Δεν κερδίζονται πια οι αγώνες με το όνομα και τη φανέλα. Πρέπει να χύσεις ιδρώτα με τους κουβάδες. Περίμενε κανείς ότι η ΑΕΚ θα μπορούσε να τεθεί επικεφαλής της βαθμολογίας έχοντας στον πάγκο μόνο 14 παίκτες; Ούτε καν ο Φερνάντο Σάντος. Κάπως έτσι συνέβη και με το κινηματογραφικό ασανσέρ του 2001. Αλλοι είχαν το όνομα, άλλοι τη χάρη. Απρόβλεπτες βαθμολογικές ανακατατάξεις, απρόβλεπτα αποτελέσματα. Για άλλους – μικρούς και… ανώνυμους – το ασανσέρ έφτασε στο ρετιρέ και για άλλους – πασίγνωστους και σταρ – σταμάτησε στο τρίτο υπόγειο. Δεν πειράζει, μια άλλη φορά. Keep trying.


ΟΙ ΕΝΟΙΚΟΙ ΤΟΥ ΥΠΟΓΕΙΟΥ


Ρόμπερτ Ρέντφορντ: Με τρεις ταινίες. Σκηνοθέτης στην πρώτη – «Ο θρύλος του Μπάγκερ Βανς» – που γκρεμίστηκε. Πρωταγωνιστής στη δεύτερη – «Το τελευταίο οχυρό» – που πάτωσε. Πρωταγωνιστής και στο «Spy games» (που δεν προβλήθηκε). Από το κακό στο χειρότερο. Γιατί; Ούτε ρισκά-ρει ούτε ανανεώνεται. Πάλι τα ίδια; Βαρεθήκαμε!


Μάρλον Μπράντο: Για το ύψος του, την ιστορία του, τον θρύλο του δεν έπρεπε να εκτεθεί παριστάνοντας μια πολυχρησιμοποιημένη σαμπρέλα στο «Score» και στο πλευρό του Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Από έναν Μπράντο περιμένει κανείς να γράψει όχι μόνο τη διαθήκη του αλλά και το υστερόγραφο της διαθήκης με αξιοπρέπεια.


Ρόμπερτ Ολτμαν: Η μεγαλύτερη απογοήτευση. Οχι μόνο του 2001, αλλά και του 2000 και του 1999 και του 1998 και πάει λέγοντας ως τις αρχές του ’90. Από τον «Παίκτη» και τα «Στιγμιότυπα» έχει να σταυρώσει σκηνοθεσία της προκοπής. «Ο Δρ. Τ και οι γυναίκες» ήταν η… ταφόπετρά του. Κοτζάμ Ολτμαν να στηρίξει το βάρος του στην πλούσια κόμη ενός Ρίτσαρντ Γκιρ; Αλλο χτένισμα, άλλο σκηνοθεσία.


Τιμ Μπέρτον: Η δεύτερη μεγαλύτερη απογοήτευση… made in USA. Τι ήθελε και έμπλεξε με τον «Πλανήτη των πιθήκων»; Ρε σύντροφε, ξυπόλυτος στ’ αγκάθια των οπτικών εφέ; Αποτέλεσμα; Εχασε την προσωπικότητά του, την υπογραφή του, τη διαφορετικότητά του. Ενας σαν τους άλλους. Προς το παρόν. Γιατί πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Ενας Μπέρτον να ξεπουληθεί; Το αποκλείω!


Μάικλ Ντάγκλας: Μια του κλέφτη, τρεις του νοικοκύρη. Μπαινοβγαίνει αναλλοίωτος από ταινία σε ταινία. Παράδειγμα; «Μην πεις λέξη». Ιδιος πάνω κάτω ρόλος, ίδιες επιδόσεις, ίδιες εκφράσεις, ίδιο κοστούμι, ίδια γραβάτα. Και τελευταίως ίδια γυναίκα. Ελαφρυντικό; Ενα και να καίει. Ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι είναι μεγάλος ηθοποιός. Παραγωγός ήταν, παραγωγός παρέμεινε και σαν παραγωγός έκανε ό,τι έκανε. Από αυτογνωσία σκίζει.


Νίκολας Κέιτζ: Τους Ελληνες τους ξεγέλασε με την Κεφαλλονιά και τον Κορέλι. Οι άλλοι του γύρισαν την πλάτη. Και τι τον κόφτει; Παραγωγός είναι, όνομα είναι, Χόλιγουντ είναι. Κάποια στιγμή θα γίνει και ηθοποιός. Πότε; Ισως όταν πάρει σύνταξη, έτσι για τη δόξα. Προς το παρόν απολαμβάνει τις μετοχές του, την περιουσία του και τον στόλο των αυτοκινήτων του. Ασε που ο Οργανισμός Ελληνικού Τουρισμού του χρωστάει χάρη.


Τζον Μπούρμαν: Τελικώς ο Αγγλος αποδείχθηκε υπερτιμημένος. Απόδειξη; «Ο ράφτης του Παναμά». Κατάφερε να κάνει τον… αρχικατάσκοπο Τζον Λε Καρέ τσάι για τις χήρες απόστρατων αξιωματικών της βρετανικής αυτοκρατορίας. Και το καλύτερο; Πάνω στην πτώση του τον τίμησαν και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.


Στίβεν Σπίλμπεργκ: Αγόρασε μια ιδέα από τη χήρα του μακαρίτη, τον Κιούμπρικ, και μεταμόρφωσε την «Τεχνητή νοημοσύνη», δηλαδή τη συνέχεια της «Οδύσσειας του Διαστήματος», σε Πινόκιο. Μην ανησυχείτε. Ακμαίο το ηθικό του αυτοκράτορος της show business. Που μεθερμηνευόμενο πάει να πει πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά του θα ‘ναι.


Ρίντλεϊ Σκοτ: Αυτά έχουν οι Αγγλοι. Επιδέξιοι επαγγελματίες που κάνουν οτιδήποτε. Το είδαμε – όσοι από μας το είδαμε – στη «Γέφυρα του ποταμού Κβάι». Μα, άνθρωπέ μου (έλεγαν στον Αλεκ Γκίνες), εσύ, ένας των Συμμάχων, εσύ, ένας αξιωματικός του Τσόρτσιλ, να κτίζεις τη γέφυρα του Χιροχίτο; Εκεί αυτός. Σημασία δεν έχει τι κάνεις, αλλά πώς το κάνεις. Κάπως έτσι και με τον σκηνοθέτη του «Χάνιμπαλ». Εσύ, κοτζάμ Ρίντλεϊ Σκοτ να μαγειρεύεις ανθρώπινα μυαλά πανέ; Γιατί όχι; Τα μαγείρεψα καλά; Ε τότε είμαι καλός σκηνοθέτης. Να μου λείπουν και τα μυαλά και ο σκηνοθέτης.


Γουινόνα Ράιντερ: Από το κακό στο χειρότερο. Και να ήταν μόνο οι «Χαμένες ψυχές»; Η γκαντεμιά της δεν έχει όρια. Και άλλες «καπνίζουν», και άλλες πίνουν, και άλλες βρίσκονται στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Τέτοιο χάλι όμως δεν ματάγινε στο Λος Αντζελες την τελευταία εικοσαετία. Μπας και πρέπει να επισκεφθεί ελληνίδα χαρτορίχτρα;


ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥ ΡΕΤΙΡΕ




Ιζαμπέλ Υπέρ: Ολες τις εφετινές ερμηνείες των θηλυκών του Χόλιγουντ και να στύψεις, μισή «Δασκάλα πιάνου» δεν θα βγάλεις. Πόσοι την είδαν; Ούτε το 1/3 που πήγαν να δουν την ανεκδιήγητη «Μις… με το ζόρι». Ξέρετε κάτι; Κανείς δεν μπορεί να τα έχει όλα. Η Υπέρ με την Τέχνη, η Αντζελίνα Τζόλι με τα χείλη.


Ντάνιελ Ράντκλιφ: Ενα πράγμα είναι βέβαιο. Οτι για τα επόμενα δέκα χρόνια έχει δέσει τον γάιδαρό του. Να ολοκληρωθεί και η… χιλιοστή συνέχεια του «Χάρι Πότερ» και μετά βλέπουμε. Τι; Πόσα απίδια χωράει το ταλέντο του;


Τζόελ Κοέν: Σταθερή αξία. Μαζί με τον αδελφό του Ιθαν, τα δύο πανέξυπνα μυαλά της αμερικανικής οθόνης. Εκεί που πήγε να αποσταθεροποιηθεί με το «Ω αδελφέ, πού είσαι;» ήρθε «Ο άνθρωπος που δεν ήταν εκεί» και επέστρεψε στο ύψος του.


Ζαν-Πιερ Ζενέ: Αν υπολογίσουμε ότι η «Αμελί» σε εννέα κινηματογράφους πάει για 250.000 εισιτήρια, τότε είναι σαν ο «Πότερ» να κόβει δύο εκατομμύρια σε 500 αίθουσες. Αποτέλεσμα; Η «Αμελί» θα τα κάνει, ο «Πότερ» ποτέ.




Νάνι Μορέτι: Στην Τέχνη η μοναχικότητα είναι Αρετή. Απόδειξη; «Το δωμάτιο του γιου μου». Ο ιταλικός κινηματογράφος ψάχνει νεορεαλισμό, ο Μορέτι βρίσκει Χρυσό Φοίνικα!


Γουάνγκ Ξιάο Σουάι: Ετερη μοναχικότητα. Από τη μακρινή Κίνα με τον «Ποδηλάτη του Πεκίνου». Τελικώς αυτό που αποδεικνύουν μερικές αναπάντεχες εκπλήξεις είναι ότι στις ημέρες μας το πνεύμα του Μπρεσόν, του Φελίνι, του Ροσελίνι και του Ντε Σίκα μετακόμισε στον Τρίτο Κόσμο, μακριά από το άγριο πλήθος.


Ντάρεν Αρονόφσκι: Οποιον σοβαρό παράγοντα του Χόλιγουντ ρωτήσεις, ένα όνομα αβίαστα θα σου πει: Το μεγαλύτερο ταλέντο του νέου αμερικανικού σινεμά λέγεται Ντάρεν Αρονόφσκι. Οποιος δεν είδε «Ρέκβιεμ για ένα όνειρο» έχασε χαρμάνι από ανακάτεμα βιντεοκλίπ με όπερα.


Νικόλ Κίντμαν: Στην περίπτωσή της ισχύει το ρηθέν «Οποιος χάνει στην αγάπη κερδίζει σε δόξα». Υστερα από άπειρες προσπάθειες άρχισε να πείθει. Και με τους «Αλλους» τής βγάζουν το καπέλο. Με τον Κρουζ ήταν απλώς η Κίντμαν. Με τους «Αλλους», χωρίς τον Κρουζ είναι η… Αλλη.


Χαβιέρ Μπαρντέμ: Από την Ισπανία η καλύτερη ανδρική ερμηνεία του 2001 στην ταινία «Πριν πέσει η νύχτα». Δεν εκπλήσσομαι. Για να υπάρξουν (επαγγελματικώς) οι Αμερικανοί πρέπει να γίνουν… φωτογραφίες. Οι Ευρωπαίοι και οι Ασιάτες έχουν ακόμη περιθώρια ελευθερίας. Καθένας στο είδος του. Είπαμε, οι έξυπνοι ψωνίζουν ποπ κορν από τα Village και ποιότητα από την Ευρώπη και την Ασία.


Γουίλ Σμιθ: Υπάρχουν και οι φωτεινές εξαιρέσεις. Ας πούμε ο Μάικλ Μαν. Ο σκηνοθέτης των «Μοϊκανών», της «Εντασης», του «Ανθρωποκυνηγού» και του «Insider». Ετσι και τον έχεις δάσκαλο μπορεί να φτάσεις στην ταράτσα. Λένε – και είμαι σίγουρος γιατί η ταινία είναι του Μαν – ότι η ερμηνεία του Σμιθ στο «Αλι» (Μοχάμετ Αλι) προορίζεται για την πρώτη θέση στην πεντάδα των υποψηφίων για Οσκαρ. Μακάρι. Για να μπούμε στο 2002 με το… μουσουλμανικό και αριστερό!