συρρικνωθεί στην επιτυχία ή στην αποτυχία στους Ολυμπιακούς, τότε λογικό είναι να καταρρακωθεί κανείς όταν δεν πετύχει ή όταν ο ίδιος κρίνει ότι θα μπορούσε να αποδώσει και καλύτερα.


Σύμφωνα με τη Rhonda Britten, ειδική σύμβουλο στο κανάλι NBC, είναι συνηθισμένο για αθλητές που κερδίζουν μια μεγάλη νίκη να αισθάνονται ταυτόχρονα και μια μεγάλη απώλεια. Μετά την κατάκτηση του μεταλλίου, αρχίζουν να αναρωτιούνται «ποιος είμαι; Πού βαδίζω; Θα συνεχίσω να έχω επιτυχίες;», ερωτήματα που είναι δύσκολο να τα χειριστεί κανείς όταν η έμφαση δίνεται στις επιδόσεις και όχι στο άτομο.


H Britten πιστεύει ότι μέρος του προβλήματος είναι ότι οι αθλητές δεν ζουν ατομικά στο ακέραιο τη ζωή τους, μια που έχουν να λογοδοτήσουν σε άλλους και μονίμως βρίσκονται στη θέση τού να αποδείξουν τον εαυτό τους σε τρίτους.


H ανασφάλεια των εργαζομένων;


Πολλά άτομα εργάστηκαν σκληρά σε διάφορες θέσεις συνεισφέροντας το λιθαράκι τους στην επιτυχή διεξαγωγή των Αγώνων. Τώρα τα άτομα αυτά θα βρεθούν χωρίς εργασία και στη δυσάρεστη θέση να ψάχνουν για κάτι διαφορετικό, το οποίο πιθανότατα δεν θα έχει την αίγλη και το ενθουσιώδες κίνητρο για την επιτυχία των Αγώνων.