1. Ο πολιτικός κονφουζιονισμός που είχε προκληθεί απ’ την πληγή της δικτατορίας, προ 30-ετίας περίπου, κουβάλησε μαζύ-του και γλωσσικόν κονφουζιονισμό. Είχε, άλλωστε, προηγηθεί κι ο εμφύλιος, και ο σχισμός δημοτική / καθαρεύουσα ντυνόταν (ψευδεπιγράφως ενπολλοίς) με χρώματα «ταξικά».


Γλωσσαπατεώνες εντοπίσθηκαν σ’ αμφότερες τις ακραίες πολιτικές παρατάξεις: Αντεθνικοί υπερδεξιοί που σκέπαζαν την ανικανότητά-τους με «περιδιαγραμμάτου», και κομπλεξικοί ακραριστεροί οι οποίοι με τη μπακιρένια γλώσσα τους, στερούσαν τον λαό απο στοιχειώδεις διανοητικές απολαύσεις.


Υστερα κατα τη δεκαετία του ογδόντα κυρίως, η ξύλινη γλώσσα πήρε κι έδωσε. Δάσκαλοι και πολιτικοί σφίγγονταν μπάς και τους ξεφύγει καμμια αναφορική αντωνυμία και χαρακτηρισθούνε χουντικοί. H μεταφρασμένη καθαρεύουσα έγινε της μόδας – ακόμα και σήμερα μπορείτε να ψυχαγωγηθείτε διαβάζοντας ορισμένα τουρλού-λακριντί δικόγραφα.


Ευτυχώς, η αντίδραση άρχισε έγκαιρα – απο γραμματισμένους ανθρώπους όλων ανεξαιρέτως των παρατάξεων. Σταμάτησε κι ο Ανδρέας να πετάει εκείνα τα «άμεσα» (αντί αμέσως) και τα «Γιούνης» / «Γιούλης» – έκοψε και το «σαν» (αντί του «ως») – κι άρχισε να ξαναβρίσκει η βάρκα την ισορροπία της. Υστερα, αμνηστεύθηκε κι η καταδίκη της Αρχαιοελληνικής (ως «άλλης» γλώσσας, σου λέει).


Τώρα μου φαίνεται πως οι γλωσσολόγοι μπορούν ψυχραιμότερα να κάνουν τη δουλιά-τους, χωρίς τη λογοκρισία των καρδιναλίων. Τώρα λοιπόν θα βγαίνουν στη φόρα όλο και περισσότερα αγκυλώματα της μεταβατικής γλωσσικής-μας κατάστασης.


2. Ενα απ’ αυτά ήταν κι η νυ-φοβία, όπως την είχα βαφτίσει προ 20-ετίας, στο άρθρο-μου «Τα γλωσσικά λάθη των οψιγενών δημοτικιστών» («Καθημερινή», 22-23.5.83). Πρόκειται για τη συστηματική αποβολή του τελικού -ν απ’ την αιτιατική άρθρων και αντωνυμιών, καθώς κι απ’ το αρνητικό «δέν». Τα Αρβανίτικα λοιπόν στον γραπτό λόγο πάνε σύννεφο: «Το Λάκη» και «το Μήτσο», απαρνούνται συλλήβδην τον ανδρισμό-τους για να φχαριστηθεί η Εξουσία – το Υπουργείο Παιδείας δηλαδή. Το οποίο στην Νεοελληνική Γραμματική του 1977 επανέλαβε εναν πεπαλαιωμένο ισοπεδωτικόν κανόνα του Τριανταφυλλίδη περι της αποβολής του ενλόγω -ν μπροστά απ’ τα εξακολουθητικά σύμφωνα. Εναν κανόνα ο οποίος δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ όσα υποτίθεται οτι ρυθμίζει: α) Μορφολογική ουδετεροποίηση των αρσενικών, β) Δυσχέρειες στην απομνημόνευση απ’ τους μαθητές, γ) Στην περίπτωση του αρνητικού «δέν», ο ευνουχισμός προς το «δε» παρωθεί σε σύγχυση με το συμπλεκτικό «δε» – το οποίο ματαίως οι παλαιοψυχαρικοί αποπειράθηκαν να εξωπετάξουν απ’ τη γλώσσα.


Εχω υποστηρίξει (βλ. λ.χ. «Το Βήμα», 30.07.95) οτι δουλιά των Γραμματικών επιστημόνων είναι καταρχήν να περιγράφουν τη γλωσσική πραγματικότητα, στον προφορικό και τον γραπτό λόγο. Τη Ρυθμιστική Γραμματική θα τη συντάξει Πανελλαδική Επιτροπή με ισχυρή εκπροσώπιση όλων των κατηγοριών των Χρηστών. Τώρα μάλιστα οπου ο αγροτοποιμενικός λόγος του «μέσου» πολίτη των αρχών του 20ού αιώνα, μετατοπίσθηκε προς τον επιστημονικό λόγο οι σύγχρονες χρηστικές απαιτήσεις έχουν ήδη μεταβάλει πολλά απ’ τα προ 80-ετίας δεδομένα. M’ αυτά τα δεδομένα θα χτισθεί η Νέα Γραμματική.


Και πώς απογράφονται αυτά τα δεδομένα; Μα, όπως όλα τα δεδομένα, σε κάθε Επιστήμη – μέσω Μετρήσεων. «Οίον πασών που τεχνών άν τις αριθμητικήν χωρίζη και μετρητικήν και στατικήν, φαύλον το καταλειπόμενον εκάστης αν γίγνοιτο» (κι άντε να κατηγορήσεις τον πρακτικότατον αυτόν Πλάτωνα για «ιδεοληψία»). Μετρήσεις λοιπόν. Αντίθετα, κάθε άλλη περι «γλωσσικής πραγματικότητας» επίκληση που θα στηρίζεται σε προσωπικές γνώμες διακεκριμένων έστω φιλολόγων, δέν θα θεωρείται έγκυρη.


3. Μια τέτοια πολύτιμη μετρητική εργασία υπήρξε κι η αφορμή της σημερινής επιφυλλίδας: «Ποσοτική ανάλυση της χρήσης του κανόνα του τελικού -ν σε γραπτά κείμενα της Νέας Ελληνικής». Πρόκειται για μια Εκθεση του Ινστιτούτου Επεξεργασίας του λόγου γραμμένη απο δυο διακεκριμένους ερευνητές, τον διδάκτορα Γλωσσολογίας κ. Γ. Μικρό και τον Καθηγητή ΕΜΠ κ. Γ. Καραγιάννη. H έρευνα έγινε σε ενα ευρέος φάσματος (λογισμητοποιημένο) σώμα κειμένων, γραμμένων κυρίως μετά το 1985, απαρτιζόμενο απο σχεδόν δύο εκατομμύρια λέξεων: Εφημερίδες, βιβλία και άλλα έντυπα υπήρξαν οι πηγές των κειμένων . H πολυπαραμετρική ανάλυση, με τη βοήθεια προχωρημένων λογισμικών, έδωσε εξαιρετικής σημασίας (επιστημονικά, όντως) συμπεράσματα.


α) Παρ’ όλον οτι τα εξετασθέντα κείμενα ανήκαν σε ποικίλα κειμενικά είδη, υπογλώσσες και εκδοτικούς οίκους, κανένα δέν ακολουθούσε με ακρίβεια τον κανόνα της αποβολής του ενλόγω -ν μπροστά απ’ τα εξακολουθητικά σύμφωνα. Ο γενικός μέσος όρος της διατήρησης του τελικού ένρινου μπροστά απ’ αυτά τα σύμφωνα πλησιάζει το 50%! (Κρατάτε εσείς τον «κανόνα» σας, κι εμείς τη γλωσσική-μας πραγματικότητα.)


β) Τα υψηλότερα ποσοστά παράβασης του «κανόνα» παρουσιάζονται στις περιπτώσεις όπου η αποβολή του -ν θα προκαλούσε σημασιολογικά προβλήματα. (Ετσι αμύνεται η γλώσσα ενάντια στους Νονούς της.)


Οπως είναι εμφανές, οι σκωπτικές παρενθέσεις είναι δικά-μου σχόλια, πάνω στα συμπεράσματα των συγγραφέων.


Και τώρα, τί τον κάνομε τον κανόνα; Μα, τον καταργούμε τελείως – κι όλα απλοποιούνται. (Οπως άλλωστε καταργούνται κι όλοι οι κανόνες του τονικού συστήματος, άν γράφομε τόνο μόνον σ’ όποιαν συλλαβή τονίζεται στον προφορικόν λόγο – έτερον ουδέν.)


Μένει βεβαίως το άλλο επιχείρημα: «Στο στόμα του λαού, τα ενλόγω -ν αποβάλλονται». Απάντηση: (i) Δέν θα είναι η πρώτη φορά που η σημασιολογική φροντίδα επιβάλλει τη χρήση πρόσθετων σημάτων στον γραπτό λόγο, και (ii) Περιμένομε τώρα και τ’ αποτελέσματα των προσεκτικών μαγνητοφωνήσεων, σε εξ ίσου μεγάλα δείγματα προφορικών λόγων, για την φωνολογική εντόπιση συνεκφοράς του τελικού ένρινου – όπως ενίοτε τρέπεται προς οιονεί – ουρανισκόφωνο.


Ενα είναι βέβαιο. Τώρα η Τεχνολογία υπηρετεί πολύ πλατύτερα ενδιαφέροντα – γλωσσικών περιλαμβανομένων.


Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.