ΜΕΤΑ τον «Γενναίο Νέο Κόσμο» του Αλντους Χάξλεϊ, ο «νέος Νέος Κόσμος». Αυτός όμως ο χαρακτηρισμός δεν οφείλεται στη διορατική ματιά ιδιοφυούς συγγραφέως αλλά είναι η κατάληξη παρατήρησης και εμπειρίας ενός μεγάλου σύγχρονου ανθρωπολόγου, του Ζορζ Μπαλαντιέ. Ο κόσμος αλλάζει, οι κοινωνίες αλλάζουν συνεχώς, το ίδιο και η Ανθρωπολογία, υποστηρίζει εδώ και δεκαετίες ο καθηγητής της Σορβόννης και της Ecole des Hautes Etudes, εκ των ιδρυτών της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, που πιστεύει στη διαρκή κίνηση και στην αταξία ως πειστήρια ότι οι κοινωνίες είναι ζωντανές.


«Η προσωπική ζωή μοιάζει με κούρσα μετ’ εμποδίων» έχει γράψει. «Ζούμε σε μια εποχή όπου τίποτε δεν μπορεί απολύτως να κατορθώσει ούτε η γνώση, ούτε η εργασία, ούτε η κοινωνική αρωγή». Ο «νέος Νέος Κόσμος» του Ζορζ Μπαλαντιέ έχει τρεις όψεις, εξίσου απειλητικές και σκληρές: η μία προσπαθεί να ελέγξει τον άνθρωπο βιολογικά, η δεύρερη να ελέγξει τη σκέψη του και η τρίτη τη φαντασιακή του εικόνα.



Προσκεκλημένος του Παιδαγωγικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο Ζορζ Μπαλαντιέ ήρθε την περασμένη εβδομάδα στην ελληνική πρωτεύουσα, όπου αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η επίσκεψή του διήρκεσε μόλις ένα τριήμερο και σε αυτό το διάστημα ο κορυφαίος επιστήμων μίλησε στο «Βήμα» με τον τρόπο του ανθρωπολόγου που έχει στη σκέψη του και μπρος στα μάτια του όλες τις κοινωνίες ­ όλους τους ανθρώπους του κόσμου ­ αλλά και με τον τρόπο του έξοχου δασκάλου που γνωρίζει να μεταμορφώνει σε απτή και κατανοητή κάθε φαινομενικά περίπλοκη γνώση.


­ Εθνογραφία, Εθνολογία, Ανθρωπολογία, Κοινωνική Ανθρωπολογία. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα η επιστήμη σας γνώρισε πολλές αλλαγές και μεταμορφώσεις: πολλές από αυτές, ιδιαίτερα σημαντικές, οφείλονται αποκλειστικά σ’ εσάς. Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να στρέψετε την Ανθρωπολογία σε άλλα εδάφη, να αλλάξετε και την οπτική ακόμη του επιστήμονα ανθρωπολόγου;


«Πρέπει να πω ότι εξαιτίας και της ηλικίας μου έχω διατρέξει όλη σχεδόν την ιστορία της Ανθρωπολογίας. Στην αρχή, τουλάχιστον στη Γαλλία, η Ανθρωπολογία ως επιστήμη δεν είχε αυτό το όνομα· μιλούσαμε τότε για Εθνογραφία και για Εθνολογία, την επιστήμη που συνέκρινε τις μελέτες των εθνογράφων σε συγκεκριμένο θέμα, είτε αυτό αφορούσε την οικογένεια, είτε τα σύμβολα, είτε την έννοια του ιερού. Οταν εγώ ξεκίνησα την καριέρα μου αυτές οι δύο επιστήμες ερευνούσαν μεν λαούς και πολιτισμούς αλλά χωρίς να υπολογίζουν τον μεγάλο ρόλο της Ιστορίας. Αυτό μου φαινόταν υπεραπλουστευτικό γιατί προσπαθούσαν να εξηγούν πολλά πράγματα ταυτοχρόνως και λανθασμένο γιατί αυτό που έβλεπα μπροστά μου δεν αντιστούχε σε εκείνη την εικόνα. Ξεκίνησα λοιπόν τις δικές μου μελέτες και έρευνες έχοντας σταθερά το βλέμμα μου στραμμένο και προς την Ιστορία και κατέληξα στην αρχή ότι δεν υπάρχει κοινωνία χωρίς ιστορία· και όλα οφείλουν να απαντήσουν στην πρόκληση που είναι η Ιστορία, η αλλαγή».


­ Αρα η παράδοση τι ρόλο παίζει; Είναι εξοβελιστέα;


«Η ακίνητη παράδοση δεν έχει καμία σχέση με τη ζωή των κοινωνιών. Η παράδοση μπορεί να είναι οδηγός αλλά περισσότερο έχει τον ρόλο του εργαλείου για την ερμηνεία της καθημερινότητας, της σύγχρονης ζωής».


­ Στη διάρκεια αυτής της μεγάλης επιστημονικής πορείας, που ήταν και στην κυριολεξία μεγάλη πορεία, γιατί διασχίσατε ολόκληρο τον κόσμο, όλη την αφρικανική ήπειρο για παράδειγμα, τι ήταν πιο συναρπαστικό;


«Αυτό που εγώ διάλεξα να μελετήσω είναι πώς η Αφρική αντιδρούσε μετά τον πόλεμο, πώς δημιουργούσε μια νέα ιστορία, πώς εξεδήλωνε τη διεκδίκηση της ανεξαρτησίας της, της αυτονομίας της έναντι της Ευρώπης κυρίως. Πώς όλα αυτά δημιουργούσαν ένα ολόκληρο κίνημα ανθρώπων και πραγμάτων που επηρέαζε ιδέες και συναισθήματα ακόμη. Με ενδιέφερε, με συνάρπαζε η Ανθρωπολογία που άγγιζε την Κοινωνιολογία (άλλωστε αυτές ήσαν και οι σπουδές μου). Αυτή είναι μια άλλη Ανθρωπολογία, αυτή που εγώ υπηρετώ, η γνώση για τον άνθρωπο που φτιάχνει την ιστορία του. Και το έζησα κυρίως ζώντας την κατάσταση των αποικιών: ήθελα να μάθω και να δείξω πώς οι άνθρωποι που ζουν κατακτημένοι αντιδρούν σε συνθήκες που δεν είναι διόλου συνηθισμένες σε λαούς πιο ελεύθερους».


­ Εδώ ανακύπτει και το πρόβλημα της εξουσίας.


«Με γοητεύει το πρόβλημα της εξουσίας γιατί σκέφτομαι ότι στη διάρκεια της Ιστορίας, του ιστορικού χρόνου, οι κοινωνίες καθορίζονται και προσδιορίζονται από την εξουσία που υφίστανται. Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 έγραψα την Πολιτική Ανθρωπολογία [σ.σ.: το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση], που στο κέντρο του έχει την εξουσία σε όλες της τις μορφές. Την εξουσία που διαμορφώνεται από τις διαφορές των φύλων, της ηλικιακής διαφοράς, της κοινωνικής τάξης, των διαφορετικών συστημάτων – συμβόλων. Το επόμενο βιβλίο μου Η εξουσία επί σκηνής, που ανατυπώθηκε το ’92, δείχνει πώς χρησιμοποιώντας αυτή την επιστήμη, την Ανθρωπολογία, εντοπίζεις όλες τις εκδηλώσεις της εξουσίας στον σύγχρονο κόσμο: την εξουσία του θεάματος, της γλώσσας, την εξουσία της δύναμης των μέσων».


­ Οι αλλαγές στον κόσμο από ποιους μηχανισμούς πηγάζουν, πώς δημιουργούνται;


«Η δυναμική που φέρνει τις αλλαγές είναι ακόμη ένα πράγμα που με ενδιαφέρει ιδιαιτέρως και το μελέτησα επίσης στην Αφρική. Εζησα σε μια αφρικανική πόλη, γνώρισα την αγορά της, τον τρόπο των συναλλαγών. Παρατηρούσα τη μεταμόρφωση της Αφρικής μέσα από αυτή την πόλη, την Μπραζαβίλ, που ήταν για μένα ένα είδος κοινωνικού εργαστηρίου. Εβλεπα πώς καινούργιοι κοινωνικοί δεσμοί διαμορφώνονταν σε σχέση με την εργασία, με την έννοια του ιερού και του συμβολοποιημένου. Ποιες ήταν οι νέες θρησκευτικές τάσεις: ο μεσσιανισμός, ο προφητισμός, έξω από τον χριστιανισμό των αποικιών. Μελέτησα αυτή τη δημιουργία νέας θρησκευτικής πίστης. Ποια θα ήταν η πίστη, ποιο θα εθεωρείτο ιερό από ανθρώπους που ούτε ήθελαν να ακολουθήσουν την παράδοση ούτε να υποκύψουν σε μια θρησκεία που ερχόταν έξω από αυτούς. Και ενώ οι διανοούμενοι αντιμετώπιζαν θεωρητικά την ανεξαρτησία, οι απλοί άνθρωποι, κυρίως οι αγρότες, εξεδήλωναν την τάση τους μέσα από τους δρόμους της θρησκείας. Και ήταν συναρπαστικό να διαπιστώνεις πώς συνδέεται το ιερό με την εξουσία, σχεδόν παντού στον κόσμο και στη διάρκεια όλης της Ιστορίας. Και το ιερό και η εξουσία χρειάζονται το ένα την άλλη».


­ Σήμερα, στο τέλος του αιώνα, ποια προβλήματα ανακύπτουν, ποια είναι τα επιτακτικά; Ο ανθρωπολόγος πού έχει στραμμένο σήμερα το βλέμμα του;


«Ο κόσμος αλλάζει και η Ανθρωπολογία το ίδιο. Ο «νέος Νέος Κόσμος» είναι αυτός που εμείς διαμορφώνουμε με τις τεχνικές, τις επιστήμες, μια κατάσταση απολύτως καινούργια. Μια κατάσταση πρωτοφανής, όπου η βιολογία και ο πολιτισμός για πρώτη φορά συνδέθηκαν τόσο άρρηκτα. Από εκεί ξεκινά και η άλλου τύπου αναπαραγωγή νέων ανθρώπων και αυτοί οι πολύπλοκοι χειρισμοί που με κάθε τρόπο εξασφαλίζουν τη συνέχιση της ζωής. Ολα αυτά είναι απολύτως νέα κι εμείς παριστάνουμε ότι τα γνωρίζουμε και τα ελέγχουμε. Κι εγώ λέω ότι ο ανθρωπολόγος πρέπει να επιβλέπει αυτή την κίνηση, την εξέλιξη».


­ Είναι ο οδηγός στον λαβύρινθο; Ο Δαίδαλος, ο λαβύρινθος, ο Μινώταυρος σηματοδοτούν την πορεία μας, έχετε γράψει στο βιβλίο σας «Δαίδαλος» το 1994.


«Ο λαβύρινθος έχει να κάνει με τον πολιτισμό της ευφυΐας, με το δίκτυο όλων των πληροφοριών που κυκλοφορούν, με τον καινούργιο κόσμο του Internet. Το Internet ενέχει πια και αυτό τη θέση συμβόλου στη ζωή των ανθρώπων. Και οι άνθρωποι γνωρίζουν την πρακτική, χειροπιαστή όψη αυτού του κόσμου, όλοι πια δουλεύουν με έναν υπολογιστή, όλοι σχεδόν είναι συνδεδεμένοι στο Internet· αλλά και αυτός ο κόσμος, αυτό το σύμπαν, είναι άγνωστος ή παραγνωρισμένος. Η μία όψη του «νέου Νέου Κόσμου» προσπαθεί να ελέγξει τον άνθρωπο μέσα στην ίδια του τη ζωή και η άλλη όψη μέσα στην ίδια του τη σκέψη. Υπάρχει κι ένας τρίτος «νέος Νέος Κόσμος», ο άυλος κόσμος των εικόνων που μας τριγυρίζουν, κι εκεί υπάρχει μια τεράστια εξάπλωση που δεν γνωρίζουμε την κατάληξή της. Κι εκεί δεν πρόκειται για τον άνθρωπο ενώπιον του βιολογικού του εαυτού ούτε ενώπιον της σκέψης του, είναι ο άνθρωπος και ο φαντασιακός του εαυτός».


­ Η εικόνα που περιγράφετε είναι ζοφερή. Εξοδος από τον λαβύρινθο δεν υπάρχει;


«Είμαστε αναγκασμένοι να ανοίγουμε νέα μονοπάτια μέσα στους κόσμους της γνώσης, της τεχνικής. Ταυτοχρόνως οι καθρέφτες γύρω μας είναι παραπλανητικοί και ούτε Θησέας υπάρχει ούτε μίτος της Αριάδνης. Και είμαστε κάπως σαν τον ήρωα του ελληνικού μύθου: μόνο αυτός είχε ένα Μινώταυρο να αντιμετωπίσει, ενώ εμείς έχουμε πολύ περισσότερους από έναν. Εκεί πρέπει να παρέμβει ο ανθρωπολόγος για να βοηθήσει στο να κατανοήσουμε αυτή τη νέα κουλτούρα του «νέου Νέου Κόσμου». Οταν δεν ελέγχει κανείς την κουλτούρα του, όταν δεν τη γνωρίζει αλλά την υφίσταται, υποδουλώνεται σε αυτήν».


Ο ανθρωπολόγος ήταν ο ξένος που προσπαθούσε να εξηγήσει τους άγνωστους κόσμους της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής. Τώρα ο ανθρωπολόγος είναι αυτός που μπορεί να βοηθήσει ώστε ο κόσμος να είναι λιγότερο άγνωστος. Και η μεγάλη παγίδα της σύγχρονης ζωής είναι το πόσο εντυπωσιακή είναι η εφαρμογή αυτής της επιστήμης.