Δεν υπάρχει, αναμφίβολα, χειρότερο «σύστημα» από την εκ προθέσεως ή εξ αμελείας «προσανατολισμένη» ανάγνωση και κατ’ επέκτασιν ανάλυση ενός κειμένου, ιδιαίτερα αν το κείμενο αφορά το εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο είναι αρένα που συνωστίζονται επαΐοντες και μη, άπαντες διεκδικούντες την αποκλειστικότητα της παιδαγωγικής αλήθειας. Μιας αλήθειας όμως που δεν αποστάζεται από τις προθέσεις αλλά από τις θέσεις.


Προϊόν πολύχρονου (2,5 χρόνων) παιδαγωγικού σχεδιασμού οι θέσεις μας, αφού πέρασαν επιτυχώς τον διάλογο με την εκπαιδευτική κοινότητα που έγινε σε όλες τις πρωτεύουσες των περιφερειών της χώρας, είναι αναρτημένες προ πολλού στην ιστοσελίδα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ενώ τώρα βρίσκονται στο τέλος σχεδόν του μακρού δρόμου της υλοποίησης καθώς μεταποιούνται σε σύγχρονο εκπαιδευτικό υλικό που θα εισαχθεί στα σχολεία, σύμφωνα με τον προγραμματισμό, το 2005-2006 και 2006-2007.


Ο μακρόχρονος αυτός παιδαγωγικός σχεδιασμός είναι αποτέλεσμα συλλογικής και εξαντλητικής συνεργασίας στην οποία συμμετείχαν, πέραν των δεκάδων μελών του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, και αξιόλογοι συνάδελφοι της ακαδημαϊκής κοινότητας που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκλησή μας και μας έδωσαν τη χαρά να συμπλεύσουν και να συνεργαστούν μαζί μας.


H όψιμη όμως και εν πολλοίς ακατανόητη επιχειρούμενη «απαξίωση» από τον φίλο και συνάδελφο κ. Π. Νούτσο («Το Βήμα της Κυριακής», 5/10/2003) της εθνικής αυτής προσπάθειας, μέσα από μιαν ιδιότυπη «ανάγνωσή» της, αφενός μας δίνει την ευκαιρία να προβάλουμε ξανά τη νέα θεώρηση του εκπονούμενου εκπαιδευτικού συστήματος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και αφετέρου να διαλευκάνουμε την όποια σύγχυση έχει δημιουργηθεί για το θέμα.


Το παράδειγμα της θεμελιώδους επιστημονικής και διαθεματικής έννοιας «σύστημα», το οποίο «αναλύεται» από τον κ. Νούτσο, μιας έννοιας που υποστηρίζεται ως προς τη μεγάλη χρησιμότητά της στην εκπαιδευτική διαδικασία από τη διεθνή βιβλιογραφία, προβάλλεται απλοϊκά σε ένα επίπεδο που προσανατολίζει διευκολύνοντας την ένταξη των μαθητών στο σύστημα! Προς την κατεύθυνση αυτή επιστρατεύει ετερόκλητους υποστηρικτές, όπως τον Νίτσε, τον Λάκατο, τον Αναγνωστάκη, για να στολίσει με «σεμνότητα» και περίσσιο «λογιοτατισμό» τους συντάκτες του κειμένου του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου με υπονοούμενους χαρακτηρισμούς «επιτυχούς επικαλύμματος αγραμματοσύνης», προσχώρησής τους στις «συστημικές θεωρίες» και άλλα «κολακευτικά»!


Μήπως όμως με αυτή τη βιασύνη αυθαιρέτων συσχετίσεων που εμπλέκει τους «εμπνευστές της απόφασης για το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών, ΔΕΠΠΣ» διολισθαίνει προς την επικίνδυνη απλοϊκότητα παρερμηνεύοντας επικίνδυνα και επαγωγικά τα γεγονότα; Μήπως τα περί αξιών, που υπαγορεύονται από το Σύνταγμα της χώρας και αναφέρονται στο ΔΕΠΠΣ, καθίστανται οχληρά και γι’ αυτό θα ‘πρεπε να «αποσιωπηθούν», ακυρώνοντας δηλαδή το Σύνταγμα; Εμείς βέβαια προτιμήσαμε κάτι πιο «εύκολο»· να κάνουμε μια τομή στο εκπαιδευτικό σύστημα προς την κατεύθυνση της διαθεματικής προσέγγισης της γνώσης.


Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό η έννοια σύστημα χρησιμοποιείται για τη σφαιρική κατάκτηση της γνώσης, απαραίτητη απόκριση στα κελεύσματα των καιρών. Το σύστημα υπάρχει σε πολλές επιστημονικές περιοχές, όπως λ.χ. στη βιολογία (συστήματα του σώματος του ανθρώπου), στην οικολογία (οικοσυστήματα), στα μαθηματικά, στις φυσικές επιστήμες, στις κοινωνικές επιστήμες, στην εκπαίδευση, και είναι ένας άριστος συνδετικός κρίκος για την ενιαιοποιημένη γνώση. Δεν είναι βέβαια το σύστημα η μόνη θεμελιώδης διαθεματική έννοια που χρησιμοποιούμε για τον σκοπό μας, αλλά αναφερόμαστε σ’ αυτήν για τις ανάγκες διαλεύκανσης του θέματος.


Για τον λόγο αυτόν υπογραμμίζουμε ότι το «σύστημα» χρησιμοποιείται ως «ιδέα» για να γίνουν οι κατάλληλες προεκτάσεις μεταξύ των διδασκομένων μαθημάτων, ως μέσο διασύνδεσης των θεμάτων μέσα από τη βαθύτερη διδασκαλία και κατανόηση από τους μαθητές (προσδιορισμός που περιλαμβάνει αυτονόητα και τις μαθήτριες!) της σημασίας και της αλληλεξάρτησης των συστημάτων διαφορετικών επιστημών, σαν «όχημα» κάθετης και οριζόντιας μεταφοράς της γνώσης και σύνθεσής της σε ένα ενιαιοποιημένο οικοδόμημα στο οποίο θα ενσωματώνεται κάθε νέα πληροφορία (από κάθε νέο μάθημα-θέμα) για να κατακτηθεί η ενιαιοποιημένη και ολιστική γνώση, ελαχιστοποιώντας την αποσπασματικότητα. Από αυτό λοιπόν το βασικό παιδαγωγικό σημείο μέχρι την αυθαίρετη κοινωνιολογική εκτόξευση στην άποψη ότι «δεν απομένει τίποτα εκτός συστήματος», άρα και οι μαθητές, μεσολαβεί ένα συλλογιστικό άλμα, ένα χάος που μόνο οι μεγάλοι μπορούμε να το προκαλέσουμε. Γι’ αυτό είναι αδήριτη η αναγκαιότητα ισχυροποίησης του σχολικού παιδαγωγικού περιβάλλοντος· και αυτό προσεγγίζεται με το νέο εκπαιδευτικό σύστημα.


Το σύνολο λοιπόν της αξιόλογης γνώσης με το κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό, το οποίο εκπονείται από επιστήμονες που προτίμησαν να θέσουν τον εαυτό τους στο πλαίσιο της εθνικής αυτής προσπάθειας αντί να κάνουν τις Κασσάνδρες, και την κατάλληλη μεθοδολογία (σχέδια εργασίας λ.χ.) είναι που θα «οπλίσει» τον μαθητή με τη γνώση και την απαραίτητη κριτική σκέψη για να μπορεί να διαμορφώνει τις δικές του δεξιότητες, τις δικές του αξίες, τις δικές του στάσεις, το δικό του κοσμοείδωλο· χωρίς να ‘χει ανάγκη καμιάς «ιδεολογικής χειραφέτησης». Αυτό είναι ελευθερία, αυτό είναι δημοκρατία· αυτή είναι μια βασική θεώρηση του εγχειρήματός μας.


Οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία του ΔΕΠΠΣ υποκύπτουσα σε υπερβολή («δεν αποκλείεται να αναδειχθεί ένας καινοφανής ρατσισμός»), υποβολή («δεν θέλω να προβλέψω την τύχη αυτών των εγχειριδίων») ή αποβολή («τι θα προκύψει από τον ορμαθό τέτοιων εγχειριδίων») σε εξωπραγματικά πεδία τραυματίζει την εκπαιδευτική διαδικασία υπό το πρίσμα «της δήθεν προστασίας» της. Και είναι βέβαιον ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν έχει ανάγκη από τέτοιες προστασίες.


Αλλωστε, και ευτυχώς, άλλοι πανεπιστημιακοί, και όχι μόνον, έχουν αντίθετη γνώμη ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμά μας ως κριτές ή συγγραφείς, επιτελώντας θαυμάσιο έργο συναισθανόμενοι την ευθύνη τους. Ευτυχώς επίσης που στην πρόσφατη συνάντηση εμπειρογνωμόνων του «δικτύου Ευρυδίκη» (25/9/2003) στην Αθήνα από 25 χώρες της Ευρώπης μόνο καλά λόγια και θαυμασμός εκφράσθηκαν για το ελληνικό σύστημα, το ΔΕΠΠΣ, που πρωτοπορεί στην Ευρώπη. Ευτυχώς ακόμα που το ενδιαφέρον πολλών εκπαιδευτικών φτάνει στο αγωνιώδες ερώτημα για το πότε τα νέα εγχειρίδια θα φτάσουν στα σχολεία. Ευτυχώς λοιπόν που «υπάρχει ακόμα ελπίς», για να επιστρατεύσω και εγώ παραφράζοντας τον Σαμαράκη που τόσο αγαπούσε τα παιδιά, τους μαθητές. Το ίδιο κάνουμε και εμείς, από την αγάπη και τον σεβασμό προς την προσπάθεια των μαθητών και των οικογενειών τους. Διότι τελικά ο «καθένας δίνει ό,τι του περισσεύει», όπως θα έλεγε χαριεντιζόμενος και ο Λασκαράτος.


Ο κ. Σταμάτης Ν. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής, πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών.