«Αγαπώ το γυμνό περισσότερο από το πρόσωπο.
Το πρόσωπο μπορεί να πει ψέματα, το γυμνό ποτέ» έλεγε ο Νίκος Εγγονόπουλος. Ωστόσο το ανδρικό γυμνό ως ανεξάρτητο εικονογραφικό θέμα δεν ευδοκιμεί στη νεοελληνική ζωγραφική. Γιατί, ακόμη κι αν ο Φώτης Κόντογλου δίνει το 1937 ανδρικά γυμνά στις τοιχογραφίες του δημαρχείου της Αθήνας, το γυμνό ανδρικό σώμα δεν έχει ακόμη καταφέρει να αποστασιοποιηθεί από το αίσθημα ενοχής που γεννά όταν παρουσιάζεται έξω από τον μυθολογικό ή τον θρησκευτικό κόσμο. Σεμνοτυφία μιας φαλλοκρατικής στις δομές της κοινωνίας που έχει συνηθίσει να ταυτίζει στερεοτυπικά τον ερωτισμό με το γυναικείο σώμα ή προκατάληψη συνδεδεμένη με την ομοφυλοφιλία; Αφορμή για τη συζήτηση που ακολουθεί δύο εκθέσεις που γίνονται αυτόν τον καιρό στην Αθήνα: η μικρή αναδρομική στην Ακαδημία Αθηνών του Διαμαντή Διαμαντόπουλου, ενός από τους λιγοστούς σύγχρονους καλλιτέχνες που δούλεψαν πάνω στη γυμνή ανδρική μορφή, και η έκθεση του Μιχάλη Μαδένη με ανδρικά γυμνά στις «Νέες Μορφές».



Αν υπάρχει μια απλή διαπίστωση την οποία θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε ως εφαλτήριο, είναι το ότι στην ιστορία της νεοελληνικής ζωγραφικής το ανδρικό γυμνό ως ανεξάρτητο εικονογραφικό θέμα εμφανίζεται σπανιότερα από ό,τι το γυναικείο. Ωστόσο στις αρχές του 20ού αιώνα τα πράγματα είναι λίγο… διαφορετικά. Στο Σχολείο των Τεχνών το μάθημα του γυμνού γίνεται ως το 1904 αποκλειστικά με ανδρικό μοντέλο. Τμήμα θηλέων λειτουργεί στη σχολή από το 1894, αλλά στα κορίτσια δεν επιτρέπεται να μελετήσουν γυμνό στα ίδια εργαστήρια με τους άνδρες. Οταν οι γυναίκες κατατάσσονται ως «τακτικαί μαθήτριαι εν τη Καλλιτεχνική Σχολή του Πολυτεχνείου» το 1901-1902, ζητούν μάθημα γυμνού με γυναικείο μοντέλο, αλλά το αίτημά τους απορρίπτεται και δεν γίνεται δεκτό παρά μετά το 1910. Ακόμη και όταν το 1904 ο Γεώργιος Ιακωβίδης καθιερώνει ως διευθυντής τότε της σχολής τη χρησιμοποίηση γυμνού γυναικείου μοντέλου από άρρενες σπουδαστές, καθηγητές του Πολυτεχνείου ζητούν με επιστολή τους από τον ίδιο τον πρωθυπουργό να απαγορευθεί η φοίτηση γυναικών «διά λόγους αισθητικής σεμνότητος». Το αίτημα απορρίπτεται, το περιοδικό «Πινακοθήκη» απορεί «πώς άνθρωποι καλλιτεχνικώς μορφωμένοι αγνοούν ότι η τέχνη είνε ανωτέρα της ηθικής, ότι είνε αδύνατος η σπουδή της τέχνης άνευ του γυμνού, ότι επί τέλους αι γυναίκες δεν είνε νευρόσπαστα μόνον του συρμού, αλλά δύνανται να συναγωνισθούν προς τους άνδρας και εν τη τέχνη»· ωστόσο η σύνδεση της ηθικής με την τέχνη θα καθυστερήσει την εμφάνιση των πρώτων σημαντικών ανδρικών γυμνών.


«Η Πινακοθήκη της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, που συγκεντρώνει βραβευμένα έργα σπουδαστών, κατακλύζεται από ανδρικά γυμνά από τα πρώτα κιόλας χρόνια λειτουργίας της σχολής» επισημαίνει η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, διευκρινίζοντας ότι πρόκειται για τις λεγόμενες «ακαδημίες», ασκήσεις συνήθως δεξιοτεχνίας, «αρκετά σεμνότυφες στην αρχή, απελευθερωμένες εντελώς προς το τέλος του 19ου αιώνα». Ο κ. Θάνος Χρήστου, διδάκτωρ της Ιστορίας της Τέχνης και διευθυντής της Δημοτικής Πινακοθήκης Κέρκυρας, παρατηρεί ότι «ο Γιώργος Μπουζιάνης δίνει το πρώτο του ανδρικό γυμνό το 1915, ο Σπύρος Παπαλουκάς το 1917 σε ηλικία 25 χρόνων, ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος μετέχει με σχέδια ανδρικού γυμνού στην ομαδική έκθεση γυμνού που γίνεται το 1947 στον «Ρόμβο», ωστόσο την προκατάληψη που υπάρχει απέναντι στο ανδρικό γυμνό την ξεπερνά μόνο ο Γιάννης Τσαρούχης». Οντας παράλληλα και συγγραφέας της μελέτης «Το γυμνό στη νεοελληνική ζωγραφική και χαρακτική», που πρόκειται να εκδοθεί ως το τέλος του χρόνου ενισχύοντας την ισχνότατη σχετική ελληνική βιβλιογραφία, ο κ. Χρήστου επισημαίνει ότι προπολεμικά οι γυμνογραφίες δεν έβγαιναν συνήθως έξω από το ατελιέ, «με παράδειγμα χαρακτηριστικό τα γυναικεία γυμνά του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη, εικονογράφου του πολέμου του ’40, που εκτέθηκαν μετά τον θάνατό του και μάλιστα στο Λονδίνο».


Αφήνοντας έξω από την κουβέντα μας τη γλυπτική, όπου το γυμνό με τη μορφή του επιτύμβιου μνημείου μπαίνει ακόμη και στα κοιμητήρια χωρίς να σοκάρει, ο κ. Χρήστου διαπιστώνει ότι «μετά τον πόλεμο τα γυναικεία μοντέλα υπερισχύουν των ανδρικών. Καθοριστικό ρόλο σε αυτό έπαιξε και η «χρησιμοποίηση» του γυναικείου σώματος στον χώρο της διαφήμισης. Η σύγχρονη κοινωνία οργανώθηκε με τα δεδομένα της ανδροκρατίας και δεν είναι τυχαίο ούτε το γεγονός ότι ο Παύλος Μαθιόπουλος, ο ζωγράφος της κοσμικής Αθήνας, δίνει ήδη το 1920 γυναικείο γυμνό στη διαφήμιση του κονιάκ Καμπά».


Στη γενιά του ’30, ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος ασχολείται την περίοδο 1947-1955 με το ανδρικό γυμνό «αντιθέτοντας συχνά», όπως λέει χαρακτηριστικά ο ακαδημαϊκός κ. Χρύσανθος Χρήστου, «το ανδρικό με το γυναικείο σώμα σαν μια συνομιλία των καμπυλόγραμμων με τα κάθετα και οριζόντια θέματα». Από την πλευρά της η κυρία Λαμπράκη-Πλάκα σχολιάζει ότι «το γυναικείο γυμνό απευθύνεται στο γενετικό και ερωτικό μας ένστικτο σε αντίθεση με το ανδρικό, το οποίο είναι φορέας δράσης και ρώμης»· μιλάει για τα γυμνά του Χρόνη Μπότσογλου, «ενός καλλιτέχνη που ζωγραφίζει συνήθως τον εαυτό του γυμνό και τα έργα του έχουν έναν δραματικό, εξομολογητικό και υπαρξιακό χαρακτήρα», για τα «ηράκλεια, εν δράσει, ανδρικά γυμνά του Τριαντάφυλλου Πατρασκίδη»· αλλά σταματά και πάλι στην περίπτωση Τσαρούχη. «Ο Τσαρούχης είναι αυτός ο οποίος απο-ενοχοποιεί το ανδρικό γυμνό. Αθωωμένο καθώς είναι από το προπατορικό αμάρτημα προσφέρεται προς θέα μέσα στην ομορφιά του, θα έλεγα, και μέσα στην ελευθερία του» τονίζει, για να προσθέσει: «Ενα γυμνό ανδρικό ζωγραφισμένο ακόμη και με την αθώωση που προσφέρει ο ύπνος σοκάρει ακόμη σήμερα περισσότερο από ένα γυναικείο και σοκάρει ιδιαίτερα τους άνδρες· είναι σαν να προσβάλλει τον ανδρισμό τους. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν το 1998 αποφασίσαμε να εκθέσουμε τη συλλογή του Γιάννη Περδίου έγιναν πολλές συζητήσεις σχετικά με το αν έπρεπε ή όχι να εκθέσουμε ένα γυμνό αγόρι του Τσαρούχη» ­ και όμως είχε περάσει σχεδόν μισός αιώνας από την απαίτηση της αστυνομίας να αποσυρθεί ένα γυμνό του από την τελευταία έκθεση της καλλιτεχνικής ομάδας «Αρμός» στο Ζάππειο.


Η περιορισμένη παρουσία του ανδρικού γυμνού στη νεοελληνική ζωγραφική μπορεί βέβαια να ερμηνευθεί και μέσα από μιαν άλλη οπτική. «Η αλήθεια είναι» λέει η κυρία Τζούλια Δημακοπούλου από τις «Νέες Μορφές», πρόεδρος και του Πανελληνίου Συνδέσμου Αιθουσών Τέχνης, «ότι το γυμνό, είτε ανδρικό είτε γυναικείο, δεν πουλάει. Οι συλλέκτες και τα μουσεία θα το αγοράσουν, αλλά το κοινό θα προτιμήσει να βάλει στο σπίτι του μια νεκρή φύση ή μια τοπιογραφία».


Τα σεξουαλικά ταμπού στην τέχνη


Για την κυρία Αννα Καφέτση, διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, «αυτό που πρωτίστως ενδιαφέρει, είτε πρόκειται για ανδρικό γυμνό είτε για γυναικείο, είναι να δούμε μέσα σε ποιο καλλιτεχνικό σχέδιο εντάσσεται η χρήση του ενός ή του άλλου, ποια είναι εν τέλει η εικαστική ιδέα που υπηρετεί το συγκεκριμένο θέμα ­ ερμηνευτική κατεύθυνση την οποία στην Ελλάδα οι κριτικοί της τέχνης αφήνουν συνήθως απ’ έξω. Στον Τσαρούχη, όπως και σε όλον τον μοντερνισμό, η χρήση του ανδρικού γυμνού λειτουργεί ως πρόσχημα που υπηρετεί την εκφραστικότητα, την έκφραση του χρώματος. Από τη στιγμή όμως που κατευθύνουμε το κοινό να προσεγγίσει την τέχνη μέσα από τη θεματογραφία της, η αντίδρασή του στα γυμνά του Τσαρούχη, αντίδραση που τεκμηριώνω και εγώ εμπειρικά από τη μεγάλη έκθεση έργων του με την οποία εγκαινιάσαμε τον Φεβρουάριο του 2000 τον εκθεσιακό χώρο του Φιξ, δεν πρέπει σήμερα να μας ξενίζει». Η συχνότητα με την οποία εμφανίζεται τα τελευταία 20 χρόνια το γυμνό στη διεθνή σύγχρονη τέχνη «εντάσσεται καλλιτεχνικά στο πλαίσιο μιας αναζήτησης ανθρωπολογικής, μιας αναζήτησης που έχει να κάνει με θέματα ταυτότητας, φύλου ή αυτογνωσίας. Στη σύγχρονη ελληνική ζωγραφική δεν εντοπίζω αντίστοιχες προβληματικές· το γυμνό εγγράφεται και πάλι σε ένα πλαίσιο φορμαλιστικό» λέει η κυρία Καφέτση.


Η αραιότητα με την οποία εμφανίζεται το ανδρικό γυμνό ως ανεξάρτητο θέμα στη νεοελληνική ζωγραφική σχετίζεται βεβαίως και με τα ταμπού της σεξουαλικής μας συμπεριφοράς ­ ας μην ξεχνάμε ότι τα γυμνά μοντέλα του Τσαρούχη σοκάρουν και λόγω του ομοφυλοφιλικού χαρακτήρα του ερωτισμού τους. «Η συχνότερη εμφάνιση του ανδρικού σώματος στην παγκόσμια τέχνη ιδεολογικά σχετίζεται με την απελευθέρωση των ηθών καθώς και με την απελευθέρωση μιας τάσης καλλιτεχνικής που έχει να κάνει με την ομοφυλοφιλία και την ομοφυλοφιλική έκφραση. Προς την κατεύθυνση αυτή» καταλήγει η κυρία Καφέτση «έχουμε ακόμη αρκετό δρόμο να διανύσουμε στην Ελλάδα». Εν τω μεταξύ θα είχε ίσως ενδιαφέρον να κρατήσουμε το απόσπασμα που ανασύρει ο κ. Θάνος Χρήστου από ένα κείμενο του αυστριακού αρχιτέκτονα Αλφρεντ Λόος: «Ολη η τέχνη είναι ερωτική. Το πρώτο κόσμημα το οποίο εμφανίστηκε ποτέ, δηλαδή ο σταυρός, έχει ερωτική προέλευση. Μια οριζόντια γραμμή σημαίνει μια ξαπλωμένη γυναίκα, μια κάθετη γραμμή έναν άνδρα που εισβάλλει μέσα της».


* Η έκθεση του Διαμαντή Διαμαντόπουλου στην Ακαδημία Αθηνών (τηλ. 3643.104) θα παραμείνει ανοιχτή ως τις 6 Απριλίου.


* Η έκθεση του Μιχάλη Μαδένη στην γκαλερί «Νέες Μορφές» (Βαλαωρίτου 9, τηλ. 3616.165) συνεχίζεται ως τις 10 Απριλίου.