Λισαβόνα. Παραμονή του τελικού με την Πορτογαλία. Είναι η δεύτερη φορά που συναντώ τον Χοσέ Κούρα. H πρώτη ήταν στην Αγγλία, το 1999. Τότε ήταν «ο Τέταρτος Τενόρος», «ο Ωραίος Τενόρος», «το Μεγάλο Ταλέντο». Μετά ήρθε σε σύγκρουση με τις δισκογραφικές εταιρείες, άνοιξε μια δική του εκτός κυκλωμάτων, πολεμήθηκε, έγινε «Το αστέρι που σβήνει», προφανώς μεσολάβησε μια περίοδος δύσκολη, στην οποία χρειάστηκε να αγωνιστεί σκληρά. Και μάλλον αγωνίστηκε πολύ σκληρά. Στη δεύτερη συνάντησή μου μαζί του τον βρήκα εντελώς διαφορετικό. Ωριμο. Εναν άνθρωπο που δείχνει πως μέσα από τη δυσκολία συνάντησε τον εαυτό του, έναν άνθρωπο υπερήφανο που επεβίωσε μέσα από την απομόνωση, έναν άνθρωπο δυνατό και σίγουρο για τον εαυτό του. Οι συνεργάτες μου κι εγώ περάσαμε μαζί του 48 μαγικές ώρες, παρακολουθήσαμε τις πρόβες του ρεσιτάλ που πρόκειται να δώσει στις Οινούσσες την ερχόμενη Πέμπτη και κλείσαμε ένα επόμενο ραντεβού για εκεί. Λίγο προτού σας αφήσω να διαβάσετε τον «νέο Χοσέ Κούρα», θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τον κ. Γιάννη Λεμό, πρόεδρο του Ιδρύματος I. Δ. Λεμός των Οινουσσών, που μου έδωσε την ευκαιρία να τον ξανασυναντήσω. H δεύτερη συζήτησή μας, πέντε χρόνια μετά την πρώτη, ήταν, αν μη τι άλλο, πολύ εποικοδομητική. Ελπίζω να την απολαύσετε.





– Αλλαξε τίποτε από την τελευταία φορά που ειδωθήκαμε;


«Για να είμαι ειλικρινής, κύριε Λάλα, μόνο μερικά πράγματα… ΔΕΝ άλλαξαν!».


– Τι δεν άλλαξε; Ιδια γυναίκα…


«Ιδια γυναίκα, τρία παιδιά. Αυτά είναι από τα λίγα πράγματα που δεν άλλαξαν. Αλλά μετακομίσαμε από τη Γαλλία στη Μαδρίτη, ιδρύσαμε τη δική μας δισκογραφική εταιρεία, παράγουμε δίσκους και DVD, πραγματοποιούμε δικές μας παραγωγές, ενώ ταυτόχρονα μανατζάρουμε τη δική μου καριέρα καθώς και άλλων καλλιτεχνών. Γίναμε κατά κάποιον τρόπο «αγκάθι» προς τις κατεστημένες εταιρείες αντιπροσώπευσης καλλιτεχνών, οι οποίες προτιμούν να μην ταράζονται τα νερά από πρωτοβουλίες σαν και τη δική μας».


– Γιατί αλλάξατε στάση απέναντι στις εταιρείες;


«Οταν ένας καλλιτέχνης αποδείξει ότι μπορεί να κάνει καλή καριέρα χωρίς να υποκύπτει στις συχνά όχι και τόσο καλές διοικήσεις των εταιρειών, αποδεικνύει κάτι το οποίο δεν είναι και τόσο ευνοϊκό για αυτές. Θα αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση και τότε κάποιοι θα χάσουν τις καρέκλες τους. Ετσι λοιπόν ξεκινήσαμε και πετύχαμε. Οι έντιμες εταιρείες – γιατί παρ’ όλα αυτά υπάρχουν αρκετές που δεν είναι «πειρατές»- συνεργάζονται και πραγματοποιούν συμπαραγωγές μαζί μας. Οι όχι και τόσο καλές εταιρείες είναι λίγο νευρικές με αυτή την κατάσταση και γνωρίζω ότι πριν από μερικές εβδομάδες έγινε μια σημαντική διεθνής συνάντησή τους σε μια συγκεκριμένη πόλη, όπου συζητήθηκαν διάφορα, μεταξύ των οποίων και το «τι θα κάνουμε με τον Κούρα και την εταιρεία του». Αυτό με χαροποίησε. Εφόσον ανησυχούν και ασχολούνται με εμάς, αυτό σημαίνει ότι υπάρχουμε. Χρειάζεται μεγάλο κουράγιο αυτό που κάνουμε και είναι μεγάλο ρίσκο. Εχω φάει πολλές «κλωτσιές» τα τελευταία χρόνια. Αλλά κάθε κλωτσιά που μου αφήνει μελανιά στα οπίσθια ταυτόχρονα με πάει μπροστά κάμποσα μέτρα! Αν λοιπόν συνεχίσουν να με κλωτσάνε από πίσω, σίγουρα θα με βοηθήσουν να πάω πολύ μπροστά!».


– Μήπως όλα τα πράγματα οι άνθρωποι τα φτιάχνουν με τέτοιον τρόπο, ούτως ώστε να τους εξασφαλίζουν σιγουριά;


«Αυτό είναι μια πιθανότητα. Μια άλλη είναι το γεγονός ότι είναι τόσο εύκολο να γράφεις και να μιλάς για την κλασική μουσική, να ισχυρίζεσαι ότι «ο καλός τρόπος να κάνεις τέχνη πεθαίνει», και δεν αναφέρομαι μόνο στην όπερα αλλά και στις άλλες τέχνες. Είναι τόσο εύκολο να το λες αυτό αλλά και τόσο καταστροφικό! Αρκεί μόνο να πάρεις μια πένα, να το γράψεις σαν τίτλο στο άρθρο σου και ο αρχισυντάκτης θα το τυπώσει αμέσως γιατί θα έχει μεγάλο αντίκτυπο. Αλλά όλα αυτά είναι αηδίες! Ποτέ πριν δεν είχαμε τέτοια προσέλευση κοινού, με τόσο πολλές ορχήστρες να γεννιούνται κάθε μέρα, νέους καλλιτέχνες, νέα ταλέντα! Πού είναι το πρόβλημα λοιπόν; Ολα όσα λένε είναι αηδίες. Το πρόβλημα είναι απλό. Αν θέλεις τον 21ο αιώνα να ερμηνεύσεις με τον ίδιο τρόπο που ερμήνευαν τον 19ο αιώνα, τότε φυσικά θα βρεθείς χωρίς δουλειά. H Σάρα Μπερνάρ υπήρξε ένας θρύλος στην εποχή της. Αν ζούσε σήμερα και ερμήνευε με τον ίδιο τρόπο που ερμήνευε τον 19ο αιώνα, θα ήταν βαρετή. Είμαστε σήμερα εδώ στην Πορτογαλία, λίγο πριν από τον τελικό για το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα μεταξύ της Πορτογαλίας και της Ελλάδας. Οι παίκτες τού σήμερα δεν παίζουν όπως πριν από 50 χρόνια. Αν κάποιος όπως ο Ντι Στέφανο ή ο Πελέ έμπαινε στο γήπεδο αύριο, δεν θα άντεχε ούτε πέντε λεπτά. Αντίστοιχα ο κινηματογράφος προσαρμόζεται, η ποπ μουσική προσαρμόζεται. Ολα και όλοι προσαρμόζονται στο σήμερα. Γιατί λοιπόν εμείς στην όπερα και στην κλασική μουσική δεν πρέπει να προσαρμοστούμε; Γιατί πρέπει εμείς να ντυνόμαστε σαν πιγκουίνοι για να βγούμε στη σκηνή;».


– Αρα μου λέτε ότι αυτό που λέμε ερμηνεία ενός έργου είναι στην πραγματικότητα η ερμηνεία μιας εποχής;


«Δεν έχει όμως να κάνει με την εκτέλεση της μουσικής. Για να κάνεις καλή μουσική υπάρχει ένας μόνον τρόπος: Να το κάνεις καλά! Οπως και για να κλωτσήσεις την μπάλα υπάρχει ένας τρόπος. Σηκώνεις το πόδι και κλωτσάς την μπάλα. Ετσι δεν είναι; Σημασία έχει η όλη σου συμπεριφορά να μπορεί να ελκύσει το κοινό ή όχι. Ξανάρχομαι στο παράδειγμα με τη Σάρα Μπερνάρ. Αν σήμερα ερμήνευε ένα θεατρικό έργο με τον νωχελικό τρόπο που το έκανε τον 19ο αιώνα, θα μας φαινόταν στην καλύτερη περίπτωση αστεία. Τα λόγια είναι τα ίδια. Αρα δεν είναι αυτό που μας κάνει ασεβείς προς το μουσικό ή το συγγραφικό έργο αλλά ο τρόπος που προσεγγίζεις το έργο. Αν, αντί να βγεις στη σκηνή ντυμένος σαν πιγκουίνος ή σαν να πηγαίνεις σε κηδεία μεταδίδοντας ταυτόχρονα το μήνυμα ότι θεωρείς αυτό που κάνεις λυπηρό και βαρετό, βγεις ντυμένος κανονικά αλλά κομψά και με χαμόγελο, μαυρισμένος και με θετική διάθεση, το κοινό θα πάρει το μήνυμα. Θα σκεφθεί ότι αυτός στη σκηνή χαίρεται αυτό που κάνει και του αρέσει! Και επειδή αυτός το χαίρεται θα μας κάνει να το χαρούμε και εμείς. Με έχουν κριτικάρει σε χώρες όπως η Αγγλία με χαρακτηρισμούς – που σίγουρα δεν θα πιστέψετε ότι είναι δυνατόν δημοσιογράφος να έχει γράψει – όπως: «Ο Κούρα πρέπει να καταλάβει ότι το να ερμηνεύει στη σκηνή δεν είναι για τη δική του ευχαρίστηση. Δεν πρέπει να διασκεδάζει με τη μουσική». Οταν το διάβασα είπα: «Κάτι είναι αρρωστημένο εδώ πέρα. Και σίγουρα όχι εγώ!». Πώς μπορείς να μεταδώσεις τη χαρά αν εσύ ο ίδιος δεν το απολαμβάνεις; Υπάρχει μια διάσημη φράση του Μαραντόνα για τον Ζιντάν. Αν ο Ζιντάν στενοχωρηθεί, εξηγήστε του ότι εγώ απλά την επανέλαβα! Είπε: «Μπορεί ο Ζιντάν να είναι ο καλύτερος τεχνίτης της μπάλας σήμερα, το παιχνίδι του όμως είναι θλιμμένο!»».


– Πώς και επιλέξατε να ασχοληθείτε με αυτό το είδος μουσικής;



«Ακούσατε χθες στις πρόβες τα δύο «μπολέρος» που τραγούδησα; Είδατε πώς άλλαξε όλη η στάση και διάθεσή μου; Δεν μπορείς να πεις ούτε για ένα λεπτό ότι «αυτός είναι ένας τενόρος της όπερας που τραγουδάει μπολέρος». Εγινα ξαφνικά ένας ποπ τραγουδιστής. Γιατί τη μουσική την έχω μες στην ψυχή μου. Και αυτή είναι η αληθινή ψυχή μου. Γιατί και σαν μουσικός είμαι περίεργος να δοκιμάσω νέες εμπειρίες σε όλα τα πεδία. Για τρία χρόνια έκανα αναγεννησιακή μουσική – Παλεστρίνα, γρηγοριανούς ύμνους. Και αυτό δεν έχει να κάνει καθόλου με την προσωπικότητά μου ή τη φωνή μου. Ολα όμως εμπλουτίζουν τη μουσική μου ύπαρξη. Το ίδιο συμβαίνει και με την όπερα. Χαίρομαι όταν τραγουδάω, αλλά αν κάποιος ερχόταν και μου έλεγε ότι από σήμερα δεν μπορώ πλέον να τραγουδάω όπερα, δεν θα πέθαινα από τη στενοχώρια μου. Για μένα η όπερα είναι μια άλλη μουσική εμπειρία, που θα την εξασκώ για όσο καιρό μπορώ να το κάνω με τον τρόπο που εγώ θεωρώ ότι πρέπει να γίνεται. Με καλή υποκριτική, και δίνοντάς τα όλα όταν είμαι στη σκηνή».


– Επανάσταση είναι το να βλέπουμε το ίδιο πράγμα από μια άλλη οπτική γωνία ή το να κάνουμε ρήξη;


«Οχι. Δεν μου αρέσουν οι ρήξεις. Είναι πολύ δραστικές. Και ας μην ξεχνάμε ότι όταν κάτι σπάει, πάντα κάποιος υποφέρει. Τέτοιες επαναστάσεις είναι συνήθως οι κοινωνικές, όπου ξαφνικά μια μέρα οι άνθρωποι εξεγείρονται και κόβουν κεφάλια. Στην τέχνη η επανάσταση γίνεται με το να κάνεις τη δουλειά σου αφήνοντας την ίδια την τέχνη σου σιγά σιγά να διαποτίσει μεθυστικά το περιβάλλον. Ισως δυο άνθρωποι να εμποτιστούν από αυτήν και να μεταφέρουν αυτή τη μέθη σε άλλους δυο. Και αυτοί σε άλλους δυο. Και αυτό εξελίσσεται σε αλυσιδωτή αντίδραση. Δεν γίνεται ένα πρωί να ξυπνήσεις και να πεις: «Τέρμα από ‘δώ και πέρα θα ζωγραφίζετε έτσι!». Είναι αδύνατον και ταυτόχρονα λάθος. Εγώ προσωπικά, μαθαίνω, αλλάζω και προσαρμόζομαι με το πέρασμα των χρόνων. Το καλό λοιπόν με αυτού του είδους τις επαναστάσεις είναι το ότι οι άνθρωποι μπορούν να πάρουν την ιδέα και να αναπτύξουν τα θετικά της στοιχεία. Τότε είναι κάτι περισσότερο από επανάσταση. Είναι μια ένεση. Κάνεις την ένεση και περιμένεις από τον οργανισμό να αναπαραγάγει τα αντισώματα».


– Γιατί η περίπτωση καλλιτεχνών σαν κι εσάς ενοχλεί τις εταιρείες; Μήπως οι εταιρείες επιθυμούν λιγότερο σκεπτόμενους καλλιτέχνες;


«Οχι, όχι! Νομίζω ότι αν οι διευθυντές μιας εταιρείας είναι έξυπνοι, θα κατανοήσουν έναν αντικομφορμιστή καλλιτέχνη. Και ο ηγέτης μιας εταιρείας που έφτασε ψηλά με τις ικανότητές του – και όχι επειδή κάποιο δάχτυλο τον έβαλε στην καρέκλα – είναι σίγουρα πολύ έξυπνος. Είναι σπάνιο, βέβαια, να φθάσει κάποιος πολύ ψηλά μόνο με την αξία του, αλλά συμβαίνει. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι αυτός ο άνθρωπος είναι πολύ έξυπνος. Οι έξυπνοι αναγνωρίζουν αμέσως τον καλλιτέχνη που επίσης είναι έξυπνος, που έχει ταλέντο και που θα κάνει τη διαφορά. Το πρόβλημα δεν είναι αυτό, το να σε αναγνωρίσουν δηλαδή. Το πρόβλημα είναι το να σε υποστηρίξουν… Διότι αν εσύ, που είσαι ένας πρωτοποριακός καλλιτέχνης, πεις στον διευθυντή της εταιρείας: «Αυτός είναι ο νέος δρόμος και με αυτόν τον τρόπο θα σώσουμε την εταιρεία, και έτσι θα ανανεώσουμε την εταιρική μας ταυτότητα, και έτσι θα πουλήσουμε πάλι εκατομμύρια δίσκους«, αυτόματα δηλώνεις ότι όλα τα άλλα στην εταιρεία είναι ξεπερασμένα, παλιομοδίτικα. Ελα λοιπόν στη θέση του διευθυντή. Τι κάνει; Προκειμένου να σε υποστηρίξει, εσένα τον νέο άνθρωπο, στην ουσία ο ίδιος στοιχηματίζει την καριέρα του και αυτό απαιτεί κότσια, χοντρά κότσια. Ισως εδώ τελικά έγκειται το πρόβλημα. Και ίσως η λύση είναι μία: να υπάρχουν μόνο διευθυντές εταιρειών με μεγάλα… κότσια! Υποθέτω…».


– Για να φτάσεις στην επιτυχία χρειάζεται μυαλό και ψυχή. Πώς όμως γίνεται συχνά άνθρωποι που φτάνουν στην κορυφή να καίγονται;


«Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Αν καταφέρεις να φτάσεις στην κορυφή ενός υψηλού βουνού, πέρασες τη ζωή σου προετοιμάζοντας τους μυς σου, μετά σκαρφάλωσες στο βουνό χρησιμοποιώντας τα ίδια σου τα χέρια, αφήνοντας το αίμα σου πάνω στα βράχια… Οταν φτάσεις στην κορυφή, είσαι τόσο δυνατός που μπορείς να αντισταθείς σχεδόν σε οτιδήποτε. Αν σε κατέβασε στην κορυφή του βουνού ένα ελικόπτερο, την επόμενη ημέρα είσαι και πάλι στους πρόποδες! Προσωπικά άρχισα να σκαρφαλώνω σε ηλικία 12 ετών και σήμερα είμαι 42. Σκαρφαλώνω για 30 χρόνια! Πιστέψτε με, έχω πολύ δυνατούς μυς!».


– Πρέπει ένας καλλιτέχνης να είναι εγωιστής;


«Δεν νομίζω ότι πρέπει να είναι εγωιστής αλλά πρέπει να είναι ματαιόδοξος».


– Γιατί;


«Δεν μπορείς να είσαι δημόσιο πρόσωπο χωρίς να έχεις μια υγιή δόση ματαιοδοξίας – η οποία ούτως ή άλλως αποτελεί σημαντικό συστατικό της ανθρώπινης ύπαρξης. Διότι αν δεν απολαμβάνεις το να σε κοιτάζουν, για ποιον λόγο είσαι δημόσιο πρόσωπο; Κι εσείς, κύριε Λάλα, είστε ματαιόδοξος, κοιτάξτε… φορέσατε ένα πουκάμισο που ταιριάζει με τα γυαλιά και το παντελόνι σας! Αυτό είναι ματαιοδοξία. Επίσης το γεγονός ότι φοράτε φαρδιά πουκάμισα για να μη φαίνεσθε χοντρός. Ματαιοδοξία. Υγιής ματαιοδοξία που χρησιμοποιείται όχι για να πληγώσει αλλά για να μας παρουσιάζει όσο γίνεται πιο ευχάριστους όταν είμαστε μαζί με άλλους. Λοιπόν, ένας καλλιτέχνης πρέπει να είναι εγωιστής ή όχι; Φυσικά όχι. Από τη στιγμή που είσαι εγωιστής, έχεις ξοφλήσει. Αλλά ναι, πρέπει να βρεις το «εγώ» σου, να το καλλιεργήσεις ώστε να είναι τόσο υγιές που όταν το προβάλλεις προς τους άλλους, αυτοί να το απολαμβάνουν και να γίνονται πλουσιότεροι από αυτό. Αλλο πράγμα είναι το να είσαι «εγωιστής», που σημαίνει ότι έχεις ένα μεγάλο «εγώ» μόνο για σένα».


– Κινδυνεύσατε ποτέ να χάσετε το ταλέντο σας;


«Μια – δυο φορές, αλλά ήμουν πολύ ανθεκτικός. Υπήρξα πολύ σκληρός στη ζωή μου από παιδί, όπως μου λέει η μητέρα μου. Αντεξα πάρα πολλά, αλλά είχα και τη νοημοσύνη να καταλάβω ποιοι έπρεπε να είναι οι άνθρωποι που θα με πλαισίωναν. Πώς βάζεις σε μια γλάστρα μια βέργα δίπλα στο δενδράκι που φύτεψες για στήριγμα; Το να βρεις αυτές τις βέργες είναι συχνά το μυστικό για την ανάπτυξη του ταλέντου σου. Επίσης εξαρτάται και από την ποιότητα του «φράχτη» που σχηματίζουν γύρω σου τέτοιες βέργες. Ο «φράχτης» αυτός πρέπει να είναι αρκετά δυνατός για να σε προστατεύει, αλλά και τόσο ανοικτός ώστε να αφήνει να περνούν ο ήλιος και ο αέρας. Αν έχεις αυτή τη συνταγή, τότε τράβα μπροστά. Εγώ την ανακάλυψα τώρα, στα 42 μου. Οταν άρχισα δεν ήμουν έτσι. Θυμάστε τον τρόπο που με προωθούσαν οι εταιρείες; Με όλα αυτά τα φτηνιάρικα σλόγκαν: «Το σύμβολο του σεξ», «Ο ερωτικός τενόρος», «Ο Τέταρτος Τενόρος», «Ο Τενόρος του 21ου αιώνα» και άλλες παρόμοιες βλακείες που με έθεταν σε μεγάλο κίνδυνο. Ωσπου μια μέρα ξύπνησα και πήρα την απόφαση να κόψω τους δεσμούς μου με όλα αυτά. Ετσι δημιούργησα τη δική μου εταιρεία για να οδηγήσω τη ζωή μου με δικό μου δίπλωμα οδήγησης και όχι με κάποιου άλλου. Πέρασα όμως τρία εφιαλτικά χρόνια γιατί ξαφνικά βρέθηκα ξεκομμένος από τα πάντα…».


– Και τελικά τι έγινε;


«Τα τελευταία δύο χρόνια όλα άρχισαν πάλι να φτιάχνουν. Αλλά από το 1999 ως το 2002 οι πάντες προσπάθησαν να μου επισημάνουν με κάθε τρόπο ότι αν θέλω να συνεχίσω μόνος μου, ήμουν αποκλεισμένος. Ετσι λοιπόν κομμένα τα εξώφυλλα, μια-δυο συνεντεύξεις μόνο, συστηματικά όλοι οι κριτικοί κατέστρεφαν τις δουλειές μου, με χαρακτήριζαν «Το αστέρι που σβήνει! « και διάφορα άλλα τέτοια. Πέρασα τρία χρόνια αντιστεκόμενος στον άνεμο και στις αντιξοότητες, ώσπου τελικά κατάφερα να επανέλθω στο προσκήνιο και να μπαίνω πάλι στα εξώφυλλα, να γράφουν για μένα, η εταιρεία μου έχει ήδη κάνει τρεις παραγωγές με σημαντικές πωλήσεις – πράγμα που για ανεξάρτητη εταιρεία χωρίς δίκτυο διανομής και χωρίς διαφημιστική προβολή είναι τεράστιο επίτευγμα! Και τώρα όλοι λένε: «Να ένας καταπληκτικός τενόρος. Εμφανίζεται μαζί με οποιαδήποτε ορχήστρα και αρχίζουν να παίζουν θεϊκά! Τραγουδάει και ο κόσμος παραληρεί με το θέαμα που δημιουργεί!»… Βλέπετε πώς αλλάζουν τα πράγματα; Τώρα έχω πάρει και τη θέση καλλιτεχνικού διευθυντή σε ένα καινούργιο θέατρο που θα αρχίσει να λειτουργεί στη Μαδρίτη πολύ σύντομα, δύο – τρεις ορχήστρες στον κόσμο μου προσφέρουν τη μουσική τους διεύθυνση, δύο κινηματογραφικές εταιρείες είναι σε συζητήσεις με την εταιρεία μου για να κάνουμε τη μουσική επένδυση των ταινιών τους και η διευθυντική ομάδα μιας γαλλικής εταιρείας προσπαθεί να με πείσει να γίνω το κεντρικό θέμα ενός παγκόσμιου φεστιβάλ που θα περιλαμβάνει μουσική και κινηματογράφο. Ολα αυτά δεν είναι καθόλου άσχημα για «Το αστέρι που σβήνει»… Τι λέτε κι εσείς;».


– Πώς νιώθατε όταν είχατε να αντιμετωπίσετε εκείνα τα εμπόδια;


«Κοιτάξτε, παρ’ ότι προσπάθησαν να μου κόψουν τα πόδια πολλές φορές, εγώ τα νιώθω βαθιά ριζωμένα στη γη. Και κάτι ακόμη: δεν κάνω ποτέ συμβιβασμούς. Ποτέ δεν φιλοδώρησα δημοσιογράφο ή εφημερίδα για να γράψουν για μένα, ποτέ δεν λάδωσα για να με προσλάβουν. Είμαι ευτυχισμένος με τη γυναίκα μου και την οικογένειά μου. Είμαι ένας κανονικός άνθρωπος! Για να αντιμετωπίσεις μια περίπτωση παρόμοια με τη δική μου πρέπει να εφεύρεις ψέματα – αλλά, όπως λέει το ρητό «τα ψέματα έχουν κοντά πόδια» -, τα οποία αργά ή γρήγορα θα ξεσκεπαστούν. Λέγανε λοιπόν ότι είμαι «ένας αλαζόνας μπάσταρδος». Κύριε Λάλα, δεν είμαι ένας αλαζόνας μπάσταρδος. Είμαι κάποιος που υπέφερε και αγωνίστηκε πολύ, που αντιστάθηκε και κατάφερε να φτάσει στην κορυφή του βουνού μέσα στη θύελλα – και είμαι περήφανος για όλα αυτά! Αν το να είμαι περήφανος, ύστερα από 25 χρόνια σκληρής δουλειάς, για όσα έκανα στη ζωή μου είναι αλαζονεία, τότε είμαι αλαζόνας! Αλλά δεν πιστεύω ότι αυτό είναι σωστό και δίκαιο!».


– Τελειώνοντας, θέλω να σας ρωτήσω πώς ένας τενόρος έγινε λαμπαδηδρόμος για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας;


«Ας πούμε ότι είμαι ένας από τους λίγους που υπάρχουν, ο οποίος αντιπροσωπεύει το ιδανικό του ελληνικού πολιτισμού: «Νους υγιής εν σώματι υγιεί». Αυτό ήταν το ιδεώδες την εποχή των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων. Λέγεται ότι την εποχή των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων ένας από τους αθλητές ήταν και ο Πυθαγόρας καθώς και ο γαμπρός του Πυθαγόρα, ο Μίλωνας ο Κροτωνιάτης, που ήταν μαθηματικός και μουσικός ταυτόχρονα! Θεωρήστε με λοιπόν και μένα έναν απόγονο του Πυθαγόρα. Εναν πυθαγόρειο!».


– Σας ευχαριστώ πολύ!


«Κι εγώ».


Ο Χοσέ Κούρα θα εμφανιστεί με τη συνοδεία της ορχήστρας Feminarte στο Στάδιο και Αμφιθέατρο Οινουσσών, στις Οινούσσες, την Πέμπτη 15 Ιουλίου 2004, στο πλαίσιο της Τελετής Διέλευσης της ολυμπιακής φλόγας. Ωρα έναρξης του ρεσιτάλ: 8.30 μ.μ.