Ε
ΡΕΥΝΕΣ που πραγματοποίησε το Εθνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών εστιάζοντας στην αλιεία με μηχανότρατα (από τα πιο παραγωγικά αλιευτικά εργαλεία) τεκμηριώνουν τη σημαντική ελάττωση ιχθυοπληθυσμών, αναφέροντας μάλιστα ότι το μεγαλύτερο πλήγμα έχουν δεχθεί ο μπακαλιάρος και η κουτσομούρα. Το Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων του ΕΚΘΕ επιχειρεί να καταγράψει την αλιευτική κατάσταση στη χώρα μας, αφού είναι παντελής η έλλειψη συγκριτικών στοιχείων σχετικών με τα διάφορα είδη αλιευμάτων και με την επίδραση των μεθόδων αλιείας στο ευαίσθητο θαλάσσιο οικοσύστημα.


«Τα αποθέματα των βενθοπελαγικών ψαριών (αλιεύματα μηχανότρατας) είναι περιορισμένα στις ελληνικές θάλασσες εξαιτίας της μικρής συγκέντρωσης θρεπτικών αλάτων στη Μεσόγειο Θάλασσα, της περιορισμένης υφαλοκρηπίδας της χώρας μας, των σχετικά μεγάλων βαθών και της υπεραλίευσής τους», επεσήμανε μιλώντας προς «Το Βήμα» ο διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων του ΕΚΘΕ δρ Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου. «Η κατάσταση αυτή φαίνεται να χειροτερεύει εξαιτίας της τελειοποίησης των αλιευτικών εργαλείων και των συνεχώς αυξανόμενων αναγκών της χώρας μας σε αλιεύματα. Στα βενθοπελαγικά αλιεύματα περιλαμβάνονται είδη που εμφανίζουν μεγάλη εμπορική σπουδαιότητα, π.χ. μπακαλιάρος, λυθρίνι, κουτσομούρα, μπαρμπούνι, καραβίδα κ.ά., τα οποία υφίστανται σημαντική αλιευτική εκμετάλλευση. Εχουμε φθάσει σε οριακό σημείο. Η πορεία θα γίνει μη αναστρέψιμη αν δεν υπάρξουν έρευνες που θα δίνουν ετησίως συγκριτικά στοιχεία». Είναι λοιπόν επιτακτική η ανάγκη να προστατευθεί το ιχθυοδυναμικό των ελληνικών θαλασσών με την παρακολούθηση της ισορροπίας ορισμένων ειδών που παρουσιάζουν και εμπορική σημασία. Επίσης πρέπει να ληφθούν μέτρα ή να συμπληρωθούν τα υφιστάμενα προς όφελος των ψαράδων και κατ’ επέκταση των καταναλωτών για περισσότερο, καλύτερο και οικονομικότερο αλίευμα.


Το Ινστιτούτο έχει ξεκινήσει από το 1987 μελέτες για την αλιευτική κατάσταση στον Κορινθιακό και στον Πατραϊκό Κόλπο, στο Θρακικό Πέλαγος και στον Θερμαϊκό Κόλπο, στο Ιόνιο Πέλαγος, στον Παγασητικό Κόλπο, ενώ συνεχίζονται οι μελέτες στην περιοχή των Κυκλάδων. «Η μείωση του πληθυσμού μπακαλιάρου και κουτσομούρας παρατηρείται σε όλες σχεδόν τις περιοχές όπου έγινε δειγματοληψία. Από ‘κεί και πέρα το ίδιο πρόβλημα εμφανίστηκε και σε άλλα ψάρια, ανάλογα με το σημείο». Σχηματικά μπορούμε να κάνουμε μια αντιστοιχία περιοχών και ψαριών που απειλούνται από την υπερβολική αλιεία: α) Ο μπακαλιάρος βρίσκεται σε κατάσταση υπεραλίευσης σε Κορινθιακό – Πατραϊκό Κόλπο και στο Ιόνιο Πέλαγος, ενώ στο Θρακικό Πέλαγος, στον Θερμαϊκό Κόλπο και στη θάλασσα των Κυκλάδων σε σχετική υπεραλίευση. β) Η κουτσομούρα παρουσιάζει πρόβλημα μείωσης του πληθυσμού της στην περιοχή του Ευβοϊκού (κοντά στους Πεταλιούς), στον Παγασητικό Κόλπο, λιγότερο στο Θρακικό Πέλαγος, στον Θερμαϊκό και στις Κυκλάδες. γ) Το λυθρίνι βρίσκεται σε κατάσταση υπεραλίευσης σε Κορινθιακό – Πατραϊκό Κόλπο, όπως επίσης και στο Ιόνιο Πέλαγος. δ) Το μπαρμπούνι και ο σαλούφαρδος στην περιοχή της Ζακύνθου, όπου η έρευνα έγινε σε συνεργασία του ΕΚΘΕ, του WWF (Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση) και του Σωματείου Αλιέων της περιοχής Αγίου Σώστη.


«Μια από τις πιο πλούσιες περιοχές αλιείας στην Ελλάδα είναι ο Σαρωνικός», αναφέρει ο δρ Παπακωνσταντίνου. «Χαρακτηρίζεται από ευτροφισμό που οφείλεται στη ρύπανση, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι τα αλιεύματα δεν είναι καθαρά. Ερευνες έχουν αποδείξει ότι είναι πολύ καλής ποιότητας. Στον Σαρωνικό είχε παρατηρηθεί πριν από λίγο καιρό μείωση του γαύρου λόγω της χρόνιας αλίευσης. Επίσης εκεί σε κατάσταση υπεραλίευσης είναι και η κουτσομούρα».


Στο πλαίσιο της μελέτης του ΕΚΘΕ για τους ιχθυοπληθυσμούς των ελληνικών θαλασσών διεξήχθη έρευνα με τίτλο «Εκτίμηση της κατάστασης των βενθοπελαγικών ιχθυαποθεμάτων που παρουσιάζουν εμπορική σπουδαιότητα στον Θερμαϊκό Κόλπο και στο Θρακικό Πέλαγος». Εχει ενδιαφέρον να προσέξει κανείς τα στοιχεία αυτής της μελέτης διότι αποτελεί «μικρογραφία» της κατάστασης που επικρατεί στις ελληνικές θάλασσες και στην αλιεία. Επίσης εξηγεί τη σημασία που έχει να γνωρίζουμε τι υπάρχει για να βρούμε με επιστημονικό τρόπο πώς πρέπει να διαχειρισθούμε τους θαλάσσιους πόρους. Δηλαδή να έχουμε στοιχεία στα χέρια μας που θα επιβάλουν περιορισμούς στην αλιεία σε συγκεκριμένα σημεία (αν είναι τόπος αναπαραγωγής ή έχει μειωθεί ο πληθυσμός που αναπαράγει και χρειάζεται «ανάσα» από την αλιεία κλπ.), την ενίσχυση της υπάρχουσας νομοθεσίας ή την αποδέσμευση περιοχών που μπορούν να αλιευθούν.


Η γεωγραφική περιοχή που κάλυψε το πρόγραμμα περιλαμβάνει τον Θερμαϊκό Κόλπο ώς τη νοητή γραμμή ακρωτήριο Δερματά – Ποσείδι, τους δύο κόλπους της Χαλκιδικής (Συγγιτικός και Κασσάνδρας) και το Θρακικό Πέλαγος από τη Χερσόνησο του Αθω ως τη Σαμοθράκη.


Η συγκεκριμένη περιοχή επελέγη εξαιτίας της μεγάλης αλιευτικής σημασίας που έχει στον καθορισμό της ελληνικής αλιευτικής παραγωγής. Αποτελεί το μεγαλύτερο αλιευτικό πεδίο των ελληνικών θαλασσών και υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι το σύνολο της περιοχής υπεραλιεύεται. Ο Θερμαϊκός Κόλπος ιδιαίτερα φαίνεται να εμφανίζει μεγάλο βαθμό υπεραλίευσης. Η περιοχή εμφανίζει κάθε χρόνο αύξηση της αλιευτικής δραστηριότητας, όπως τουλάχιστον διαπιστώνεται από την αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας (αριθμός σκαφών και ιπποδύναμη μηχανής). Χρησιμοποιούνται διαφορετικά αλιευτικά εργαλεία εξαιτίας της γεωμορφολογίας των ακτών της και οι συγκρούσεις ανάμεσα στους παράκτιους ψαράδες και στους μηχανοτρατάρηδες αλλά και στους ίδιους τους παράκτιους είναι συχνές. Επίσης, ενώ αλιεύεται δυναμικά στο σύνολό της, ενδείξεις για καινούργια αλιευτικά πεδία υπάρχουν μόνο νότια της Χαλκιδικής σε βάθη 350-550 μέτρων, αλλά οι ιδιοκτήτες των μηχανοτρατών δεν φαίνονται διατεθειμένοι να χάσουν χρόνο ανοίγοντας νέες καλάδες αλιείας ούτε χρήματα που θα χρειασθούν για πιθανές καταστροφές των αλιευτικών εργαλείων τους. Η έρευνα έγινε με δύο μηχανότρατες που χρησιμοποιούνται στην επαγγελματική αλιεία.


Οι Νομοί Ξάνθης και Πιερίας χαρακτηρίζονται από πολύ περιορισμένη ώς μηδενική νηολόγηση σκαφών μέσης αλιείας στα λιμάνια των περιοχών τους. Αντίθετα ο Νομός Καβάλας χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερο ποσοστό σκαφών μέσης αλιείας (10,8%) σε σχέση με τους άλλους νομούς όπου το ποσοστό αντίστοιχων σκαφών κυμαίνεται από 7,2% ώς 7,7%. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι στα λιμάνια της περιοχής της έρευνας είναι νηολογημένο περίπου το 31% των σκαφών μέσης αλιείας της χώρας. Η μεγαλύτερη ποσότητα ψαριών υπολογίστηκε στο Θρακικό Πέλαγος και στη συνέχεια στον Θερμαϊκό Κόλπο.


Οι παράκτιες ζώνες βάθους ώς 50 μέτρων είναι πλουσιότερες σε βιομάζα στις περιοχές με ομαλό βυθό, π.χ. Θρακικό Πέλαγος, Θερμαϊκός Κόλπος, ενώ οι βαθύτερες ζώνες άνω των 200 μέτρων είναι πλουσιότερες σε περιοχές με απότομη υφαλοκρηπίδα, π.χ. της Χαλκιδικής, καθώς επίσης και στο Θρακικό Πέλαγος, κυρίως σε μη εμπορεύσιμα είδη. Η κατανομή της βιομάζας αυτής έχει σημασία γιατί καθιστά εμφανή τα δυσμενή αποτελέσματα του Κανονισμού Αλιείας της Ευρωπαϊκής Ενωσης 1626/94 (Συμβούλιο της ΕΕ 27.6.1993) για την αλιεία της μηχανότρατας στην περιοχή του Θρακικού Πελάγους. Ως γνωστόν ο Κανονισμός αυτός απαγορεύει την αλιεία της μηχανότρατας μέχρι βάθους 50 μ. ή σε απόσταση τριών μιλίων από την ακτή. Αυτό σημαίνει ότι στην περιοχή του Θρακικού Πελάγους περιορίζει σημαντικά την πλουσιότερη έκταση για αλιευτική εκμετάλλευση στην αλιεία της μηχανότρατας, με αντίστοιχη μείωση του εισοδήματος αυτής της κατηγορίας των ψαράδων.


Αρκετά από τα είδη που μελετήθηκαν (168 είδη ψαριών και 27 κεφαλόποδα ­ καλαμάρια και μοσχιοί) εμφανίστηκαν υπεραλιευμένα (μπακαλιάροι, καπόνι, σύκο, κουτσομούρες κ.ά.) και κρίνεται αναγκαία μια αύξηση του «ματιού» του διχτυού προκειμένου να αυξηθεί η απόδοση ανά ψάρι που εισέρχεται στην αλιευτική φάση.


ΜΙΑ ΝΕΑ μορφή διαχείρισης των αλιευτικών πόρων εμφανίζεται και στην Ελλάδα. Τεχνητοί βιότοποι για να καταφεύγουν ψάρια πρόκειται να δημιουργηθούν σε «άγονες» θαλάσσιες περιοχές (αμμώδης βυθός, ξέρες) ώστε να ενισχυθεί η ανάπτυξη βιοκοινωνιών σε αυτά τα σημεία. Το ΕΚΘΕ έχει αναλάβει πρόγραμμα για την κατασκευή υφάλων στην περιοχή της Θράκης κατ’ αρχήν. Μεγάλοι όγκοι τσιμέντου ρίπτονται στη θάλασσα σε βάθος 30 περίπου μέτρων. Αυτοί γίνονται καταφύγιο ψαριών, τόποι αποίκησης και εκ των υστέρων μπορούν οι ψαράδες να προχωρήσουν σε εξαλίευση. Θα ζητηθεί μάλιστα η συνεργασία με παράκτιους αλιείς ή συνεταιρισμούς ψαράδων της περιοχής ώστε μετά να αλιεύεται η περιοχή από τους ίδιους ως ζώνη ειδικής αλιείας. Μέσα σε ενάμιση χρόνο στους υφάλους αυτούς θα έχει δημιουργηθεί ένας σωστός βιότοπος. Τέτοιες κατασκευές έχουν ήδη φτιάξει οι Ιταλοί στο Αδριατικό Πέλαγος, ενώ στην Ισπανία υπάρχουν 90 συγκροτήματα.


Σύμφωνα με τον διευθυντή του Ινστιτούτου Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων του ΕΚΘΕ δρα Κ. Παπακωνσταντίνου, αυτή η μέθοδος είναι μια πρόσθετη βοήθεια στην προσπάθεια ενίσχυσης της αλιείας σε ισόρροπη σχέση με τον θαλάσσιο πληθυσμό. «Πάντως, σε πιο πρακτικό και καθημερινό επίπεδο, θα άξιζε να αναφερθούμε και στις διατροφικές μας συνήθειες που προκαλούν αλιευτική πίεση σε κάποια συγκεκριμένα είδη». Ο γαύρος έχει αντικαταστήσει στο τραπέζι μας τη σαρδέλα. Η αλλαγή αυτή συνδέθηκε με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου καθώς η σαρδέλα είχε καταγραφεί ως το «ψάρι των φτωχών». Ετσι υπάρχει αφθονία σαρδέλας και σχετική μείωση του γαύρου. Επίσης ψάρια που εμείς πετάμε, στο εξωτερικό τα τρώνε. Οι μοσχιοί, π.χ., που μοιάζουν πολύ με το χταπόδι, δεν έχουν μεγάλη ζήτηση. Τώρα τελευταία έχουν κάνει την εμφάνισή τους στα τσιπουράδικά μας ως μεζές για ούζο. Στην Ισπανία, στην Αίγυπτο, στην Αφρική τρώνε το σπαθόψαρο, που εμείς στην Ελλάδα καλά καλά δεν το ξέρουμε. Στην Ιταλία έχει αναπτυχθεί ειδική αλιεία για μουγγριά. Η πεσκανδρίτσα θεωρείται πρώτης κατηγορίας στην Αμερική ενώ είναι περιζήτητη στη Γαλλία όπου πωλείται ως το πιο ακριβό ψάρι. «Πρέπει οι Ελληνες να μάθουν να καταναλώνουν ψάρια που δεν είναι στις συνήθειές τους. Δεν κάνουμε σε βάθος και ορθολογική εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πεδίων. Βέβαια δεν πρέπει να μεταθέσουμε το πρόβλημα σε είδη μη εμπορικά. Είναι όμως και αυτό θέμα σωστής διαχείρισης, που πρέπει να βασιστεί σε επιστημονικά στοιχεία». Ερευνα – σοκ του Εθνικού Κέντρου Θαλασσίων


Ερευνών προαναγγέλλει


ύφεση για έναν από


τους δυναμικούς κλάδους


ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΜΠΙΤΣΙΚΑ


«ΣΤΗ ΣΤΕΡΙΑ δε ζει το ψάρι» αλλά φαίνεται ότι και στη θάλασσα δεν…. καλοπερνάει! Ο θαυμαστός θαλάσσιος κόσμος συνεχίζει να είναι θαυμαστός αλλά έχει «δημογραφικό» πρόβλημα λόγω της υπεραλίευσης και της μη ορθολογικής διαχείρισης των αλιευτικών πόρων. Ψάρια που κάποτε ήταν εν αφθονία στους ελληνικούς βυθούς ελαττώνονται και το μέλλον χιλιάδων ανθρώπων που εξαρτώνται από αυτούς τους φυσικούς πόρους είναι πλέον αβέβαιον. Οι εμπειρικές διαπιστώσεις των ψαράδων επιβεβαιώνονται από επιστημονικές μελέτες που έγιναν στις ελληνικές θάλασσες και κατέγραψαν τις ειδικότερες κατηγορίες ιχθυοπληθυσμών που βρίσκονται σε οριακό σημείο. Ορισμένα βενθοπελαγικά είδη (μπακαλιάρος, κουτσομούρα, μπαρμπούνι, λυθρίνι, σύκο κ.ά.), μικρά πελαγικά όπως ο γαύρος αλλά και μεγάλα πελαγικά είδη (τόνος, ξιφίας) υφίστανται πλέον και εμφανώς τις συνέπειες της υπεραλίευσης: οι πληθυσμοί τους μειώνονται.


Η κατάσταση όπως τουλάχιστον περιγράφεται από το Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών είναι μάλλον κακή και προδιαγράφει χειρότερο μέλλον. Ενας ολόκληρος κλάδος της πρωτογενούς παραγωγής κινδυνεύει. Ωσαύτως και τα δορυφορικά επαγγέλματα. Το πρόβλημα είναι και οικονομικό και οικολογικό. Το υπουργείο Γεωργίας πρέπει να σκύψει με ενδιαφέρον πάνω από τα συμπεράσματα της μελέτης του ΕΚΘΕ και να λάβει μέτρα. Προτάσεις υπάρχουν, όπως και λύσεις…