«Πληρώνουμε το κόστος της επιτυχίας για την Ελλάδα»


Θα περίμενε κανείς ότι ως εκπρόσωπος της «παλαιάς φρουράς» ο κ. Ακης Τσοχατζόπουλος θα εναντιωνόταν στις αλλαγές. Δεν συμβαίνει έτσι. Ο υπουργός Ανάπτυξης πιστεύει σ’ αυτό το νέο που επαγγέλλεται ο Γιώργος Παπανδρέου και το στηρίζει. Πιστεύει και στην αλλαγή πολιτικής αλλά και στις αλλαγές των προσώπων. Και θεωρεί ότι το κλειδί για τη νίκη είναι ένα: η προσωπική ευρωπαϊκή σύγκλιση του έλληνα πολίτη και όχι η σύγκλιση των αριθμών. Εκεί θα παιχθεί το μεγάλο στοίχημα, λέει. Πώς θα γίνει αυτό; Ο βετεράνος του Κινήματος θεωρεί ότι οι δεσμεύσεις της ηγεσίας πρέπει να είναι ξεκάθαρες.





» –
Πώς τα βλέπετε τα πράγματα; Είστε αισιόδοξος;


«Τώρα πια, ναι. Γιατί, παρά το «αυτογκόλ» της Χαλκιδικής, πιστεύω ότι θα μετατρέψουμε αυτόν τον εκλογικό αγώνα σε ντέρμπι, όπου τελικά θα νικήσει ο καλύτερος».


Γιατί να κερδίσει ξανά το ΠαΣοΚ;


«Γιατί δεσμεύτηκε στον ελληνικό λαό να τον οδηγήσει σε μια νέα εποχή ολοκληρωμένης δημοκρατικής ανάπτυξης και μεταρρύθμισης, με τομές και αλλαγές, όπως αυτές που πραγματοποίησε στον ίδιο του τον εαυτό».


Γιατί αυτές τις αλλαγές δεν τις κάνατε νωρίτερα;


«Διότι τα τελευταία χρόνια ήταν μια περίοδος ανασυγκρότησης της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. H χώρα μπήκε στην ΟΝΕ, απέκτησε εξωστρέφεια, κύρος. Τώρα χρειάζεται ένα νέο άλμα, που θα οδηγήσει στην κοινωνική ευημερία και στην ανακατανομή του πλούτου. Και ο Γιώργος Παπανδρέου έδωσε δείγμα γραφής ότι μπορεί να κάνει τέτοιες αλλαγές. Μένει στο ίδιο το ΠαΣοΚ πλέον να αποδείξει ότι και αυτό μπορεί. Ο πολιτικός φορέας ΠαΣοΚ θα προχωρήσει μετά τις εκλογές στο κανονικό του συνέδριο – τον Οκτώβριο του 2004 -, θα σηματοδοτήσει και για το ίδιο το κόμμα νέες αλλαγές».


– Αρα αυτό που λέτε, κύριε υπουργέ, είναι πως, ό,τι και να γίνει, μετά τις εκλογές το ΠαΣοΚ πρέπει να πάει σε ένα νέο συνέδριο.


«Είναι υποχρεωμένο, γιατί είναι καταστατικά το κανονικό μας συνέδριο τον Οκτώβριο, έτσι κι αλλιώς. Εκεί η αλλαγή που κάναμε στο Καταστατικό ως προς τη διαδικασία εκλογής προέδρου θα έχει φυσικά συνέχεια».


– Εσείς συναισθηματικά είστε δεμένος με το «παλιό» ΠαΣοΚ. Πώς μιλάτε με τόση άνεση για «μετάλλαξη» του ίδιου του κόμματός σας; Εδώ μιλάμε για άλλο όνομα, για αλλαγή συμβόλων…


«Θα σας μιλήσω με κάθε ειλικρίνεια. Αισθάνομαι πολύ άνετα που καλούμαι να συνδιαμορφώσω αυτό το καινούργιο. Στο συνέδριο του 2001 προσπάθησα να καταδείξω την ανάγκη υπέρβασης του «κυβερνητικού» χαρακτήρα του ΠαΣοΚ, την ανάγκη να συνδεθούμε και πάλι με την κοινωνική και λαϊκή δυναμική και να προχωρήσουμε με μεγαλύτερη αλληλεγγύη και συνοχή. Τότε βέβαια η άποψή μου αυτή δεν πέρασε. Ετσι, μετατέθηκαν ουσιαστικά όλοι αυτοί οι προβληματισμοί στο σήμερα. Γι’ αυτό σας λέω ότι τώρα αισθάνομαι άνετα».


– Και η «νεοφιλελεύθερη στροφή»; ή, μάλλον, για να το πω πιο «ευγενικά», η περίφημη διεύρυνση; Δεν σας ξενίζει;


«Το τι αλλαγές θα κάνουμε δεν είναι θέμα που θα το αποφασίσει ένας – είτε εγώ είτε ο πρόεδρος είτε κάποιος άλλος».


Θα το αποφασίσει το συνέδριο;


«Θα το αποφασίσει το συλλογικό ΠαΣοΚ. Θα πάμε σε έναν δημοκρατικό διάλογο σε βάθος ώστε όλοι μαζί να συγκροτήσουμε πλειοψηφικού χαρακτήρα απαντήσεις που θα αποτελέσουν τη βάση για τη μελλοντική μας πορεία. Και ο καθένας θα λάβει τη θέση του».


– Συμφωνώ, αλλά μην πάτε να μου ξεφύγετε. Εσείς αυτή τη στιγμή…


«Εγώ συμμετέχω ενεργά. Διεκδικώ την άποψή μου. Και να πω και κάτι; Δεν ενδιαφερόμαστε να αλλάξουμε το ΠαΣοΚ. Το ΠαΣοΚ το εξελίσσουμε».


– Αλλά αποφεύγετε πια τον όρο «ΠαΣοΚ». Προτιμάτε το «δημοκρατική παράταξη».


«Το ΠαΣοΚ είναι ο κορμός της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης την οποία θεωρούμε αναγκαία. Είναι ένα αριστερό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, εκφράζει την κοινωνική ευαισθησία, είναι η συνείδηση του έλληνα πολίτη, αλλά δεν είμαστε μόνοι μας στην ελληνική κοινωνία. H ελληνική κοινωνία, πέραν του εργαζομένου, του μισθωτού, του αγρότη, περιλαμβάνει και ένα κομμάτι του ελληνικού λαού που έχει διαφορετικές απόψεις. Αυτές οι διαφορετικές απόψεις μπορεί να αποτελέσουν βάση συνεννόησης, μπορεί όμως να αποτελέσουν και βάση αντιπαράθεσης. Δεν κινδυνεύει όμως το ΠαΣοΚ από το ότι, στο πλαίσιο της εκλογικής του τακτικής, ενέταξε τον κ. Μάνο και τον κ. Ανδριανόπουλο ως ανεξάρτητες πολιτικές προσωπικότητες στις γραμμές του. Ούτε κινδυνεύει από την κυρία Δαμανάκη ή από τον κ. Ανδρουλάκη, με τους οποίους έδωσε σκληρές μάχες το 1989. Αυτό το παρελθόν πολιτικά το υπερβήκαμε. Διότι αυτό που προέχει είναι οι ανάγκες του μέλλοντος και του τόπου. Ολοι έχουμε την ιστορία μας, αλλά δεν φυλακιζόμαστε μέσα σ’ αυτήν. Πρέπει να έχουμε την ικανότητα να κάνουμε υπερβάσεις, διότι το καινούργιο δεν περιμένει· απαιτεί υπερβάσεις, ανατροπές, συγκρούσεις, ακόμη και με αυτούς με τους οποίους ήμασταν μαζί».


Ησασταν από τους βασικούς «δελφίνους». Διεκδικούσατε τη θέση του προέδρου του ΠαΣοΚ. Δεν παραιτηθήκατε όμως τότε με τον κ. Σημίτη. Αντίθετα, τον στηρίξατε. Τώρα εμφανίζεται ένας άλλος αρχηγός και πάλι τον στηρίζετε. Τι έγινε η πολιτική φιλοδοξία σας; Μπήκε στο περιθώριο;


«H σταθερή πολιτική παρουσία, συμμετοχή και δράση με καθαρό πολιτικό περιεχόμενο και στόχους, αλλά χωρίς θώκους και ανταλλάγματα, με χαρακτηρίζει σε όλη την πορεία μου. Ολα αυτά τα χρόνια διατήρησα την αυτοτέλειά μου και απέναντι σε αντιλήψεις του εκσυγχρονισμού στο ΠαΣοΚ, συμβάλλοντας με τον δικό μου τρόπο στην ενότητα. Λειτούργησα ως ο άλλος πόλος. Πιστεύω ότι η εξέλιξη θα μας δικαιώσει. Οταν υπήρξε αυτή η – αιφνιδιαστική για πολλούς – επιλογή του Κώστα Σημίτη να οδηγήσει το ΠαΣοΚ σε έκτακτο συνέδριο και να εκλεγεί ο Γ. Παπανδρέου ως ο νέος πρόεδρος, η λαϊκή συνείδηση του κόμματος πήρε φωτιά, έκανε την υπέρβασή της και δημιούργησε τη νέα δυναμική της αλλαγής στη νέα εποχή. Ετσι έθεσε και εκείνος σε δεύτερο πλάνο πλέον το προσωπικό του μέλλον και υποστήριξε το συμφέρον της παράταξης. Και να σας πω και κάτι; Δεν υπήρχε καμία άλλη επιλογή στο ΠαΣοΚ. Ο Γιώργος είχε αντικειμενικά το πρόκριμα σε αυτή τη φάση».


– Υπάρχει χώρος για σας, έναν «παλιό» του ΠαΣοΚ, μέσα σ’ αυτό το νέο σκηνικό που διαμορφώνεται; Πώς νιώθετε ύστερα από όλες αυτές τις αλλαγές;


«Πρέπει να επιλέξεις. Ή είσαι θεατής, οπότε φυσιολογικά γίνεσαι κομμάτι των αλλαγών, ή πρωτοστατείς ο ίδιος στις αλλαγές. Το να πρωτοστατείς βέβαια στις πολιτικές και ιδεολογικές αλλαγές δεν έχει ως προϋπόθεση τη ληξιαρχική πράξη γεννήσεως. Οχι μόνο δεν είμαι αντίθετος στις αλλαγές, αλλά τις στηρίζω. Πιστεύω ότι πρέπει να γίνουν, τόσο στο περιεχόμενο της πολιτικής όσο και προσώπων».


Πότε τελειώνει η καριέρα ενός πολιτικού;


«Οταν δεν ενδιαφέρουν αυτά που λες ή οι πρωτοβουλίες που παίρνεις».


– Γιατί προβάλλεται τόσο έντονα το αίτημα της εναλλαγής στην εξουσία;


«Πληρώνουμε το κόστος της επιτυχίας για την Ελλάδα. H επιτυχία στηρίχθηκε και σε μια επιβάρυνση του ελληνικού λαού στο σύνολό του, που ίδρωσε, συμπιέστηκε, υπέφερε για να πετύχουμε τους μεγάλους στόχους. Και τώρα μας «τιμά» ο πολίτης αλλά με αρνητικό τρόπο. Παίρνει απόσταση και λέει «με κουράσατε». Και εμείς πρέπει να τον πείσουμε ότι δεν τον κουράσαμε επειδή τον αδικήσαμε, πρέπει να του πούμε: «Θα επωφεληθείς τελικά και εσύ από το καινούργιο που έρχεται, μόνο που θα επωφεληθείς σε μια δεύτερη στιγμή»».


Πώς σας φαίνεται αυτό το νέο στυλ προεκλογικής εκστρατείας;


«Μα, καταλαβαίνεις ότι γίνονται εκλογές; Στη Θεσσαλονίκη διαμαρτύρονται πολίτες και λένε «δεν παίρνουμε μυρωδιά». Μου έκανε εντύπωση το ότι οι πασόκοι έχουν γίνει πολύ προσεκτικοί, δεν επηρεάζονται εύκολα, ούτε με μεγάλα λόγια ούτε με συνθήματα. Οπως είδατε, τα σποτ του ΠαΣοΚ στην τηλεόραση τις τελευταίες ημέρες δείχνουν κάτι διαφορετικό. Αυτό το νέο πρέπει να το προβάλουμε με τα μηνύματα από την τηλεόραση, τις συζητήσεις, τα ντιμπέιτ, την επικοινωνιακή μας πολιτική, και προπαντός με την πανστρατιά. Αυτή τη φορά οι εκλογές θέλουν διάλογο. Τα συνθήματα, οι αφίσες, όλα αυτά, έχουν τελειώσει. Σε αυτές τις εκλογές πρέπει να πάμε να υπογράψουμε νέο κοινωνικό συμβόλαιο, και για να το υπογράψεις πρέπει να συμφωνήσει ο άλλος. Εχει αλλάξει τελείως το σκηνικό».


Πώς σας φαίνεται που όλη αυτή η μάχη μεταφέρεται στην TV;


«Πιστεύω ότι αυτό που γίνεται, για τον θεατή είναι ένα χάος».


– Ως πολιτικό άνδρα πώς κρίνετε τον κ. Καραμανλή;


«Ο Κώστας Καραμανλής πιστεύω ότι είναι ο κλασικός εκπρόσωπος της γενιάς που φιλοδοξεί να διαδεχθεί την ηγεσία του Ράλλη, του Αβέρωφ, του Μητσοτάκη, του Εβερτ. Οι περισσότεροι της γενιάς του ήταν στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ο ίδιος δεν ήταν, και γι’ αυτό δεν έχει επιβαρυνθεί με τις ευθύνες τους. Είναι όμως ο κλασικός νεοφιλελεύθερος πολιτικός, γνήσιος εκπρόσωπος της νεοφιλελεύθερης παράταξης, η οποία στηρίζει αποκλειστικά την οικονομία της αγοράς, με τις ανισότητες και τις αδικίες που αυτή δημιουργεί. Θεοποιεί την αγορά και κατεδαφίζει τα κοινωνικά επιτεύγματα και την ασφάλεια των εργαζομένων. Βλέπουμε επίσης ότι η ΝΔ για να μπορέσει να σταθεί απέναντι σε ένα προοδευτικό, σοσιαλιστικό, κοινωνικό ΠαΣοΚ αντέγραψε τον όρο της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» και μιλάει για κοινωνική συνοχή, αλληλεγγύη κτλ. Με αυτά όμως δεν ξεγελιούνται οι πολίτες. H ΝΔ βασικά επαναλαμβάνεται. Αφού παρουσίασε και τα προγράμματά της για την υγεία, για την οικονομία και τους άλλους τομείς, ο κόσμος κατάλαβε ότι όλα αυτά είναι back to the roots – επιστροφή στις ρίζες!».


– Δεν έχει κανένα αβαντάζ δηλαδή η ΝΔ;


«Εχει. Το ότι τόσα χρόνια είναι αντιπολίτευση. Καταγγέλλει ότι το ΠαΣοΚ κουράστηκε – «τόσα χρόνια κυβέρνηση, δικαιούμαστε κι εμείς να κυβερνήσουμε τώρα». Και, ξέρετε, προς τα έξω περνάει αυτό. «Πουλάει». Δεν ξέρω όμως αν είναι τελικά πραγματικό αβαντάζ. Ο λαός θα επιλέξει με βάση το συμφέρον του, το τι είναι καλό για το μέλλον «».