Μερικές τολμηρές συμπτώσεις επί κινηματογραφικού εδάφους. Το 1986 ένας καμποτίνος παραγωγός από το Ισραήλ με το όνομα Μεναχέμ Γκολάν, ο οποίος συνήθιζε να συνάπτει συμβόλαια υπογράφοντας πάνω σε χαρτοπετσέτες, αναλαμβάνει την παραγωγή και την «εκτέλεση» (τη σκηνοθεσία) μιας προφητικής περιπέτειας με τον τίτλο «Δύναμη Δέλτα». Μπούρδες, θα πείτε. Για να δούμε. Σε αυτή την ομολογουμένως αισθητική μπούρδα αιμοσταγείς τρομοκράτες της αραβικής επικράτειας θέτουν εκτός μάχης τους πιλότους και το πλήρωμα αεροσκάφους της αμερικανικής TWA. Συνηθισμένη μπούρδα, θα πείτε ξανά. Οχι ακριβώς. Υπάρχει μια ασήμαντη λεπτομέρεια. Η αεροπειρατεία λαμβάνει χώρα στο Ελληνικό και το παλικάρι που εξαρθρώνει τους «χάρτινους» προγόνους ενός Μπιν Λάντεν ήταν ο Τσακ Νόρις. Την ίδια χρονιά ένας κοντόσωμος αλλά αθλητικός και άκρως γοητευτικός νεαρούλης με το όνομα Τομ Κρουζ, επιβαίνοντας σε «Στελθ» της εποχής, προκαλεί ρίγη συγκινήσεως στα εθνικόφρονα νιάτα των ΗΠΑ!


Τέσσερα χρόνια αργότερα (το 1990) η «Δύναμη Δέλτα» επανακάμπτει με τροποποιημένο τιμ παραγωγών. Από τη μία, η πανίσχυρη ­ αμερικανική ­ UIP, από την άλλη η Cannon του Γκολάν. Αυτή τη φορά ο τόπος αποστολής του Τσακ Νόρις ήταν η Νότια Αμερική και στόχος η κοκαΐνη. Ενδεκα χρόνια αργότερα ­ μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο και ελάχιστες ημέρες πριν από το μοιραίο χτύπημα στους δίδυμους πύργους ­ ο Τζον Κάρπεντερ, σκηνοθέτης αρκετών «καλτ» ταινιών τρόμου, συζητούσε φιλικά με δημοσιογράφους γύρω από το επερχόμενο διαστημικό του θρίλερ «Ghost of Mars» (ό,τι χειρότερο έχει κάνει). Οταν τόλμησα να αρθρώσω μια κάπως δυσάρεστη ερώτηση του τύπου «μα καλά, εκτός από τέρατα, σίριαλ κίλερ και Ράμπο δεν έχει τίποτε άλλο να προσφέρει το Χόλιγουντ;», εκείνος σφύριξε κάπως αδιάφορα: «Ο φόβος και ο τρόμος είναι μια πανάρχαιη ανάγκη του ανθρώπου. Αλλωστε τα πράγματα προχώρησαν, διότι τώρα σε πολλές τέτοιες περιπέτειες οι καλοί συμμαχούν με τους κακούς για να εξοντώσουν τους ακόμη χειρότερους κακούς». Σας λέει τίποτε αυτό;


Εναν μήνα αργότερα, μόλις την Τρίτη που μας πέρασε, διάβασα έκπληκτος μια είδηση που σε κάθε θεατή εθισμένο στην αμερικανική νοοτροπία θα προκαλούσε μια φυσιολογική αντίδραση. Ο Ολιβερ Στόουν ­ λέει ­ προτίθεται να γυρίσει σε ταινία τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου. Φοβούμαι, μίστερ Στόουν, ότι τα 9/10 των παραγωγών, σεναριογράφων και σκηνοθετών του Χόλιγουντ έχουν ακριβώς την ίδια φιλοδοξία. Ενα άλλο «κομμάτι» του παζλ προέκυψε διά στόματος του περιθωριακού αμερικανού σκηνοθέτη Λάρι Κλαρκ κατά τη διάρκεια του πρόσφατου Φεστιβάλ Βενετίας, στις αρχές Σεπτεμβρίου. Η τελευταία του ταινία υπό τον τίτλο «Bully» (σαν να λέμε «Νταής», «Τραμπούκος») ατύχησε στην αμερικανική λογοκρισία και έλαβε τον χαρακτηρισμό «αυστηρώς ακατάλληλο». Μεταξύ μας; Εντελώς δικαιολογημένα. Για έναν απλούστατο λόγο. Δεν είναι δυνατόν να περιγράφεις τις σεξουαλικές ­ τριπλές, τετραπλές, πενταπλές και ομαδικές ­ σεξουαλικές επιδόσεις μιας χούφτας 16άρηδων και από πάνω να περιμένεις την εύνοια της… Εκκλησίας. Αφέλεια; Κάτι χειρότερο: θράσος. Εκνευρισμένος, για να μην πω τσαντισμένος, ο Κλαρκ από τη δυσμενή ­ κατά τη γνώμη του ­ μεταχείριση της ταινίας του αποκάλυψε μια μικρή λεπτομέρεια, λέγοντας επί λέξει: «Μόνο ο Σπίλμπεργκ που έχει φίλους στο Πεντάγωνο μπορούσε να πάρει έγκριση». Τι εννοούσε; Κάτι που είναι πασίγνωστο στους επαγγελματικούς κύκλους. Το άκρως ρεαλιστικό μακελειό που συντελείται στα πρώτα σαράντα λεπτά της ταινίας «Η διάσωση του στρατιώτη Ράιαν» δόθηκε άδεια να το δουν τα παιδιά της τρίτης τάξης του γυμνασίου, γεγονός που την πριμοδότησε ­ εισπρακτικώς ­ με ένα αρκετά… ευτραφές μπόνους, ανεβάζοντας κατά 1/3 τα εισιτήρια.


Μία ακόμη λεπτομέρεια για το παζλ των σχέσεων του Χόλιγουντ με το Πεντάγωνο και τα υπόλοιπα κέντρα εξουσίας των ΗΠΑ αποκαλύφθηκε στο Φεστιβάλ της Βενετίας πριν από τρία χρόνια, κατά τη διάρκεια μιας σύντομης συνέντευξης του Ρόμπερτ Ρόντατ ­ σεναριογράφου του «Ράιαν» ­ προς τον γράφοντα. Η ερώτηση ήταν απλή: «Προς τι τόσο πολλές φορές να κυματίζει η αμερικανική αστερόεσσα επί ευρωπαϊκού εδάφους και καθόλου η σημαία μιας ευρωπαϊκής χώρας;». Η απάντηση ήταν απλή: «Το Πεντάγωνο μας παρείχε πλήθος διευκολύνσεων». Κάπως έτσι ­ με την αμερικανική σημαία και τα αμερικανικά τανκς να μπαίνουν στο Αουσβιτς αντί των πραγματικών σοβιετικών ­ εξασφάλισε και ο Ρομπέρτο Μπενίνι διαβατήριο για τον οσκαρικό θρίαμβο της κωμωδιούλας του «Η ζωή είναι ωραία».


Τι λένε οι «απαγορευμένοι» μελετητές


Αν πιστέψουμε «απαγορευμένους» αμερικανούς μελετητές του Χόλιγουντ, όπως για παράδειγμα τον Τζόναθαν Ρόζενμπαουμ, τότε η βαθύτερη όψη αυτών των (αόρατων) διαπλεκόμενων σχέσεων είναι ανατριχιαστική. Σκοπός ­ λένε ­ αυτών των ξενοφοβικών, επιθετικών, κατακτητικών ταινιών και των ταινιών τρόμου είναι να ενισχύσουν την τάση απομόνωσης και να αποκόψουν κάθε θεατή ξεχωριστά από το κοινωνικό σύνολο στο οποίο αυτός ανήκει. Ακόμη χειρότερα; Η εμμονή του Χόλιγουντ στην ξέφρενη παραγωγή τέτοιων ταινιών με όπλα, βία, ναρκωτικά ενισχύει τη βιομηχανία όπλων και το παράνομο εμπόριο ηρωίνης.


Θέλετε απόδειξη; Ιδού η περίπτωση του Αυστριακού Μίκαελ Χάνεκε, του επονομαζόμενου και «χειρουργού», λόγω ψυχρής μελετητικής απόστασης από τα πράγματα. Ο Χάνεκε λοιπόν, ύστερα από πολυετή έρευνα για τη σχέση του θεατή με την κινηματογραφική βία, αντί πονήματος κατέληξε στη σκηνοθεσία μιας ταινίας με τον τίτλο «Το βίντεο του Μπένι» (1992). Αν και πρόκειται για μια εξαιρετική ακτινογραφία πάνω σε αυτή τη σχέση, ουδέποτε προβλήθηκε ­ για το ευρύτερο κοινό ­ στην Ελλάδα. Η ιστορία, αν και συνηθισμένη, είναι ακραία. Δωδεκάχρονος εύπορης οικογένειας και «φαν» του βίντεο ψαρεύει από τον δρόμο μια συνομήλική του και στη συνέχεια τη σκοτώνει με ψυχραιμία και αφασία ενός… Μένγκελε των «φούρνων» του Αουσβιτς ενώ ταυτοχρόνως αποτυπώνει στην ιδιωτική τηλεοπτική οθόνη του την τελετουργική διαδικασία του εγκλήματος. Το πιο «προφητικό» εξ όλων όσων είδα καταγράφεται στην τελευταία περιπέτεια του ανεκδιήγητου Ζαν Κλοντ βαν Νταμ με τον τίτλο «Replicant: Ο κλώνος του θανάτου». Το επιστημονικό προσωπικό της «Εθνικής Ασφάλειας» ­ του ισχυρότερου δικτύου μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ ­ καταγίνεται με τη δημιουργία κλώνων (δηλαδή αντιγράφων, ας τους πούμε σωσίες) των… τρομοκρατών! Με άλλα λόγια η απόσταση ανάμεσα στην εικονική και στην αληθινή πραγματικότητα είναι τόσο δυσδιάκριτη που μερικές φορές μάς παραπλανά.