«Ως γνωστόν, η στήλη σχολιάζει τη γλωσσική – και όχι την πολιτική – επικαιρότητα και πραγματικότητα. Ομως, μερικές φορές ο αρχιεπίσκοπος και ορισμένοι ιεράρχες έχω την αίσθηση ότι «μας δουλεύουν», κατά το κοινώς λεγόμενο, όχι μόνο πολιτικά αλλά και γλωσσικά.


Ακουγα, λοιπόν, προ ημερών έναν από αυτούς τους προφανώς «εν νηστεία και προσευχή διάγοντες» ιεράρχες, του οποίου ωστόσο οι τηλεοπτικές εμφανίσεις ξεπερνούν σε συχνότητα ακόμη και εκείνες του Αντώνη Καφετζόπουλου και του Θοδωρή Αθερίδη, να λέει ότι το «δόξα σοι ο Θεός», το οποίο προσέθεσε ο αρχιεπίσκοπος αμέσως μετά τη φράση «οι καταστάσεις αλλάζουν», δεν ήταν παρά «σχήμα λόγου», μια απλή όσο και αθώα έκφραση, που «εμείς οι άνθρωποι της Εκκλησίας τη συνηθίζουμε». Με άλλα λόγια, ένα είδος εκκλησιαστικής ιδιολέκτου ήταν, βρε αδελφέ· μην το κάνουμε, τώρα, θέμα.


Ωστόσο η προσπάθεια να βγει ο αρχιεπίσκοπος λάδι για την αναφανδόν πολιτική δήλωσή του είναι μάλλον ατελέσφορη, ως λογικά αλλά και γλωσσικά πάσχουσα. Εξ ου και η απόφαση να σχολιάσει το λεχθέν μια (εν ευρεία, έστω, εννοία) γλωσσική στήλη όπως τα Υπο-γλώσσια.


Και πρώτα απ’ όλα, η φράση οι καταστάσεις αλλάζουν. Μπορεί ως διαπίστωση/επισήμανση να ισχύει σε γενικές γραμμές, αλλά μάλλον ανορθόδοξο και ασυνήθιστο μου φαίνεται όταν επισκέπτεται κανείς – και πολύ περισσότερο ο αρχιεπίσκοπος – τον πρωθυπουργό να αρχίζει τη συζήτηση μαζί του με αυτόν τον τρόπο, γνωρίζοντας μάλιστα ότι τα τηλεοπτικά συνεργεία βρίσκονται ακόμη στην αίθουσα. Αν υποθέσουμε ότι ήθελε να πει απλώς κάτι για να σπάσει τον πάγο ή για να ξεπεραστεί η αμηχανία, τότε πολύ πιο συνηθισμένες, δοκιμασμένες αλλά και ανώδυνες είναι, για παράδειγμα, οι φράσεις «Τι κάνουν τα παιδιά;», «Στο σπίτι, όλοι καλά;», «Ωραίος καιρός σήμερα», ή «Είχε μια κίνηση καθώς ερχόμουν!». Είναι, λοιπόν, προφανές ότι ο αρχιεπίσκοπος δεν ήθελε απλώς να κάνει ένα είδος εισαγωγικού easy talking· ήθελε να πει αυτό ακριβώς που είπε και ήθελε να το ακούσουν όλοι οι Ελληνες, και κυρίως οι «κακοί», οι οποίοι και με τη δική του βοήθεια έπαψαν να κυβερνούν τη χώρα.


Και αυτά μεν ως προς την πρώτη φράση του, η οποία αποκλείεται – επιμένω – να αναφερόταν σε οτιδήποτε άλλο εκτός από την κυβερνητική αλλαγή. Αλλωστε, ποια άλλη αξιομνημόνευτη αλλαγή έχει συμβεί τον τελευταίο μήνα; Να αναφερόταν ο μακαριότατος στο γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός έχει πάρει κεφάλι στη βαθμολογία; Να ήθελε να δείξει ότι επιδοκιμάζει την πρόσληψη του Αλέφαντου; Να ένιωσε ανακούφιση για τη νίκη των Σοσιαλιστών στην Ισπανία; «Χλομά τα βλέπω» και τα τρία.


Και τώρα το χειρότερο: ο αρχιεπίσκοπος έσπευσε να συμπληρώσει τη φιλοσοφικού(;) περιεχομένου διαπίστωσή του ότι οι καταστάσεις αλλάζουν με τη φράση δόξα σοι ο Θεός, η οποία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση ούτε να παρερμηνευτεί, ούτε να παρανοηθεί. H σχετική έκφραση έχει βέβαια εκκλησιαστική προέλευση, αλλά χρησιμοποιείται και στον καθημερινό μας λόγο, «επί πραγμάτων των οποίων ανυπομόνως αναμενόταν το τέλος», όπως διαβάζω στο λεξικό, ή και γενικότερα για να δηλωθεί ευαρέσκεια. Με άλλα λόγια, σε φράσεις όπως «Ολοι καλά είμαστε στο σπίτι· δόξα σοι ο Θεός», «Καλά πήγαμε, καλά γυρίσαμε· δόξα σοι ο Θεός», «Δόξα σοι ο Θεός, δεν έχω παράπονο· καλά πάνε οι δουλειές», κ.ο.κ.


Το «οι καταστάσεις αλλάζουν» λοιπόν ήταν σαφής αναφορά σε συγκεκριμένο γεγονός (την αλλαγή κυβέρνησης), για το οποίο αμέσως μετά ακολούθησε σαφής έκφραση ικανοποίησης («δόξα σοι ο Θεός»). Αυτά είναι από γλωσσική – και όχι μόνο – άποψη αυτονόητα. Ολα τα άλλα είναι «εκ του πονηρού» και «προφάσεις εν αμαρτίαις», για να μείνουμε (λόγω του περιστατικού, αλλά και λόγω των ημερών) στην εκκλησιαστική ορολογία.»


Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής. Διδάσκει στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ). Οι αναγνώστες μπορούν να στέλνουν τις παρατηρήσεις τους, τις επισημάνσεις τους ή τις διαφωνίες τους στην ηλεκτρονική θυρίδα achpappas@hotmail.com