4. Αναζητείται νέα εικόνα


H τοποθέτηση της κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη στην ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών είναι προφανές ότι δεν θα αλλάξει τους στρατηγικούς στόχους της ελληνικής διπλωματίας. Αλλωστε οι στόχοι αυτοί, οι οποίοι αναδιατάχθηκαν το 1999 – οπότε εγκαινιάστηκε η περίοδος της ελληνοτουρκικής προσέγγισης και του «εξευρωπαϊσμού» των ανοικτών θεμάτων με την Τουρκία -, τυγχάνουν ευρύτατης υποστήριξης από την ελληνική Βουλή και συγκεντρώνουν τη συναίνεση των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων. Ακόμη και στο Κυπριακό οι διαφορετικές απόψεις που καταγράφηκαν αφορούν θέματα τακτικής και χειρισμών και αντανακλούν, σε μεγάλο βαθμό, τους διαφορετικούς ρόλους και τις θεσμικές ιδιότητες των εκφραστών τους.


Τον Απρίλιο του 2004 η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη – με την ιδιότητα της δημάρχου Αθηναίων – και ο κ. Γ. Παπανδρέου – ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά κυρίως ως πολιτικός που είχε την ευθύνη της άσκησης της εξωτερικής πολιτικής ως πριν από έναν μήνα – τάχθηκαν ανοικτά υπέρ του Σχεδίου Αναν. Υπέρ του Σχεδίου Αναν τάχθηκε και ο κ. K. Καραμανλής, ο οποίος, ως νεοεκλεγείς Πρωθυπουργός, είχε επιλέξει να κρατήσει μια στάση πολύ περισσότερο προσεκτική, θέλοντας να αποφύγει τις συγκρούσεις και το πολιτικό κόστος. «Το Σχέδιο Αναν, όπως έχω τονίσει, έχει θετικά στοιχεία και δυσκολίες. Οι συγκεκριμένες συγκυρίες επιβάλλουν να μην αφήσουμε τις αδικίες να μας εμποδίσουν να κοιτάξουμε μακροπρόθεσμα. Αυτό που προέχει σήμερα, αυτό που οφείλουμε να κάνουμε, είναι να δούμε ψύχραιμα πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα θετικά του Σχεδίου Αναν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής δυναμικής. Προσωπικά πιστεύω βαθύτατα στη δύναμη της ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Στη δύναμή της να αμβλύνει τις όποιες δυσκολίες. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής προοπτικής, τα θετικά σημεία μπορούν να αποδειχθούν υπέρτερα των αρνητικών…» είχε χαρακτηριστικά τονίσει στο διάγγελμά του λίγες ημέρες πριν από το δημοψήφισμα στην Κύπρο.


Από τότε έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια. Το Σχέδιο Αναν απορρίφθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων χωρίς, ευτυχώς, αυτό να επηρεάσει την απρόσκοπτη ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην EE. Ωστόσο, πέραν του γεγονότος αυτού – το οποίο οφείλεται στις αποφάσεις του Ελσίνκι -, τα πράγματα για την ελληνική διπλωματία δεν πήγαν και τόσο καλά στη διάρκεια αυτής της διετίας. Κάτι η αναγνώριση της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» από τους Αμερικανούς, κάτι οι «εξευτελιστικές» προτάσεις Νίμιτς, η απόλυτη στασιμότητα στα ελληνοτουρκικά, χωρίς καμία κίνηση καλής θέλησης από την Τουρκία, αλλά και πρόσφατα οι διογκούμενες διεθνείς πιέσεις γύρω από το Κυπριακό, είχαν ως αποτέλεσμα ο κ. Καραμανλής να βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σειρά από προβλήματα τα οποία τον «αποσπούσαν» από άλλες προτεραιότητες. Ταυτοχρόνως το ΠαΣοΚ διατηρούσε ένα προνομιακό πεδίο άσκησης αντιπολίτευσης και μάλιστα με πολύ καλά αποτελέσματα, τα οποία καταγράφονταν σε όλες ανεξαιρέτως τις δημοσκοπήσεις.


Ο Πρωθυπουργός δεν ήταν και πολύ ευτυχής με την κατάσταση αυτή και είχε αποφασίσει εδώ και καιρό ότι πρέπει να την αλλάξει. Παρά τις ισχυρές αντιδράσεις και αντιστάσεις του λεγόμενου «καραμανλικού μπλοκ» και παρά την εκτίμηση και τον σεβασμό για το πρόσωπο του κ. Π. Μολυβιάτη, ο Πρωθυπουργός διαπίστωνε ένα «έλλειμμα παρουσίας» της ελληνικής διπλωματίας, το οποίο ήθελε οπωσδήποτε να καλύψει. Εξαρχής, το μόνο πρόσωπο που «έπαιζε» για τη θέση ήταν αυτό της κυρίας Ντόρας Μπακογιάννη. «Αν η Ντόρα δεν είχε επιλέξει, το 2002, τον Δήμο της Αθήνας, θα ήταν από την πρώτη ημέρα υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης της ΝΔ» λένε με βεβαιότητα στενοί συνεργάτες της, επισημαίνοντας ότι από την εποχή που η κυρία Μπακογιάννη ήταν τομεάρχης Εξωτερικών και Αμυνας της ΝΔ είχαν αναπτυχθεί ανάμεσα στην ίδια και τον κ. Καραμανλή μια συναντίληψη και μια σχέση αμοιβαίας εκτίμησης και εμπιστοσύνης στα θέματα εξωτερικής πολιτικής.


«Υπάρχουν κάποιοι που καλλιεργούν, για τους δικούς τους λόγους, τον μύθο της σύγκρουσης καραμανλικών – μητσοτακικών, ενδεχομένως για να δημιουργούν «βαρβάρους» και να δικαιολογούν τους δικούς τους ρόλους. Ο μύθος αυτός έχει γκρεμιστεί. Κάποτε υπήρξε ιστορικό γεγονός, με άλλους πρωταγωνιστές, που δεν ανήκουν στη γενιά του Καραμανλή και της Ντόρας» λένε χαρακτηριστικά οι καινούργιοι ένοικοι του νεοκλασικού της Βασ. Σοφίας.


Σύμφωνα με τους ίδιους «ο Πρωθυπουργός θέλει μια δραστήρια εξωτερική πολιτική, που θα προάγει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, ενώ στο εσωτερικό θα εμπεδώνει το αίσθημα αυτοπεποίθησης και ασφάλειας», διαβεβαιώνοντας ότι σε αυτό ακριβώς το τρίπτυχο αποτυπώνεται και η φιλοσοφία με βάση την οποία θα κινηθεί η νέα επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας.


Το «σχέδιο δράσης» της Ντόρας


H νέα υπουργός Εξωτερικών σκοπεύει να κινηθεί με προσεκτικά βήματα τόσο στη συγκρότηση του επιτελείου της όσο και στον χειρισμό των εθνικών θεμάτων. Σε πρώτη φάση – και αφού ολοκληρώσει έναν κύκλο επαφών και συσκέψεων με τα υπόλοιπα μέλη της πολιτικής ηγεσίας αλλά και ανώτατους υπηρεσιακούς παράγοντες – θα εκπονήσει ένα «σχέδιο δράσης» με τους βασικούς στόχους της ελληνικής διπλωματίας για τα προσεχή χρόνια. H «αναθέρμανση» των σχέσεων με τους ευρωπαίους εταίρους αποτελεί πρώτης προτεραιότητας ζήτημα και έτσι επέλεξε να κάνει το πρώτο της ταξίδι στις Βρυξέλλες, στις 27 και 28/2. Ταυτοχρόνως θέλει να αναβαθμίσει την παρουσία της χώρας στα μεγάλα θέματα της διεθνούς πολιτικής, αλλά και να αξιοποιήσει το κεφάλαιο των καλών προσωπικών σχέσεων που διατηρεί με την Ουάσιγκτον, όπως φάνηκε και από το τηλεφώνημα που δέχθηκε από την αμερικανίδα ομόλογό της κυρία Κοντολίζα Ράις. Σε πρώτης προτεραιότητας ζήτημα αναγορεύεται εκ των πραγμάτων και το Κυπριακό, το οποίο θα βρεθεί στο επίκεντρο της πρώτης συνάντησης που θα έχει την Τετάρτη, στην Αθήνα, με τον κύπριο ομόλογό της κ. Γ. Ιακώβου. Στη διάρκεια αυτής της πρώτης συνάντησης, η κυρία Μπακογιάννη θέλει να θέσει τα θεμέλια για να αρθεί η καχυποψία του προηγούμενου διαστήματος και να εγκαθιδρυθεί μια σχέση συνεννόησης και καλής συνεργασίας με τη Λευκωσία: «H Ντόρα δεν είναι αντίπαλος ούτε απειλή για τη Λευκωσία, αλλά ένα «ισχυρό χαρτί» που θέλει και μπορεί να παίξει εποικοδομητικό ρόλο στις κυοφορούμενες εξελίξεις στο Κυπριακό» διαβεβαιώνουν οι συνεργάτες της.