1. Λοιπόν, ήταν να το ιδούμε κι αυτό: Την Κυριακή της Ορθοδοξίας, μετά απο μια ρομαντικώς ρεαλιστική αναφορά του οτρηρού Κ. Δεσποτόπουλου, της Ακαδημίας Αθηνών, στη σημασία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, η ΕΡΤ1 μετέδωσε απ’ την Κωνσταντινούπολη τη θεία Λειτουργία – κατα πως το ζητούσε η μέρα. Κι ο διαρκής υπότιτλος των μεταδιδομένων εικόνων; «Θεία Λειτουργία απο Φανάρι». (Θα χαιρόμουν, άν ο διορθωτής της εφημερίδας πρόσθετε εδώ το άρθρο που λείπει, νομίζοντας πως είναι δικό μου το λάθος – αμ δέ). Ετσι όπως σας το λέω. Κυριακάτικα, πρωί – πρωί, μια κρατική τηλεόραση (η οποία κερδίζει σταδιακώς σε έπαινο, εξαιτίας των φθορών της ιδιωτικής τηλεόρασης), άφησε να της ξεφύγη η πατάτα. «Από Φανάρι», λοιπόν, κι όχι «απο Πλάκα».


Θα υποστηρίξω οτι η ΕΡΤ1 πρόσφερε εν προκειμένω μια σημαντική υπηρεσία. Διότι άφησε να φανή καλά και φωναχτά η έκταση μιας γλωσσικής στερεοτυπίας που διαδόθηκε τόσο αστραπιαία: Οταν προ ολίγων ετών, μια γλωσσική μειονότητα άρχιζε να καταργή τα άρθρα – η γελοιοποίησή-της ήρθε απο γνωστόν κωμικό, μ’ εκείνο το διασκεδαστικότατο «πάμε πλατεία!». Μέσα σε λίγα χρόνια όμως, η κολλητική μυρμηγκίαση πέρασε για τα καλά στο στόμα χιλιάδων χρηστών του προφορικού λόγου. Τά άρθρα, απλώς, δέν είναι της μόδας!


2. Η ένσταση του γλωσσολόγου εν προκειμένω δέν μου διαφεύγει: «Οχι φραγμοί στη γλώσσα. Να την περιγράφουμε μόνο έχομε δικαίωμα». Και πράγματι, ο γλωσσολόγος να περιγράφη μόνον έχει δικαίωμα – εκτός βέβαια απ’ τις ολισθηρές εκείνες περιπτώσεις όπου, παρα ταύτα, γλωσσολόγοι (μόνοι τους!) συντάσσουν ρυθμιστικές γραμματικές (όπως λ.χ. η γνωστή Σχολική Γραμματική που, παρανόμως, περνιέται για εθνικό Γραμματικό Πρότυπο). Ετσι, λοιπόν, για την Αρθροπενία που μας απασχολεί σήμερα, θα χαρώ να ακούσω για τις επιστημονικές ανακοινώσεις (που ασφαλώς θα έχουν δημοσιευθή) πάνω στο πρόσφατο φαινόμενο, για την προέλευσή-του, καθώς και για την ιχνηθέτηση των εξελίξεών του. Σ’ αυτό το μεταξύ όμως, δικαίωμα (αν όχι καθήκον) των πολιτών είναι να αναλύουν την αιτιολογία όλων των κοινωνικών φαινομένων (άρα και των γλωσσικών), ίσως δε και να παρεμβαίνουν με αντιρρήσεις, όταν τυχόν νοιώθουν οτι τα φαινόμενα αυτά δέν είναι συντελεστικά του (κατα κρίσιν, βέβαια) δημοσίου συμφέροντος. Απ’ αυτή λοιπόν την άποψη, ορθώς μεν η Επιστήμη δέν δικαιούται να προβαίνη σε αξιολογικές κρίσεις, αναρμοδίως όμως ο επιστήμονας θα αποπειρόταν να φιμώση το ευρύτερο ενδιαφέρον των πολιτών για όλα τα φαινόμενα – περιλαμβανομένης και της πυρηνικής σχάσεως. Αλλως, θα καταργούσαμε την Πολιτική, εκ μόνου του λόγου οτι τα οικονομικά είναι δουλειά των Οικονομολόγων, τα ιστορικά των Ιστορικών – και τα τεχνολογικά των Μηχανικών!


3. Καλά, τώρα, θα μου ‘πής. Σιγά το κοινωνικό πρόβλημα του «πάμε πλατεία» – εδώ καράβια χάνονται. Σωστά. Οι βαρκούλες όμως που τραλαλά – τραλαλά αρμενίζουν γύρω μας, ενδέχεται ενίοτε να είναι ενδεικτικές ευρυτέρων φαινομένων, σημασία μεγαλύτερης απ’ ό,τι φαίνεται. Τις προάλλες, προσπαθώντας να περιγράψω το περιεχόμενο της εκφώνησης ενος βραχύτατου τηλεοπτικού παρεμβλήματος (δηλαδή ενός «σπηκαρισμένου σποτακίου» – όχι φραγμό στη γλώσσα!), είχα το θράσος να προτείνω τη φράση: «Η οικονομία και η τεχνολογία στην αρχαία Ελλάδα είχαν μια πολύ πιο θεμελιώδη σημασία απ’ ό,τι συνήθως νομίζουμε». Κι ο επικοινωνιολόγος της παρέας εκάγχασε – ορθότατα όπως φαίνεται. Ξέχασ’ το, μου λέει, κανένας δεν θά ‘ρθη στην Εκθεσή-σας στο Γκάζι. «Θεμελιώδης – άκου θεμελιώδης»! Αυτός ήξερε ό,τι εγώ αγνοούσα: Οι ουσιωδέστατες χροιές των λέξεων έχουν μάλλον κουρευθή – δηλαδή οι χροιές των εννοιών έχουν ίσως κουρευθή. Κι είναι τούτο μια βαθύτατα αντιλαϊκή τάση. Διότι με τη λαϊκίστικη ευκολία-μας «ζήτω η απλούστευση», ενδέχεται να έχωμε οξύνει την κοινωνική αδικία, μιάς και τα παιδιά των ευκατάστατων και παιδευμένων, δέν θα στερηθούν αυτόν τον εκφραστικό πλούτο (τον ακούν στο άμεσο περιβάλλον τους). Μόνο τα «άλλα» παιδιά, η συντριπτική πλειονότητα του αυριανού λαού-μας, θα είναι εννοιολογικώς ευνουχισμένη – εν ονόματι της φιλολαϊκότητάς μας δέ…


4. Τέτοιας ίσως φύσεως είναι και το φαινόμενο «αύριο πετάω Ιταλία». Στην αρχή, υποθέτω, το σχήμα είχε εφαρμογή στις περιπτώσεις συχνασμού («πάω σχολείο», «πάω βόλτα»). Σήμερα, πρώτον, τείνει να χρησιμοποιείται για κάθε μετακίνηση (ακόμη και: «τ’ απόγευμα πάω γιατρό»). Δεύτερον, περνάει (κατά ομοίωση, φαντάζομαι) και σε άλλες σχέσεις («είδα δήμαρχο», «είμαστε Κηφισσιά»), και κανείς δέν ξέρει κατα πού τραβάει.


Η πρώτη ενδεχόμενη αιτιολογία, δέν μπορεί βεβαίως να είναι η οικονομία λέξεων – θα φθάναμε στις κραυγές σε λίγο. Η δεύτερη εξήγηση θα ήταν μια κάποια τάση εντυπωσιοθηρίας – κάτι το πιο τσαχπίνικο στην έκφραση (η ποίηση είναι γεμάτη απο τέτοια φαινόμενα). Η γρήγορη όμως γενίκευση της αρθροπενίας, υποδεικνύει ίσως και μιαν εγκατάλειψη κι έναν ωχαδερφισμό.


Οι συνέπειες στην ευστοχία του λόγου ενδέχεται να μήν είναι ασήμαντες:


α) Σύγχυση ανάμεσα στην επαναληπτικότητα και σε καταστάσεις ενεστώσες.


β) Σύγχυση αιτιολογίας έναντι τοπολογίας («απο Πλάκα» = «για Πλάκα»).


γ) Σύγχυση ταυτοπροσωπίας («είμαι Ρέα», Αττικής), δ) Σύγχυση πράξεων («πετάω Μήλο»!). ε) Σύγχυση προθέσεων («εγώ πάω δικηγορίνα» – «εγώ γουστάρω γιατρίνα»).


Και γιατί όλα τούτα; Γιατί να προσθέσω κι άλλη σχιζοφρένεια; Δέν μας φτάνει που δέν μπορούμε να πούμε τί έχομε «κατανούν» (κατα νούν) αφού μας βάζει η δασκάλα να γράφωμε «κατάνουν» (κατά νουν);


Γι’ αυτό σας λέω, πάμε άρθρα!


Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.