Τι είναι η ομορφιά που τόσο βαθιά επηρεάζει τη συμπεριφορά μας; H αντίληψη της αισθητικής γενικότερα είναι φυσική ή επίκτητη; Ελέγχεται από τα γονίδιά μας ή από την ανατροφή μας, τις εμπειρίες μας, τις συνήθειές μας; Μια γενική περιγραφή της οπτικής αισθητικής αντίληψης θα μπορούσε, λ.χ., να αφορά τις αισθητικές εκείνες αρχές που προκαλούν την ευκολία κίνησης των ματιών για την αναγνώριση και την κριτική επιλογή ενός ανταγωνιστικού προτύπου με αστραπιαίες εγκεφαλικές διεργασίες και με βάση την ευχαρίστηση από την τέχνη ή το αντίθετο φύλο. H αναλογική προέκταση μιας τέτοιας περιγραφής αφορά και την αισθητική της μουσικής, όπως και των επιστημών, ακόμη και των ιδεών.


H αναλυτική, λ.χ., ικανότητα ενός μέσου ανθρώπου να διακρίνει ένδεκα τόνους μεταξύ του άσπρου και του μαύρου χωρίς μεγάλη προσπάθεια υποδεικνύει ότι το ωραίο δεν είναι ένα στερεότυπο, αλλά σχετικό, που όμως υπακούει σε ορισμένες αρχές. Γι’ αυτό οι πυθαγόρειοι έκαναν πολλά πειράματα δοκιμής – λάθους για την ανακάλυψη των μαθηματικών αναλογιών που διέπουν μια σειρά από νότες με ίσα διαστήματα. H αξιοποίηση σήμερα της επιστημονικής γνώσης με τη ζεύξη, λ.χ., Τέχνης και Γενετικής εμπνέουν πρόσθετες προσεγγίσεις της αισθητικής τάξης, όπως με την αισθητική αξιοποίησης της «εικόνας» του DNA ή της ανάπτυξης του κυττάρου στο μικροσκόπιο, αναμφίβολα και της μελέτης του προσώπου. Οπως και με τον επιχειρούμενο γενετικό επανασχεδιασμό της ζωής αλλά και της αναζήτησης εξεζητημένων αισθητικών νεωτερισμών με τη γενετική χρωμάτωση – «τατουάζ», π.χ., των ιστών (!) ανθρώπων ή με τη μεταφορά σε φυτά καπνού ενός γονιδίου της πυγολαμπίδας που τα κάνει να μοιάζουν φωταγωγημένα τη νύχτα!


H προσπάθεια κατανόησης της αισθητικής αντίληψης οδηγεί στη γενική άποψη ότι η αισθητική είναι και φυσική και επίκτητη. H πάπια, λ.χ., που μεγαλώνει με χήνες επιχειρεί επίκτητα να ζευγαρώσει με αυτές. Ωστόσο η φύση επιβάλλεται στη συνήθεια όταν το κάθε άτομο βρεθεί μέσα στην οικογένεια του είδους του, προτιμώντας ομοειδή άτομα χωρίς κανέναν δισταγμό. H ερμηνεία βέβαια του φαινομένου της αισθητικής του φύλου του ανθρώπου προσεγγίζεται διαφορετικά μέσα από μια προσπάθεια προσδιορισμού, λ.χ., του ιδανικού προσώπου, του τέλειου σώματος, του άριστου μοντέλου που προκαλεί τη μεγαλύτερη έλξη. Ωστόσο η κατάσταση δεν φαίνεται τόσο απλή, καθώς τα πιο όμορφα πρόσωπα, τα πιο εντυπωσιακά, παρεκκλίνουν του μέσου όρου του ελκυστικού ως προς ορισμένα ιδιαίτερα τονισμένα χαρακτηριστικά.


Μια επιχειρούμενη αποκωδικοποίηση της αισθητικής αντίληψης του προσώπου, λ.χ., οδηγεί σε ένα συμπέρασμα ότι η υπόμνηση κάποιων χαρακτηριστικών παίζει ιδιαίτερο ρόλο στην επιλογή του, η πρόκριση του οποίου ποικίλλει στον καθέναν. Και τούτο διότι ωραίο φαίνεται ό,τι μας μοιάζει οικείο, ίσως ό,τι έχει καταγραφεί στις νευρωνικές μας συνάψεις στην πρώιμη παιδική μας ηλικία – και αυτό φαίνεται να έχει σχέση με τα πρόσωπα που έχουν εντυπωθεί δυνατά στη ζωή μας – όπως, λ.χ., τα πρόσωπα των γονιών μας ή άλλα οικεία, με τη σύνθεση, τη συνδυαστική παρουσία μερικών χαρακτηριστικών τους σε ένα άλλο πρόσωπο να αντανακλά το όμορφο και ελκυστικό σε αυτό.


H άποψη αυτή υποστηρίζεται από μερικά σχετικά πειράματα που αναδεικνύουν μια «φροϋδική» σχέση. Ωστόσο το φαινόμενο δεν είναι μονοδιάστατο και οι λεγόμενοι «προσωπικοί ανιχνευτές ομορφιάς» – η όλη οπτική και εγκεφαλική διεργασία – φαίνεται να προσμετρούν σοβαρά και τη δαρβινική επιλογική παράμετρο. Ετσι όταν ο στόχος είναι η αναπαραγωγή, φαίνεται να «ανιχνεύονται» και να προκρίνονται άτομα με φαινοτυπικά χαρακτηριστικά που αντανακλούν σημάδια υγείας – και η στρατηγική ζευγαρώματος προσανατολίζεται περισσότερο προς την επιλογή ανδρών, όχι ιδιαίτερα αρρενωπών αλλά κυρίως πολλά υποσχόμενων ως γονιών για τη διαιώνιση των γονιδίων. H αισθητική αντίληψη ωστόσο περιπλέκεται και άλλο καθώς η επιλογή συντρόφου, λ.χ., φαίνεται να διακυμαίνεται ανάλογα και με τη φάση του έμμηνου κύκλου που βρίσκεται μια γυναίκα. H «οικεία υπόμνηση» όμως φαίνεται να παίζει πάντα τον ρόλο της και για τα δύο φύλα στη βάση της πρόκρισης και συγκράτησης επιτυχημένων ήδη συνδυασμών γονιδιακών παραλλαγών στον πληθυσμό, στο είδος. Στον ίδιο τόνο θα μπορούσε να εξηγηθεί και η λεγόμενη «ξενομανία», η προτίμηση συντρόφου με σπάνια χαρακτηριστικά – διότι με τον τρόπο αυτόν εμπλουτίζεται η γονιδιακή δεξαμενή με νέες γονιδιακές παραλλαγές, χρήσιμες για να μην καταρρεύσει ο πληθυσμός εξαιτίας της αρνητικής εν γένει ομειξίας, της ενδογαμίας. Στο όλο αισθητικό σκηνικό μέρος συμβάλλει αναμφίβολα και η ανάπτυξη της ατομικής και κοινωνικής κουλτούρας – όπως και πολλά άλλα που έκαναν έναν πρίγκιπα των παλαιών καιρών να μη βρει σύζυγο, καθώς την ήθελε όχι μόνο «ωραιοτάτη αλλά και ηθικοτάτη και πλουσιοτάτη» – και τέτοιοι συνδυασμοί είναι σπάνιοι!


Κάτω λοιπόν από την επίκτητη αντίληψη της αισθητικής βρίσκεται η γενετική φλόγα που θερμαίνει το αισθητικά αποδεκτό πρότυπο. Και μπορεί να μην επιβάλλεται απόλυτα στην αισθητική η «δικτατορία» των γονιδίων, αλλά και η επίκτητη παράμετρος ουσιαστικοποιεί τη σχετικότητα της αισθητικής προκαλώντας ρευστότητα που τα MME, ο κινηματογράφος και οι σχεδιαστές της ομορφιάς εκμεταλλεύονται για να διαμορφώσουν τεχνητά αφύσικα κριτήρια αισθητικής, καλλιεργώντας με την προβολή τους την οικειότητα και την αποδοχή, επηρεάζοντας τελικά την επιλογή του συντρόφου μας, τη συμπεριφορά μας, τη ζωή μας. Γι’ αυτό και εδώ η παιδαγωγική παράμετρος έχει ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση της φυσιολογικής αισθητικής αντίληψης απορρίπτοντας κάθε πλασματικό μοντέλο, κάθε επιβολή του τεχνητού ωραίου, για να μην προκαλείται άλλη μία σύγχυση στη φυσική επιλογή που μας έδειξε τον δρόμο ως εδώ που φτάσαμε.


Ο κ. Σταμάτης N. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής και πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών.