Να πω την αμαρτία μου, φοβόμουν μήπως To λαμπρό μέλλον της Αριστεράς ήταν απλώς μια άσκηση αγωνιστικής γυμναστικής. Οχι ότι κάτι τέτοιο θα ήταν απαραίτητα αδιάφορο, αλλά πάντως θα απευθυνόταν κατ’ εξοχήν στους ήδη πεπεισμένους, στη συναισθηματική εγρήγορση και οργανωτική κινητοποίηση τους και όχι τόσο στον προβληματισμό των υπολοίπων, δηλαδή είτε των αντιφρονούντων είτε αυτών που διατηρούν μια μικρή ή κάπως μεγαλύτερη κριτική απόσταση από την Αριστερά. Ομως ο Ανρί Βεμπέρ δεν είναι μόνο υψηλόβαθμο στέλεχος του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος αλλά και διανοούμενος. Δεν μπορούσε λοιπόν να έχει αποκλειστικά μια τέτοια στόχευση.


Κοινωνία της «ευζωίας»


Κατά πρώτον, πράγματι επιχειρεί να αναπτερώσει το ηθικό μελών, ψηφοφόρων ή έστω συμπαθούντων του κόμματός του που εξέλαβαν ως σοκ την ήττα στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 2002, αλλά κυρίως το οικτρό αποτέλεσμα της τρίτης θέσης στις προεδρικές εκλογές που έγιναν δύο μήνες νωρίτερα, όταν ο Λιονέλ Ζοσπέν δεν κατάφερε καν να περάσει στον δεύτερο γύρο, αφού τον ξεπέρασε όχι μόνον ο υποψήφιος της Δεξιάς (Σιράκ) αλλά και της Ακροδεξιάς (Λεπέν). Ο Βεμπέρ έχει για όλους αυτούς ένα λόγο αξιοπρεπώς παρηγορητικό και ταυτόχρονα υπενθυμίζει ότι μια ήττα δεν είναι η καταστροφή. Αντιθέτως καλεί τους ταγμένους να αφιερωθούν με ακόμη περισσότερες δυνάμεις στους πολιτικούς αγώνες.


Κατά δεύτερον, και εδώ τα πράγματα γίνονται πιο ενδιαφέροντα, αναστοχάζεται την παρούσα κατάσταση της Αριστεράς, λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική της διαδρομή και κληρονομιά, χωρίς ωστόσο να νοσταλγεί ένα φετιχοποιημένο, ένδοξο παρελθόν, αλλά προσπαθώντας μέσα από τις κοινωνικές και πολιτικές κατακτήσεις όπως και από τα σφάλματα και τις αποτυχίες της, να αποστάξει ό,τι πολυτιμότερο έχει να προσφέρει στα σύγχρονα πολιτικά διακυβεύματα. Αλλοι θα βρουν αυτή την ανακατασκευή τολμηρή και μεστή νοήματος, άλλοι θα θεωρήσουν ότι η δόση πραγματισμού και σωφροσύνης που εμπεριέχει την καθιστούν μια παρέκκλιση από τα αριστερά ιδανικά, αν όχι μια προδοσία τους. Ορισμένοι θα επικροτήσουν το αντιδογματικό πνεύμα της, μερικοί θα την αναγνώσουν ως (αντι)μανιφέστο συμβιβασμού και παραίτησης. Πολλοί μπορεί να καγχάσουν καθώς ο Βεμπέρ μιλάει στο όνομα του σοσιαλισμού, ενώ ταυτόχρονα ανήκει σε ένα κόμμα εξουσίας, δηλαδή σε ένα κόμμα που έχει ασκήσει τη διακυβέρνηση και θα την διεκδικήσει εκ νέου στη σύγχρονη συγκυρία, όταν δηλαδή οι δυνάμεις του καπιταλισμού και της αγοράς φαντάζουν πιο ισχυρές από ποτέ. Ο σοσιαλισμός όπως τον εννοεί ο Βεμπέρ δεν εξαντλείται στις μαρξιστικές εκδοχές του, αλλά, εξακολουθώντας να αποτελεί κριτικό εργαλείο όσο και πολιτικό όραμα, συνοψίζεται σε τρεις αλληλοσυνδεόμενους στόχους: την περαιτέρω ουσιαστική εμβάθυνση της δημοκρατίας, την επίτευξη του πολιτικού ελέγχου του συλλογικού μέλλοντός μας στο επίπεδο των εθνικών κοινωνιών αλλά και στο παγκόσμιο επίπεδο, και την επίτευξη μιας κοινωνίας της «ευζωίας» («bien-vivre»). Το ζήτημα του ελέγχου, της παραγωγής και της κατανομής του πλούτου τίθεται βέβαια ως κομβικό. Εδώ ο συγγραφέας υιοθετεί το σύνθημα του Ζοσπέν «ναι στην οικονομία της αγοράς, όχι στην κοινωνία της αγοράς» και προσπαθεί να αναδείξει το πολιτικό περιεχόμενό του, αξιολογώντας τα αποτελέσματα της διακυβέρνησης Ζοσπέν.


O πολιτικός έλεγχος


Πέρα από το επίπεδο της Γαλλίας, υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι ο εκδημοκρατισμός, ο πολιτικός έλεγχος και εν τέλει η μεταρρύθμιση σε προοδευτικότερη κατεύθυνση των διεθνών οικονομικών οργανισμών με αποφασιστική αρμοδιότητα ­ αλλά και γενικότερα σημαντικών διεθνών οργανισμών ­ είναι κάτι και εφικτό και υποσχόμενο αποτελέσματα. Εξίσου, η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να ιδωθεί ως ένα πεδίο σύγκρουσης και ακόμη περισσότερο ως ένας προνομιακός τόπος για τη διαμόρφωση κοινωνικά δίκαιων και αλληλέγγυων πολιτικών. H Αριστερά επιπλέον πρέπει να εμπνευστεί από το παράδειγμα σκανδιναβικών χωρών που, ενώ κατάφεραν να αναπτύξουν τις οικονομίες τους προσανατολίζοντάς τες σε παραγωγικούς τομείς και τεχνολογίες αιχμής, δεν εγκατέλειψαν τον σοσιαλδημοκρατικό στόχο της ισότητας και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Από αυτή την άποψη η υγιής επιχειρηματική δράση που εγκολπώνεται την καινοτομία και αναπτύσσει επενδυτικές πρωτοβουλίες με κοινωνικά υπεύθυνο τρόπο δεν αντιστρατεύεται το γενικό συμφέρον, αλλά συχνά το υπηρετεί. Πιστεύω ότι όποια ιδεολογική απόσταση και αν έχει ο αναγνώστης από τις θέσεις του συγγραφέα, θα πρέπει τουλάχιστον να του αναγνωρίσει ότι έγραψε ένα βιβλίο έντιμο και τεκμηριωμένο. Μπορεί να μη μας εκπλήσσει με πραγματικά πρωτότυπες ιδέες, αλλά πάντως μιλάει με ανοιχτά χαρτιά, με αυτοκριτική διάθεση και με επιχειρήματα που πρέπει κανείς να αντιμετωπίσει στα σοβαρά.